Επί δεκαετίες, η ροπή των νέων προς την Αριστερά θεωρούταν βασικός νόμος της πολιτικής. «Αν οι άνθρωποι δεν είναι συντηρητικοί στα 40 τους, δεν έχουν μυαλό», φέρεται να (μην) είπε ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, «αλλά αν δεν είναι φιλελεύθεροι στα 20, δεν έχουν καρδιά». Από τον Τζον Φ. Κένεντι, τον Μπιλ Κλίντον και τον Τόνι Μπλερ μέχρι τον Μπαράκ Ομπάμα και τη Τζασίντα Αρντερν, οι πρωτοπόροι της Aριστεράς έχουν χτίσει πολλές φορές πολιτικές σταδιοδρομίες με την υπόσχεση του νεανικού προοδευτισμού.
Αυτή η αντίληψη είναι τόσο βαθιά ριζωμένη πολιτισμικά που θεωρείται σε μεγάλο βαθμό δεδομένη. Ομως τα εκλογικά αποτελέσματα σε πολλές δυτικές δημοκρατίες έχουν αρχίσει να καταδεικνύουν μια πολύ διαφορετική δυναμική. Στον πρώτο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών, αυτόν τον μήνα, ο Εμανουέλ Μακρόν επικράτησε οριακά (27,85%) έναντι της δεξιάς λαϊκίστριας Μαρίν Λεπέν (23,15%). Η επιτυχία του βασίστηκε όχι τόσο στη θέρμη των νέων, όσο στην επιφυλακτικότητα – και την κινητοποίηση – των μεγαλύτερων σε ηλικία ψηφοφόρων.
Μετεκλογικές μελέτες δείχνουν ότι ο Μακρόν κέρδισε άνετα μόνο μια ηλικιακή ομάδα: τους ψηφοφόρους ηλικίας 65 ετών και άνω. Η Λεπέν τον ξεπέρασε μεταξύ των ψηφοφόρων ηλικίας 25 έως 49 ετών. Και ενώ ο ακροαριστερός υποψήφιος, Ζαν-Λικ Μελανσόν, κέρδισε λίγο περισσότερο από το ένα τρίτο των ψήφων μεταξύ των νέων, η Λεπέν και ο άλλος ακροδεξιός υποψήφιος ο Ερίκ Ζεμούρ έλαβαν από κοινού ένα άνευ προηγουμένου 22% μεταξύ όλων όσοι ψήφισαν για πρώτη φορά.
Μια παρόμοια τάση φαίνεται να εκδηλώνεται σε ολόκληρη τη Νότια Ευρώπη, με τους νέους ψηφοφόρους στην Ιταλία και την Ισπανία να ρέπουν επίσης δραματικά προς τη Δεξιά. Το Vox, το ισπανικό δεξιό λαϊκιστικό κόμμα, αναδείχθηκε γρήγορα ως η τρίτη μεγαλύτερη πολιτική δύναμη της χώρας, λόγω της υποστήριξης που έλαβε όχι τόσο από στερεοτυπικούς εβδομηντάρες όσο από δυσαρεστημένους, κατά κύριο λόγο άντρες, και λιγότερο μορφωμένους νεότερους ψηφοφόρους.
Στην Ιταλία, περισσότεροι από τους μισούς νέους ψηφοφόρους υποστηρίζουν σήμερα Δεξιά κόμματα όπως τα Αδέλφια της Ιταλίας, τη Λέγκα, το κόμμα του πρώην αντιπρόεδρου της κυβέρνησης Ματέο Σαλβίνι και το Φόρτσα Ιταλία, το κόμμα του πρώην πρωθυπουργού Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Ακόμη και στις εύπορες Σουηδία και Γερμανία, η φυσική ευθυγράμμιση των νεαρών ψηφοφόρων με τα προοδευτικά κόμματα φαίνεται πως τερματίζεται. Πρόσφατες δημοσκοπήσεις στη Σουηδία δεν αποκαλύπτουν «καμία σαφή διαφορά ηλικίας» μεταξύ όσων υποστηρίζουν τους ακροδεξιούς Σουηδούς Δημοκρατικούς, πράγμα που σημαίνει ότι είναι εξίσου πιθανό να τους ψηφίσουν τόσο οι νεότεροι ψηφοφόροι όσο και οι μεγαλύτερης ηλικίας. Ενώ οι Σουηδοί Δημοκρατικοί ανέκαθεν υποστηρίζονταν κυρίως από νεαρούς άνδρες ψηφοφόρους, το ποσοστό τους μεταξύ των ψηφοφόρων ηλικίας 18-24 ετών αυξήθηκε από 7% το 2014 σε 11,8% τον Νοέμβριο του 2021.
