| InTime News / Creative Protagon
Απόψεις

ΣΥΡΙΖΑ: το πιο συναινετικό (και περιθωριακό) ντιμπέιτ

Δεν υπήρχαν πολιτικές διαφορές. Υπήρχαν διαφορές ύφους. Ο Γκλέτσος ήταν ένα λαϊκό αγόρι επαρχίας που κομπιάζει, κάνει λάθη και δεν έχει καν φροντίσει την εικόνα του, ο Πολάκης ο γνωστός ξερόλας που έχει αποκτήσει ηγετικό τουπέ, ο Φάμελλος γνήσιος κουκουεδογενής με ξύλινο λόγο και ο Φαραντούρης ένας ψευδοτεχνοκράτης πολιτευτής. Η άλλη διαφορά ήταν στη γραβάτα
Αλέκος Παπαναστασίου

Το debate, «όπως του ΠΑΣΟΚ», με το οποίο οι τέσσερις υποψήφιοι για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ (Απόστολος Γκλέτσος, Παύλος Πολάκης, Σωκράτης Φάμελλος, Νικόλας Φαραντούρης) υποτίθεται ότι θα διασταύρωναν τα ξίφη τους, εξελίχθηκε σε έναν βαρετό μονόλογο, στον οποίο θαρρείς και οι τέσσερις υποψήφιοι έδιναν εξετάσεις σε ένα φανατικό ακροατήριο για να αποδείξουν ότι είναι ΣΥΡΙΖΑ.

Το απέδειξαν. Είναι ΣΥΡΙΖΑ, με ό,τι μπορεί αυτό να σημαίνει: συνεχίζουν να προωθούν τα παλαιάς κοπής αριστερά κλισέ που οδήγησαν στην αξιοθρήνητη διακυβέρνησή τους, στις ελληνοτουρκικές σχέσεις έχουν επιστρέψει στις θέσεις του πατριωτικού ΠΑΣΟΚ, στη διεθνή πολιτική ως κομμουνιστογενείς ξαναζεσταίνουν τα ψυχροπολεμικά αντανακλαστικά του αντιδυτικισμού που πάντα διακινούσε η κομμουνιστική Αριστερά μιλώντας για «γενοκτονία στη Γάζα» και ζητώντας κάτι σαν χρυσή ουδετερότητα στη σύγκρουση Ρωσίας-Ουκρανίας, στην ανθρωπογενή κλιματική αλλαγή υιοθετούν τον οικολογικό λαϊκισμό του συνθήματος «Λεύτερα βουνά χωρίς αιολικά» ενώ στην οικονομία έχουν μια σειρά έμμονες ιδέες που οδηγούν ξανά στην αρχή του 2015 – με πιο εμφατική, την ιδέα ενός κρατικού χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, το οποίο θα αποκτήσουν εθνικοποιώντας αυτή τη φορά την Εθνική Τράπεζα. Επίσης, η κόλαση είναι οι άλλοι. Για όλα, δηλαδή, φταίει ο Μητσοτάκης. Και για τη συρρίκνωση της Αριστεράς, και ο Κασσελάκης.

Με σύμφωνους και τους τέσσερις σε αυτή τη γραμμή, απορώ γιατί το χθεσινό το είπανε debate. Ήταν μια δημόσια επίδειξη σύμπνοιας τεσσάρων που διεκδικούν μερίδιο εξουσίας σε ένα κόμμα που έχει τελειώσει και ίσως, στο βάθος, αλλά στο πολύ βάθος, μια άπελπις προσπάθεια κλεισίματος του ματιού στη Νέα Αριστερά, μήπως οι αποχωρήσαντες του ΣΥΡΙΖΑ επανακάμψουν «στο μαντρί» προκειμένου να μη χαθεί η επίζηλη, από οικονομικής απόψεως, θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης – παρότι δεν ξέρω αν υπάρχει χρόνος. 

Δεν υπήρχαν διαφορές. Υπήρχαν διαφορές ύφους. Ο Γκλέτσος ήταν ένα λαϊκό αγόρι επαρχίας που κομπιάζει, κάνει λάθη και δεν έχει καν φροντίσει την εικόνα του, ο Πολάκης ο γνωστός ξερόλας που έχει αποκτήσει ηγετικό τουπέ, ο Φάμελλος γνήσιος κουκουεδογενής με ξύλινο λόγο και ο Φαραντούρης ένας ψευδοτεχνοκράτης πολιτευτής. Η άλλη διαφορά ήταν στη γραβάτα, την οποία φορούσαν τα αουτσάιντερ (μάλιστα ο Γκλέτσος μάλλον φόρεσε τη γραβάτα κάποιου προγόνου του), ωστόσο ο σκληρός πυρήνας του ΣΥΡΙΖΑ που τόσο αγαπήσαμε επιμένει στον ακτιβισμό της αγραβατοσύνης.  

Σε ένα τέτοιου τύπου πείραμα συναίνεσης, νικητής αναδείχτηκε ο Παύλος Πολάκης. Αποδείχτηκε πιο άνετος, πιο μάγκας, πιο λαϊκός, έλεγε αριθμούς που κανείς δεν μπορούσε να ελέγξει, έπαιρνε χρόνο από τους άλλους πετώντας διάφορες ατάκες σε ώρα που δεν τηρούνταν η διαδικασία και, γενικώς, είχε αρχηγικό τουπέ και ύφος πατρικό που σκέπαζε τους υπόλοιπους. Ακόμα και η μόνη ουσιαστική διαφορά πολιτικής, την αντίθεση στον αριστερό δικαιωματισμό την οποία κάποια στιγμή ανέδειξε υπό μορφή ερώτησης ο Φάμελλος, την άρνηση δηλαδή του Πολάκη να ψηφίσει το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, ο σφακιανός πολιτικός την εκμεταλλεύτηκε για λογαριασμό του, αφού μίλησε στο πιο συντηρητικό ακροατήριο της Αριστεράς, ηλικιακά και χωρικά, που είναι και το πιο σταθερό – πολίτες που δύσκολα μπορούν να κατανοήσουν τις πολιτικές της ταυτότητας και τις προτεραιότητες του δικαιωματικού ακτιβισμού. 

Ένα άλλο στοιχείο που δεν προσέχτηκε ιδιαίτερα στο σχολιασμό ήταν η εμμονή πρωτίστως του Πολάκη σε αυτό που θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε «ηδονή της τιμιότητας». Συνεχώς, από την αρχή του τηλεοπτικού σόου, ο Πολάκης έφτιαξε νέο αμπαλάζ στο ηθικό πλεονέκτημα, επιμένοντας για την τιμιότητα και την καθαρότητα του ΣΥΡΙΖΑ – πλην Κασσελάκη, ο οποίος παρουσιάστηκε ως απατεώνας, όχι ως πολιτικός απατεώνας αλλά ως κοινός απατεώνας. Μετά τον Μιχαλολιάκο της Χρυσής Αυγής, ο Πολάκης είναι ο πρώτος πολιτικός που διαλαλεί «δεν κλέψαμε» και υπόσχεται την εκ νέου ανατολή των καθαρών. 

Με τούτα και με τ’ άλλα, πέρασε μια ανέφελη τηλεοπτική βραδιά. Ήταν μια παραγωγή που είχε διαφημιστεί ως έγχρωμο-σινεμασκόπ, αλλά τελικά μας βγήκε γουέστερν-σπαγγέτι. Δεν πειράζει, καμιά φορά και οι δευτεροκλασάτες παραγωγές έχουν κι αυτές την πλάκα τους.