| CreativeProtagon/Intimenews
Απόψεις

Εκλογικά σενάρια θερινής νυκτός

Μητσοτάκης και Ανδρουλάκης έχουν ένα σημαντικό κοινό: Καθοδηγούνται από τις δεύτερες σκέψεις τους. Ο Πρωθυπουργός επιδιώκει αυτοδυναμία, αλλά θα τον βόλευε ίσως περισσότερο μια καλής θελήσεως συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ. Ο κ. Ανδρουλάκης επιδιώκει να πετύχει το ταβάνι ώστε να είναι επιδραστικός
Γιάννης Δατσέρης

Το πολιτικό μας σύστημα έφυγε ή φεύγει για το ελληνικό καλοκαίρι, παίρνοντας μαζί του και το δημοσκοπικό απολογισμό της περιόδου. Στο Poll of Polls του Politico, δηλαδή στη παρουσίαση της συνισταμένης όλων των πρόσφατων δημοσκοπήσεων για την Ελλάδα που αφορά τις εκλογικές τάσεις ως προς τις εθνικές εκλογές οι προβλέψεις κατά τον Ιούλιο δίνουν: Νέα Δημοκρατία 36%, ΣΥΡΙΖΑ 26%, ΠΑΣΟΚ 14%.

Η πολιτική περίοδος ξεκίνησε πέρυσι τον Σεπτέμβριο με Νέα Δημοκρατία 42%, ΣΥΡΙΖΑ 27%, ΠΑΣΟΚ 8%. Ειρήσθω εν παρόδω τα άλλα κόμματα στο δεξιό πολιτικό φάσμα πέραν της ΝΔ αθροίζουν πλέον 7-8%, ισχυροποιημένα σε σχέση με το 5-6% του 2021. Ενώ η Αριστερά πέραν του ΣΥΡΙΖΑ μένει σταθερή.

Πώς αντέδρασε η προπαγάνδα των κομμάτων στα ευρήματα. Η ΝΔ με τη διαπίστωση ότι είναι μακριά από τον αντίπαλό της, κοντά στην αυτοδυναμία, ιδίως σε επαναληπτική εκλογή, και μόνον μια αυτοδύναμη κυβέρνηση μπορεί να εγγυηθεί τη σταθερότητα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ αμφισβήτησε την αντικειμενικότητα των δημοσκοπήσεων, αντιθέτως με αυτές ο ίδιος βλέπει συσπείρωση των δυνάμεών του και διαρκή διολίσθηση των κυβερνητικών δυνάμεων, συνιστώσες που σύντομα θα φέρουν πρώτο κόμμα τη σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση.

Το ΠΑΣΟΚ δημιούργησε μια θεωρία συνωμοσίας: Μας επιτίθενται οι συστημικές δυνάμεις για να ανακόψουν την θεαματική αύξηση της επιρροής μας, γιατί οι ελίτ δεν θέλουν την εφαρμογή ενός σοσιαλδημοκρατικού προγράμματος.

Η πραγματικότητα που τους οδήγησε σε αυτές τις τακτικές είναι άλλη. Η ΝΔ θέλει να αποκρύψει ότι μετέπεσε δημοσκοπικά από την άνετη αυτοδυναμία σε μια ζώνη πρόθεσης ψήφου που δεν επιτρέπει τέτοια όνειρα. Με την επανεμφάνιση του ΠΑΣΟΚ και τη νέα ηγεσία του η πολιτική κατάσταση τριγωνοποιήθηκε και οι συσχετισμοί είναι εις βάρος της. Οι επιτελείς της, και όχι μόνον αυτοί, πίστευαν πως το ΠΑΣΟΚ, θα επανέφερε ψηφοφόρους του κυρίως από το ΣΥΡΙΖΑ, μη λαμβάνοντας υπόψη την εμβέλεια των αντι-λαϊκιστών κεντρώων. Αυτοί και η νεολαία ενισχύουν το σημερινό ΠΑΣΟΚ μετακινούμενοι από διάφορες κινήσεις, δίκτυα κλπ, «τον καναπέ» τους, ή τη δανεική υπερψήφιση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Τώρα στη ΝΔ πυκνώνουν τις κινήσεις νέου διεμβολισμού του ΠΑΣΟΚ και επιλέγουν την παράταση της προεκλογικής περιόδου, θεωρώντας πως ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν έχει την ωριμότητα και το αφήγημα για να αντέξει.

Στο ΣΥΡΙΖΑ έχουν διαβάσει πολύ καλά πως από το ΠΑΣΟΚ, για την ώρα, δεν κινδυνεύουν σοβαρά. Η μετακίνηση ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ προς αυτούς έχει περισσότερο μόνιμα χαρακτηριστικά γιατί αφορά πολίτες που είναι βαθιά επηρεασμένοι από τον σύμφυτο λαϊκισμό του ΠΑΣΟΚ που μετακινήθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτοί θα κλονιστούν μόνον αν το ΠΑΣΟΚ αποκτήσει δυναμική δεύτερου κόμματος, δηλαδή αν ή όταν μπορέσει να συγκεντρώσει πάνω από 17%. Το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι στον πυρήνα του είναι ένα αριστερίστικο μετακομμουνιστικό κίνημα, του οποίου τη ρητορική, την αισθητική και το αφήγημα δεν αποδέχεται, έως απεχθάνεται, μια ευρύτατη πλειοψηφία που έχει αποστραφεί τον λαϊκισμό. Στις κρατούσες συνθήκες δεν μπορεί να δημιουργήσει δυναμική πρώτου κόμματος. Ευελπιστεί μόνον στην κατάρρευση της ΝΔ.

