Γεια σου στη Βασιλική. Γεια σου στον Παυλάκη. Εκείνο το κοριτσάκι, το μαυράκι, που έπαιζε με τα παιχνιδάκια της σε ένα «κάπου» στη Σιέρα Λεόνε. Και ακούστηκε μια φωνή να προφέρει άτεχνα «ΒασιλικΗ», με υπερτονισμό στο «Η», και εκείνη σήκωσε τα ματάκια της και χαμογέλασε. Εχει όνομα! Είναι υπαρκτό ον! Και η Φωτεινή μού τη σύστησε: «Δες, δες! Η κόρη μου! Πώς θα περάσει ο καιρός μέχρι να τη σφίξουμε στην αγκαλιά μας;». Κι όλα αυτά από βίντεο στο κινητό της. Και λες και κλαις και λες… Ποια είναι αυτή η ουράνια κλωστή ενός κατάφορτου «από το πουθενά» που έδεσε ένα πλασματάκι από τη Σιέρα Λεόνε με μια «μαμά καρδιάς» στην Αθήνα! Τι ιερό ενώνει, στα δισεκατομμύρια των ανθρώπων, αυτόν με αυτόν; Τι όμορφος που είναι ο κόσμος μας όταν μαγικά μικραίνει!
Και ο Παυλάκης; Τι ήταν να τον γνωρίσουμε σ’ εκείνη τη δομή; Πώς τρύπωσαν τα ματάκια του μέσα μας, πώς μπήκε στις προσευχές μας; Επτά χρόνων παλικαράκι και ρούφαγε κακοποιήσεις και απορρίψεις με το καλαμάκι. Πόσοι άνθρωποι πάλευαν καθημερινά για να ημερέψουν την ψυχούλα του. Σπουδαίοι κοινωνικοί λειτουργοί, φροντιστές, ψυχολόγοι. Πόσους έντιμους γνώρισα! Τιμώ απέραντα τους ενσυνείδητους. Ναι. Υπάρχουν ενσυνείδητοι. Αλλά τίποτα δεν αντικαθιστά την οικογένεια. Και μόλις χθες, «Βρέθηκε ανάδοχη οικογένεια για τον Παυλάκη!», θριαμβευτικά μου έγραψε. Και γέμισε η γραμμή λυγμούς! Καλοτάξιδες κυματοτσακισμένες ψυχές που πιάνουν λιμάνια. Ευλογημένοι όσοι ορμάνε στην κάματο μιας δύσκολης σχέσης με αποσκευή την αγάπη, την ενσυναίσθηση, την έγνοια να αφήσουν… Κάτι να αφήσουν στο πέρασμά τους.
Γεια σου –και στα τσακίδια– σε όλους τους ασυνείδητους, όλων των επαγγελμάτων. Γεια σου στη νομοθεσία (μακάρι!) που θα ενθαρρύνει και θα δικαιώνει τους ενσυνείδητους στη μάχη τους εναντίον των ασυνείδητων.
Γεια σου στη Νάπολη. Τόσο που στερηθήκαμε τα ταξίδια, ξαναβρήκαμε την πρωτογενή χαρά του ταξιδιώτη. Εκείνη η ταράτσα που περιέκλειε το σύμπαν όλο. Το γέλιο του Ηλία και η φράση του, «καρντασίνα μου». Οι χασομέρικες βόλτες «έτσι!» χωρίς Google map στα στενοσόκακα, η συνύπαρξη των μπουγάδων, ο ταξιτζής στο χάος, τα στρουμπουλά παιδάκια, ασπρόμαυρης ταινίας, στο λιμάνι. Οι λεμονιές στο Ποζιτάνο, τα γκρέμια στο Αμάλφι. Μα πάνω από όλα, ο Βεζούβιος. Ως υπενθύμιση ενός «Ανά πάσα ώρα και στιγμή». Ετσι ακριβώς… Οπως και ζω τη ζωή.
Γεια σου στα πιο συγκινητικά γενέθλια που έζησα! Ωραία υπόθεση η γυναικεία φιλία. Θέλει, βέβαια, τα χρόνια της! Πολύτιμο το δώρο της Αννας. Εκείνο το τεράστιο κουτί με τα εξήντα κουτιά μέσα του. Οσα τα χρόνια μου. Και κάθε ένα από αυτά, ένα κομμάτι της ζωής μου σε περίληψη. Λέξη λέξη… Με βρήκε! Σε όλες μου τις κρυψώνες! (Οι γραφιάδες κρυβόμαστε πίσω από τις λέξεις). Ακόμα βουρκώνω στην ανάμνηση εκείνου του σπιρτόκουτου με μια αμυγδαλιά και απόσπασμα από το κείμενό μου «Γυναίκα χωρίς φύλλωμα». Ακόμα σφίγγει κόμπος για εκείνο το παλιομοδίτικο ανδρικό μαντίλι, εμβαπτισμένο στην κολόνια «Eau Sauvage». Τι έζησα! Με θυμάμαι αυτόματα να σκέφτομαι «Πώς θα καταφέρω να της ανταποδώσω τέτοιο δώρο;». Οι δοτικοί είναι ενοχικοί στο να λαμβάνουν. Εκλεισα τα μάτια και βούτηξα στα νερά της ευγνωμοσύνης. Κάποτε μπορείς και να απολαύσεις.
