Η κεντρική ιδέα του Σβίτερς για τη δημιουργία των κολάζ ήταν πως η τέχνη μπορεί να αναδυθεί μέσα από τη χρήση αντικειμένων που έχουν καταστραφεί, παλιώσει, ή περιπέσει σε αχρηστία, όπως πέτρες, φελλοί μπουκαλιών, σπίρτα, πανιά, ερωτικά γράμματα, σελίδες από βιβλία προσευχών, ή και φορολογικές δηλώσεις, που χρησιμοποιούσε στους περίφημους «ντανταϊστικούς» πίνακές – κολάζ του. Εδώ όμως παρουσιάζω μία ουσιαστικά αντίστροφη ιδέα – πώς μουσικά αποσπάσματα μπορούν να αποδώσουν μία πολιτική ιστορία τεσσάρων ετών, επιστρατεύοντας σκηνές από όπερες και ροκ.
Η τετραετία ξεκίνησε με τη θριαμβευτική είσοδο του Τσίπρα στην κυβέρνηση με στόχο να καταργήσει τα μνημόνια και υποσχόμενος τα πάντα με το «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» (που κατέληξε στα αντίθετα ή και χειρότερα αποτελέσματα). Κάπως έτσι μπαίνει θριαμβευτικά στο ιταλικό χωριό ο Ντουλκαμάρα, στην αρχή της όπερας του Ντονιτσέτι «Το ελιξίριο του έρωτα», ένας (δήθεν θαυματουργός) φαρμακοτρίφτης που πουλάει ένα (υποτίθεται) πανίσχυρο φάρμακο για όλες τις αρρώστιες και όχι μόνο. Όταν ο νεαρός Νεμορίνο, τον ρωτάει αν έχει και το περίφημο φίλτρο που έκανε τον Τριστάνο να κερδίσει τον έρωτα της Ιζόλδης, αυτός τον εξαπατά, πουλώντας του για μαγικό φίλτρο ένα μπουκάλι κρασί (όμως τον κάνει βραχυπρόθεσμα ευτυχισμένο)
Η είσοδος του Ντουλκαμάρα στην 5η σκηνή της πρώτης πράξης – Εδώ με τον μπάσο Ildebrando d’Arcangelo και τον τενόρο Rolando Villazón σε παραγωγή του 2005 στη ΜΕΤ – Udite! – Dottore perdonate»
Ο Ντουλκαμάρα υπόσχεται τα πάντα και οι χωρικοί τον επευφημούν και πιστεύοντας αυτά που λέει ότι κάνει τον θαυμάζουν, ενώ στη συνέχεια ο Νεμορίνο του δίνει τα τελευταία του χρήματα λέγοντας μάλιστα ότι τον έστειλε ο Θεός για να τον σώσει με το θαυματουργό του φάρμακο. Υποσχέσεις χωρίς αντίκρισμα, που έχουν όμως (πρόσκαιρη) επιτυχία, κοινό θέμα στην όπερα και στην πολιτική.
Τι έγινε όμως μετά την πρώτη επιτυχία; Η κεντρική ιδέα που καθοδήγησε την πολιτική της κυβέρνησης του πρώτου εξαμήνου (Τσίπρα Βαρουφάκη) ήταν πως θα εκβιάσουμε τους δανειστές. Γιατί το πρόβλημα της Ελλάδας ήταν και πρόβλημα του ευρώ, άρα και δικό τους – και η Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν σα να τραγουδούσε When things go wrong, όταν τα πράγματα πάνε άσχημα Go wrong with you, πάνε άσχημα με σένα It hurts me, too. Αυτό πληγώνει κι εμένα στίχους από το It hurts me too, ένα χιλιοπαιγμένο μπλουζ που του έδωσε την τελική μορφή ο Elmore James (εδώ σε Live εκδοχή από τον Eric Clapton)
Αν όμως η ιδέα του εκβιασμού της ΕΕ από το ίδιο το ελληνικό πρόβλημα έπειθε πολλούς στην Ελλάδα, δεν φαινόταν να ισχύει το ίδιο και στο εξωτερικό, όπου παιζόταν και το πραγματικό παιχνίδι.