Ας αφήσουμε την προπαγάνδα και την επιτηδευμένη-σκόπιμη ασάφεια στους πολιτικούς και ας τεθεί το κεντρικό θέμα των επικείμενων εθνικών εκλογών. Θα ψηφίσουμε για να προκύψει μια κυβέρνηση που επιβάλλεται να εξασφαλίσει αρραγές το εθνικό μέτωπο, σταθερότητα και κατά το δυνατό να επιλύσει τα σύνθετα προβλήματα που συνδέονται με την ανάπτυξη και το κράτος δικαίου. Αυτή μπορεί να προκύψει με:

-Αυτοδύναμη Νέα Δημοκρατία, με ισχνότερη από τη σημερινή κοινοβουλευτική στήριξη και άρα εξαρτώμενη από τη βούληση κάθε δελφίνου, κομματάρχη, τοπικιστή βουλευτή ή όποιου πελατειακού συστήματος.

-Κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας και μικρού ακροδεξιού κόμματος. Θα ισχύουν όλα της οριακής αυτοδυναμίας σε υπερθετικό βαθμό.

-Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας με στήριξη από ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ. Απίθανη λόγω της υπόστασης του ΣΥΡΙΖΑ και της χημείας μεταξύ των δύο αρχηγών.

-Κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ. Με ευρεία πλειοψηφία, άδηλη εσωτερική ισορροπία (που θα εξαρτηθεί από το τελικό συσχετισμό δυνάμεων) και βέβαιη αμοιβαία καχυποψία.

Οσο πλησιάζουν οι εκλογές τόσο πιο καθαρό θα είναι ότι το δίλημμα και θα περιορίζεται στο εξής απλό: Αυτοδύναμη ΝΔ ή συνεργασία ΝΔ-ΠΑΣΟΚ.

Το κλειδί των εξελίξεων κρατά ο κ. Ανδρουλάκης. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, ικανότατος κομματικός ακτιβιστής, κατόρθωσε σε ένα εξάμηνο να φέρει σε πέρας την οργανωτική ανασύνταξη του κόμματός του, να επιβάλει την παρουσία τρίτου στο δικομματισμό και να επιδείξει εκλογική ετοιμότητα. Σειρά είχε και έχει η σύλληψη και εφαρμογή υψηλής πολιτικής. Κεντρικά μηνύματα, αφήγημα, πεδία αντιπαράθεσης, διαχείριση κρίσεων, προγραμματική προετοιμασία, διεθνείς σχέσεις και διπλωματική ενημέρωση. Εδώ τα πράγματα είναι προφανές ότι σκουραίνουν. Ό,τι επικοινωνεί το ΠΑΣΟΚ έχει αντιφατικά στοιχεία. Άλλοτε είναι απλοϊκά, άλλοτε ασαφή, ενίοτε εξαντλητικά λεπτομερή, ενίοτε υπάρχει αμήχανη σιωπή.

Ολα αυτά είναι απότοκα της αποφυγής ή άρνησης να ληφθεί η τελική απόφαση που βεβαίως έχει να κάνει με το θέμα των εκλογών. Το ΠΑΣΟΚ ετοιμάζεται για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα ώστε να έχει καθοριστικό ρόλο στο σχηματισμό κυβέρνησης ή επιδιώκει μια καλή εκλογική απόδοση και να παραμείνει στην αντιπολίτευση;

Αν διαβάζω σωστά τα πράγματα Μητσοτάκης και Ανδρουλάκης έχουν ένα σημαντικό κοινό. Καθοδηγούνται από τις δεύτερες σκέψεις τους.

Ο Πρωθυπουργός επιδιώκει αυτοδυναμία, αλλά θα τον βόλευε ίσως περισσότερο μια καλής θελήσεως συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ.

Ο κ. Ανδρουλάκης επιδιώκει να πετύχει το ταβάνι ώστε να είναι επιδραστικός (με ποσοστό ΠΑΣΟΚ πάνω από 13,5% η αυτοδυναμία είναι σχεδόν ανέφικτη), αλλά θα ήθελε ένα διαχειρίσιμο 13% και να μείνει στην αντιπολίτευση.

Η διαφορά τους είναι ότι ο κ. Μητσοτάκης και στις δύο περιπτώσεις θα είναι νικητής, ενώ ο κ. Ανδρουλάκης, αν χάσει το σημείο ισορροπίας, θα βρεθεί υπόλογος για στρατηγικό λάθος, πως αγνοώντας ότι ο πολίτης ψηφίζει να βγάλει κυβέρνηση κατόρθωσε να εξυπηρετήσει ταυτόχρονα τη στρατηγική τού ενός αντιπάλου του άμεσα με την επίτευξη αυτοδυναμίας και του άλλου μεσοπρόθεσμα, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει διατηρήσει τις δυνάμεις του, θα είναι υπερδιπλάσιος του ΠΑΣΟΚ και με τη σειρά του θα επιδιώξει να το καταστήσει ουραγό του.