Γεια σου στην πορεία του δράματος, της μη αγκαλιάς και σε όσους σπάνε τον κλοιό τού αναγκαστικού «εμπάργκο» της. Το έχετε προσέξει; Αρχικά υποστήκαμε τον «ευνουχισμό» με καρτερία. Μα πέρασε τόσος καιρός πια! Μας παρατηρώ… Σαν να μην αντέχουμε άλλο! Στο δευτερόλεπτο παίρνονται οι αποφάσεις. Μάτι με μάτι και από καρδιάς. Ή που θα μείνεις μάρμαρο επικαλούμενος τον κορονοϊό ή που θα χυθείς. Άι στην ευχή! Τι ωραίο αυτό το «Άι στην ευχή!».
Γεια σου και στα τσακίδια στην απενοχοποίηση της κακίας, της μοχθηρίας, των μαύρων ζουμιών. Από το μαύρο χάραμα δουλεύουν στα μέσα. Πρώτη φορά στην Ιστορία της ανθρωπότητας πληρώνονται άνθρωποι για να ξερνάνε μαύρα ζουμιά και να είναι και περήφανοι για το επάγγελμά τους. Είναι, δηλαδή, αναγνωρίσιμοι μοχθηροί. Είναι διάσημοι σκατόψυχοι. Πάμε καλά; Πάμε καλά;
Γεια σου –και στα τσακίδια– στην αλαζονεία της κάθε εξουσίας. Ημουν και πάλι έτοιμη να γράψω για τα χαΐρια του, αλλά διαβάζοντας το ύφος της απάντησής του προς τους δημότες του, τον συμπόνεσα. Αυτός, είπα, θα καεί μόνος του. Ασ’ τον! Κι αν έχουμε δει τέτοιους…
Γεια σου στο πλήθος που εισέβαλε στον Λευκό Οίκο και στην αλλαγή της φρουράς. Από τον Τραμπ στον Μπάιντεν. Αλλά οι αλλόφρονες που εισέβαλαν δεν εξατμίζονται. Υπάρχουν. Βράζουν κάτω από καπάκια. Ο κόσμος νοσεί. Και δεν παίρνουμε στα σοβαρά καμία νόσο πλην του κορονοϊού.
Γεια σου στην Κεραία «μου» και στην ευκαιρία που μου δόθηκε. Επεισόδιο το επεισόδιο. Κάθε συνομιλητής μου, βαθιά στην καρδιά μου. Οι ιστορίες τους, κάρβουνο ευθύνης στη συνείδησή μου. Κάθε συνομιλία με οδήγησε σε άλλο μονοπάτι σκέψης. Γνώρισα τον κόσμο της αλληλεγγύης. Πόσα γίνονται που δεν τα γνωρίζουμε! Πόσες χώρες έχει η χώρα μου! Τι θαύματα συντελούνται σε τούτη τη, μια σταλιά, πατρίδα. Πόσα ανθίζουν ήσυχα.
Γεια σου στους συνεργάτες που με εμπιστεύτηκαν και στήριξαν το εγχείρημά μου. Που προφύλαξαν τον επαγγελματικό-ερασιτεχνισμό μου (δεν είναι ώρα να σας εξηγήσω τον όρο). Γεια σου σε ‘κείνη την ταράτσα στα Εξάρχεια και στις ώρες του μοντάζ. Πόσο αγάπησα τη διαδικασία!
Γεια σου στα 12+12 επεισόδια. Η «εικόνα» δεν είναι για χόρταση. Τρέμω μην και μου μπερδέψει το βήμα.
Γεια σου στους γοητευτικούς. Τους έχω ανάγκη. Τι να μου λένε οι ωραίοι; Ηλπιζε γοητεία. Το μόνο ρήμα που δεν σηκώνει προστακτική. «Αγάπα με, αγκάλιασέ με, φίλα με», ναι. Αλλά «Γοήτευσέ με»; Οταν χαθεί… Χαμένη. Οταν δεν το βρω, άδεια.