Αυτό που βασάνιζε την ελληνική ηγεσία ήταν πλέον να καταλάβουν τι συμβαίνει – όπως ακριβώς το περιέγραψε ο Ρόρι Γκάλαχερ με το συγκρότημά του, τους Taste στο What’s Going On.
What’s going on /Τι συμβαίνει εδώ;
Can you correct my vision?/Μπορείς να μου διορθώσεις την άποψή μου;
Helping my decision/ Βοηθώντας την απόφασή μου;
…
What’s going on /Τι συμβαίνει εδώ;
Everyone acts crazy / Ολοι ενεργούν παρανοϊκά
Yes or no means maybe/ Και το ναι ή όχι σημαίνει ίσως
Και να λοιπόν που, απέναντι σ’ αυτή την αμφισημία με τη διαπραγμάτευση με τους δανειστές, αποφασίζει ο Αλέξης να μεταθέσει στο λαό το ερώτημα του Γκάλαχερ: Ναι ή Όχι λοιπόν (χωρίς να έχει σημασία σε τι ακριβώς, όπως και στο τραγούδι).
Το Όχι προπαγανδίζεται από την κυβέρνηση σαν η ηρωική μάχη εναντίον των δανειστών με την ενθουσιώδη υπερψήφιση στην Ελλάδα (χωρίς ωστόσο οι υποστηρικτές του να το συνοδεύουν με ο,τιδήποτε θα μπορούσε να θυμίζει ανάλυση των συνεπειών του) και έτσι οδηγεί (όπως μπορούσε να προβλέψει όποιος είχε στοιχειώδη γνώση των πραγμάτων) στην απόφαση της Μέρκελ να ζητήσει την αποπομπή της Ελλάδας από τη νομισματική Ένωση και όχι μόνο. Έτσι από την ιστορική νίκη του Όχι στο δημοψήφισμα φτάσαμε στην ιστορική ήττα του τρίτου μνημονίου, της δέσμευσης του συνόλου της κρατικής περιουσίας, και τόσων άλλων. Αυτή η τόσο ξαφνική αλλαγή κατάστασης από θριαμβευτικές ιαχές σε ήττα μου θυμίζει τον Τροβατόρε του Βέρντι. Εκεί ο Τροβατόρε με μία (φημισμένη) άρια, Di quella Pira, σε ύφος εμβατηρίου, καλεί σε επίθεση και νίκη, ενώ στην αμέσως επόμενη σκηνή βρίσκεται αιχμάλωτος του εχθρού του, στην φυλακή.
(επιλέγω εδώ την εκτέλεση με τον Franco Corelli)
Και να σκεφτεί κανείς ότι το λιμπρέτο του Τροβατόρε θεωρείται ένα από τα πιο αδύναμα στην ιστορία της όπερας για τις απότομες εναλλαγές του, όπως αυτή, γιατί υποτίθεται ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί στην πραγματικότητα. Και όμως, έγινε κι αυτό δυνατό…
Στη συνέχεια ήρθαν οι εκλογές και η πλειοψηφία του κόσμου ψήφισε και πάλι ΣΥΡΙΖΑ, παρά την πλήρη αποτυχία του πρώτου εξαμήνου. Ήταν πολύ ισχυρή η τάση επιστροφής στο χθες (το χθες των παροχών σε μία μη ανταγωνιστική οικονομία στηριγμένη στον ξένο δανεισμό και τις επιδοτήσεις). Μια κατάσταση που είχαν περιγράψει οι Beatles σε ένα από τα πιο επιτυχημένα τραγούδια όλων των εποχών, το Yesterday.
«Χθες, όλα τα προβλήματα μου φαίνονταν (να είναι) τόσο μακριά
Τώρα είναι σαν να έχουν έρθει για να μείνουν
Ώ, πιστεύω στο χθες»
Όπως λοιπόν είχα γράψει παλιότερα στο Protagon, απέναντι στο ζοφερό μέλλον, πολλοί προτιμούν να μιλάνε για το μέλλον κοιτώντας το παρελθόν, πιστεύοντας ότι το χθες είναι ο χαμένος παράδεισος, όχι γιατί τότε δεν υπήρχαν προβλήματα, αλλά επειδή αρνούνταν πεισματικά να τα αναγνωρίσουν. Το ίδιο άλλωστε συνεχίζουν να πιστεύουν και τώρα, θεωρώντας ότι για την επιστροφή στον χαμένο παράδεισο του χθες, αρκεί η περίφημη «πολιτική» βούληση.