Παρομοίως, στις ομοσπονδιακές εκλογές της Γερμανίας πέρυσι, το φιλοεπιχειρηματικό Ελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα ήταν η κορυφαία επιλογή για όσους ψήφιζαν πρώτη φορά. Και στις πρόσφατες τοπικές εκλογές στην Ανατολική Γερμανία, η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία βρήκε απαράμιλλη υποστήριξη μεταξύ των νέων. Στο κρατίδιο της Σαξονίας-Ανχαλτ, το κόμμα πήρε το μεγαλύτερο ποσοστό μεταξύ των κάτω των 30 ετών, καθώς και μεταξύ των ατόμων ηλικίας από 30 έως 44 ετών. Το ερώτημα, τώρα, είναι εάν θα καταγραφεί μια παρόμοια τάση στο πολυπληθέστερο κρατίδιο της Γερμανίας, τη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία, όταν θα διεξαχθούν εκλογές, τον Μάιο.
ΗΠΑ και Βρετανία αντιστέκονται
Σίγουρα αυτή η τάση των νέων που απομακρύνονται από την Αριστερά δεν είναι καθολική – ακόμα. Στο Ηνωμένο Βασίλειο και στις Ηνωμένες Πολιτείες οι νεότεροι ψηφοφόροι παραμένουν στο σύνολο τους προσηλωμένοι στα προοδευτικά κόμματα. Οι Δημοκρατικοί αναμένεται να επικρατήσουν μεταξύ των νεότερων ψηφοφόρων στις ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ, το φθινόπωρο. Ενώ οι μισοί ψηφοφόροι ηλικίας 65 ετών και άνω υποστηρίζουν τον Ρεπουμπλικάνο υποψήφιο στην αντίστοιχη περιφέρειά τους, αυτό το ποσοστό ανέρχεται σε μόλις 29% μεταξύ των ψηφοφόρων κάτω των 30 ετών.
Η διαρκής συμμαχία των νεότερων Αμερικανών ψηφοφόρων με τους Δημοκρατικούς μπορεί να οφείλεται εν μέρει σε πολιτικές που είναι ειδικά προσαρμοσμένες στα οικονομικά τους συμφέροντα. Κορυφαίοι Δημοκρατικοί πολιτικοί έχουν υποβάλει προτάσεις για διαγραφή του φοιτητικού χρέους και πιο δραστικές μορφές αναδιανομής του πλούτου με στόχο τον περιορισμό των οικονομικών ανισοτήτων.
Ομως, ενώ τα προοδευτικά κόμματα σε όλο τον κόσμο θα πρέπει να λάβουν υπόψη το εν λόγω επίτευγμα, αυτό δεν σημαίνει ότι μπορούν να αγνοήσουν τα διδάγματα από πρόσφατες εκλογές αλλού. Αν και οι προοδευτικοί εξακολουθούν γενικά να επικρατούν έναντι των Δεξιών σε πολλές δυτικές δημοκρατίες, η δυναμική αλλάζει. Οι τρέχουσες τάσεις υπενθυμίζουν ότι η επιτυχία στις κάλπες δεν είναι δημογραφικά προκαθορισμένη.
Οπως και οι μεγαλύτεροι ηλικίας ψηφοφόροι, οι νέοι στηρίζουν, τελικά, τους υποψηφίους που προσφέρουν πειστικές λύσεις στα πιο πιεστικά προβλήματά τους. Εάν τα προοδευτικά πολιτικά κινήματα δεν πληρούν αυτή τη βασική προϋπόθεση, μπορεί κάλλιστα να χάσουν το μακροχρόνιο πλεονέκτημά τους σε αυτήν την εκλογική ομάδα. Η αντίληψη ότι οι νέοι θα υποστηρίζουν πάντα προοδευτικούς θα καταστεί μύθος, παρά αξιόπιστο μοντέλο.
* Ο Michael Bröning είναι διευθυντής του παραρτήματος του ιδρύματος Friedrich Ebert στη Νέα Υόρκη και μέλος της επιτροπής θεμελιωδών αξιών του SPD, του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας