Παρακολουθώντας την κουβέντα των ημερών για τον Σημίτη και τον Καραμανλή, στεκόμαστε μπροστά σε ένα ενδιαφέρον και συνάμα παράδοξο φαινόμενο του πολιτικού μας σύμπαντος. Ανατρέχοντας στα πεπραγμένα τους στο Μέγαρο Μαξίμου, βλέπουμε ότι μπορούμε να κρατήσουμε τα πρόσωπα και να αλλάξουμε τα κόμματα. Να βάψουμε τον Σημίτη γαλάζιο και τον Καραμανλή πράσινο. Και μετά, αν πάμε λίγο πιο πέρα, όπως μία κυρία που μόλις άλλαξε ρούχα και κοιτάζεται στον καθρέφτη, θα συμφωνήσουμε ότι ο νέος συνδυασμός ταιριάζει καλύτερα.
Ω, ναι. Ο Σημίτης θα μπορούσε κάλλιστα να ηγείται της συντηρητικής παράταξης, προτάσσοντας στη ρητορική του τον «εκσυγχρονισμό» (ό,τι και αν σημαίνει αυτό), φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις, ιδιωτικοποιήσεις και προσήλωση στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας. Και ο Καραμανλής, από την άλλη, βάζοντας τα πόδια του στα ίχνη του Ανδρέα, να εργάζεται για το μεγάλο βαθύ κράτος, με χιλιάδες προσλήψεις και δημοσιονομική ανεμελιά.
Ο ένας Κώστας, ο Σημίτης, να ανοίγει το γραφείο του, σαν αστικό σπίτι παλαιάς κοπής, για να δεχθεί ευχές με την ευκαιρία της ονομαστικής του εορτής. Και ο άλλος Κώστας να το γιορτάζει με παϊδάκια, κρασί και φίλους σε ταβέρνα. Ο Σημίτης μας έβαλε στο ευρώ, ο Καραμανλής μας έδειξε χαρούμενους τρόπους για να τα ξοδεύουμε. Συχνά οι πολίτες συγκρατούν μόνο εκείνα με τα οποία πέρασαν καλά.
Αυτή την αντιστροφή των κομματικών χρωμάτων διέκρινε ο ΣΥΡΙΖΑ και αγάπησε τον Καραμανλή, μισώντας βαθιά, σε βαθμό Πολάκη, τον Σημίτη. Διότι ο Καραμανλής είναι, στην πραγματικότητα, παλιό καλό ΠΑΣΟΚ, αυτό που πόθησε να αντιγράψει ο Τσίπρας. Ενώ, από την άλλη, ο Σημίτης συγγενεύει περισσότερο με τον Μητσοτάκη. Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ επιτίθεται στον Σημίτη, προσφέροντας παράλληλα στέγη στα «ορφανά» του, εκφράζει την αποστροφή του προς όλα όσα εξέφρασε ιδεολογικά ο πρώην πρωθυπουργός. Η δε προσέγγιση με τον Καραμανλή μπορεί και να μην είχε καμιά κρυμμένη ουρά με σκοπό το διεμβολισμό της ΝΔ. Απλώς μιλούν διαφορετικές διαλέκτους της ίδιας γλώσσας.
Τώρα βέβαια άνοιξε πάλι η κουβέντα, μετά το άρθρο Σημίτη που ελέγχει, όχι τόσο αυστηρά όσο επιγραφόταν στον τίτλο της εφημερίδας, τους χειρισμούς Καραμανλή στα ελληνοτουρκικά. Και εδώ αποτυπώνεται ακόμα μία σημειολογική διαφορά στο ύφος των δύο. Οταν μιλάει ο Σημίτης, ανοίγουν συζητήσεις. Όταν μιλάει ο Καραμανλής, ανοίγουν στόματα. Από έκπληξη.