Τελικά το παρελθόν παρέμεινε προσδοκία (!), όμως η κυβέρνηση συνέχισε το δρόμο της, που χαρακτηρίστηκε από έλλειψη αυτοκριτικής και πολλά λάθη, αστοχίες, άγνοια και αμηχανία. Ο Frank Zappa περιγράφει αυτή τη συμπεριφορά με τον «dancing fool» που δεν ξέρει πώς να χορεύει, αλλά αυτό δεν τον πτοεί και είναι συνέχεια στη ντίσκο (1978 γαρ) τραγουδώντας στο ρεφραίν: The beat goes on and Ι am so wrong (το μπιτ συνεχίζει κι εγώ είμαι τόσο λάθος).
Όμως, πέρα από αυτά, η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ και του συμμαχικού ΑΝΕΛ εναντίον των αντιπάλων τους, δημιούργησε μία τοξική ατμόσφαιρα, ξεκινώντας από το «θα τους τελειώσουμε ή θα μας τελειώσουν αυτοί». Αυτή την ατμόσφαιρα περιγράφει με ενάργεια ο Ροσίνι στην περίφημη άρια «La calunnia e un venticello» στον Κουρέα της Σεβίλης, εστιάζοντας στο πώς η συκοφαντία απλώνεται σιγά σιγά και όταν ριζώσει τότε γίνεται τόσο ισχυρή σαν χτύπημα κανονιού, από το οποίο δεν μπορεί να γλιτώσει ο δυστυχής συκοφαντημένος. (Κρατείστε την αναλογία με τα fake news και τις βιαστικές αναπόδεικτες κατηγορίες, όπως με την Novartis) – εδώ η άρια με τον διάσημο μπάσο Νικολάι Γκιαούροφ, σε παραγωγή της όπερας της Ζυρίχης το 2001.
Φθάνοντας προς το τέλος άρχισε να τρίζει η συμμαχία με τους ΑΝΕΛ περνώντας σε μία κατάσταση που περιγράφεται από τη μεγάλη επιτυχία του Ελβις Πρίσλεϊ, Suspicious Minds, όπου τονίζεται χαρακτηριστικά πως δεν μπορούμε να συνεχίσουμε μαζί, με καχύποπτα μυαλά (We can’t go on together, with suspicious minds), όπως είχα παρουσιάσει τον περασμένο Οκτώβριο στο Protagon.
Και ήρθε η ήττα στις ευρωεκλογές, όπου θυμήθηκαν ότι είχαν ξεχάσει τη μεσαία τάξη. Εδώ τα έγραψε ωραία ο Γιαννακίδης, γι αυτό το μόνο που θα μπορούσα να προσθέσω είναι ο στίχος «Γράψε κάτι που να πιάνει τη μεσαία τάξη Γιάννη», από την «Ιστορία» του Γιάννη Λογοθέτη, που αποδίδει την προσπάθεια προεκλογικών παροχών τελευταίας στιγμής.
Τελειώνοντας, καθώς τις προεκλογικές παροχές διαδέχθηκαν απειλητικά παραμύθια όπου ο Τσίπρας έκανε μια ανάμειξη του κακού λύκου της Κοκκινοσκουφίτσας με τα τρία γουρουνάκια, σκέφθηκα να παρουσιάσω ένα σχετικά άγνωστο δίσκο – ένα άλλο παραμύθι με λύκο και αυτό – τον Πέτρο και τον Λύκο – αλλά σε ροκ εκδοχή. Μια παραγωγή του 1975 με πολλά διάσημα ονόματα από το χώρο του ροκ όπως ο Phil Collins, ο Gary Moore, o Brian Eno, o Alvin Lee, o Bill Bruford, ο Manfred Mann με τον Stephane Grapelli στο βιολί. Να ένα απόσπασμα