Γεια σου στη Θράκη. Εναν τόπο ψηφιδωτό. Μια παρέα γυναίκες-κορίτσια. Τι σπουδαίο να διατηρείς το κορίτσι μέσα σου! Που κρατάνε γερά το τιμόνι της ζωής τους. Και συνάντησαν εκείνες τις γυναίκες με τα σταυρωτά χεράκια, τις εξ αναγκασμού υπάκουες. Αυτές που υπομένουν. Μέσα μου έμειναν οι δυο κόσμοι.
Γεια σου και Θεέ μου! Στις γυναικοκτονίες – 17 γυναικοκτονίες το 2021. Από την Καρολάιν έως την Τζεβριέ. Τι τραγικό το κρίμα! Πώς μου το είπε; «Μη με ρωτήσεις γιατί έμενα μαζί του. Ρώτα με πώς έφυγα». Ας βοηθήσουμε το βήμα. Να φύγουν.
Γεια σου στη βία. Το τσουνάμι της πανδημίας. Τι βλέπουν τα παιδιά… Σε τι εκπαιδεύονται τα παιδιά… Ποια σκυτάλη πήραν τα παιδιά στη βία…
Γεια σου στη συναυλία με μαέστρο τον Ντάνιελ Μπάρενμποϊμ στο Μέγαρο Μουσικής. Μα-γεύ-τη-κα!
Γεια σου –και στα τσακίδια– σε όλα τα αμόρφωτα και τα άλαλα που επιλέγονται από παράγοντες να παίξουν τους κριτές διαλαλώντας την αμορφωσιά τους. Δεν ντρέπονται;
Γεια σου στο Συνεβρό. Ταξιδέψαμε στο όνειρο, δυο μέρες που όλα έμοιαζαν με όνειρο. Σας λατρεύω, βρεεεε!
Γεια σου στις τυχαίες συναντήσεις μου μαζί σας. Στα ενθαρρυντικά σας λόγια, στην ευγένεια. Αγαπημένοι μου αναγνώστες, αγαπημένοι τηλεθεατές-αναγνώστες… Και η εικόνα γραφή είναι. Τι τιμή αξιώνομαι! Και τι ενδιαφέρον εκείνο το επαναλαμβανόμενο «Είστε φυσιολογική». Εχει την πλάκα του να αναρωτιέμαι «Από πότε, ρε γαμώ το, έγινε σπάνια περίπτωση η φυσιολογικότητα των ανθρώπων»;
Γεια σου στον Πρωθυπουργό, που από την πρώτη μέρα της πρωθυπουργίας τού έτυχε να διαγωνιστεί σε «δέκαθλο» και κάνει το καλύτερο που μπορεί. Ο,τι και να λέμε… Εξω από τον χορό πολλά τραγούδια λέγονται…
Γεια σου στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Μας κέρδισε.
Γεια σου στο εμβόλιο και σε όσους πιάνονται από το χέρι της επιστήμης. Προχωρούμε με έγνοια τον εαυτό αλλά και τον διπλανό μας.
Γεια σου σε όσους χάθηκαν. Τι απέραντο κρίμα τόσοι θάνατοι εν καιρώ ειρήνης! Για ένα άδειο «πουκάμισο», έναν εγωισμό, έναν ξερολισμό, ένα πείσμα. Τι κρίμα!
Γεια σου στο Ρεάκι με τα μαλλιά στα μάτια, έτσι που να μην ξεχωρίζεις το μπρος από το πίσω, στη Βικτώρια όταν χαμογελάει στο χαμόγελό μας, στην Εριέττα όταν δημιουργεί ταινίες, στον Μάξιμο με νερό στα μαλλιά και κοστούμι, στο Λιλάκι για καθέναν από τους εκατό της ρόλους, στον Γιωργάκη όπως σοφά μεγαλώνει, στον Αρούλη σαν σύζυγο και πατέρα, στο Μονικάκι σαν σύζυγο και μητέρα, στον Κώστα έτοιμο για το πέταγμά του. Στις σχέσεις και στις αναμνήσεις. Σ΄αυτόν που έχω στο πλευρό μου συνοδοιπόρο και ντύνεται κάθε χρονιά Άι-Βασίλης. Και μπορεί τα παιδιά να πονηρεύονται ή να κοροϊδεύουν (ανάλογα την ηλικία) ότι δεν υπάρχει αλλά εγώ πιστεύω, πιστεύω, πιστεύω! Ότι υπάρχει.
Γεια σου στη ζωή και στα τρυφερά μας ψέματα. Και η ζωή… Τι νομίζετε; Σαν ψέμα.
Και του χρόνου, αγαπημένοι μου.