| CreativeProtagon
Απόψεις

Πώς το κράτος τιμά το πρώτο σχολείο του Καποδίστρια

Εν όψει των 200 ετών από την έναρξη της Επανάστασης το πρώτο σχολείο του κυβερνήτη δεν τιμάται από την Πολιτεία ούτε με όρους ιστορικότητας ούτε με όρους πολιτικούς. Και το 2015 αλλά και τώρα, σε δύο διαφορετικές περιπτώσεις διακυβέρνησης, η πολιτική τάξη αδυνατεί να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων
Αχιλλέας Ντελλής

Το 1829 το Κεντρικό Σχολείο ιδρύθηκε από τον κυβερνήτη Καποδίστρια, ως το πρώτο ανώτερο πνευματικό Ιδρυμα της χώρας για να αλλάξει πολλές ονομασίες και πολλά κτίρια στην πολυτάραχη ιστορία του μέχρι να βρει στέγη στην οδό Ανδριανού το 1ο Γυμνάσιο και στην οδό Ηπίτου το 1ο Λύκειο.

Στο σχολείο αυτό δίδαξαν σημαντικοί δάσκαλοι του γένους (Γ. Γεννάδιος, Κ. Παπαρρηγόπουλος) και φοίτησαν ηγετικές φυσιογνωμίες του δημόσιου βίου της χώρας, προσωπικότητες του πνεύματος (Κ. Δεσποτόπουλος), της ποίησης (Γ. Σεφέρης), της πεζογραφίας (Γ. Βιζυηνός), της τέχνης (Γ. Τσαρούχης), της επιστήμης (Γ. Παπανικολάου-τεστ Παπ), της δημοσιογραφίας (Χ. Πασαλάρης), της πολιτικής (Χ. Τρικούπης, Αλ. Κουμουνδούρος, Γ. Γεννηματάς). Μάλιστα πολλοί είναι δρώντες και επιτυχημένοι ως σήμερα: Γ. Μπέζος (ηθοποιός), Αν. Κόκκινος (σκηνοθέτης), Γ. Ρωμανός (τραγουδιστής), Αλ. Κωστάλας και άλλοι.

Αν έχει κάτι να μας δείξει η ιστορία αυτού του σχολείου είναι πώς μπορεί να νοηθεί η έννοια της ιστορικότητας του θεσμού σήμερα και μάλιστα του πιο παλαιού που έχουμε στην εκπαίδευση (το δεύτερο πνευματικό ίδρυμα της χώρας, το ΕΚΠΑ, ιδρύθηκε το 1837) και πώς η Πολιτεία στέκεται έναντι ενός τέτοιου θεσμού. Γύρω από αυτούς τους δύο άξονες αχνοφαίνονται πολιτισμικές και ιδεολογικές αντιλήψεις που κυριάρχησαν στο Κέντρο (το Κέντρο ως μικρογραφία της χώρας).

Μιλώντας με όρους κοινής-ευρωπαϊκής λογικής θα ανέμενε κανείς ότι ένα τέτοιο σχολείο στο κέντρο της πρωτεύουσας θα αποτελούσε βιτρίνα διεθνή για το εκπαιδευτικό σύστημά μας για όσους το επισκέπτονται από το εξωτερικό. Ανάδειξη της αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας του νεοκλασικού κτιρίου στο οποίο διέμεινε ο ιατρός Ηπίτης, αίθουσες εξοπλισμένες με όλες τις ανέσεις (προτζέκτορες, αίθουσες συνεδριάσεων), κτιριακός εξοπλισμός πρωτότυπος (π.χ. κάθε αίθουσα θα μπορούσε να έχει το ιδιαίτερο τοπικό χαρακτήρα της χώρας, νησιωτικό, βαλκάνιο, ηπειρωτικό, κ.ά.), βιβλιοθήκη.

Αντί αυτού η Πολιτεία δεν έχει ξοδέψει ούτε ένα ευρώ παραπάνω από αυτά τα γλίσχρα που κάνει, όχι όμως και το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος που πρόσφερε χρηματοδότηση 21.500 ευρώ το 2015 στο σχολείο –πιθανόν το μοναδικό από όλα τα Πρότυπα Πειραματικά Σχολεία που πήρε χορηγία σε εφαρμογή του σχετικού Νόμου της Διαμαντοπούλου. Με τα χρήματα αυτά πραγματοποιήθηκε ο ηλεκτρονικός και οπτικοακουστικός εκσυγχρονισμός και η μερική ανακαίνιση της βιβλιοθήκης, της οποίας η θεμελίωση έγινε από τον Γεώργιο Γεννάδιο (1784 – 1854) και της οποίας βιβλία έφτασαν στη σκοτεινή περίοδο 1999-2002 να μοσχοπουλιούνται στο Μοναστηράκι. Άλλα της βιβλιοθήκης λάφυρα χάθηκαν, όπως η Χάρτα του Ρήγα (μία από τις εφτά, κατά τα λεγόμενα ενός απόφοιτου του σχολείου), άλλα εξαφανίστηκαν (υπήρχε εν μέσω Χούντας μηχανή προβολής κινηματογράφου στο σχολείο), άλλα μεταφέρθηκαν σε άλλους χώρους (σπάνια και εξαιρετικά όργανα φυσικής πειραματικής υπάρχουν στο Αστεροσκοπείο Αθηνών σήμερα), όλα αυτά από την αδυναμία, κυρίως, της διοίκησης να προστατέψει και να εμπλουτίσει το σχολείο. Με κάποιο τρόπο η πολιτισμική βεβήλωση υποδηλοί την απαξίωση του δημόσιου συμφέροντος, την υπαρξιακή αβουλία του Νεοέλληνα, την ανθρωποφαγική υστερία του νεοελληνικού βίου και την αποσπασματική αντίληψη για το τι συνιστά συνέχεια στον άξονα του χρόνου και της παράδοσης.

Αλλά και η πολιτική στάση δηλοί συγκεκριμένες ιδεολογικές αντιλήψεις. Το 2015 η Πολιτεία (ή το κόμμα που κυβερνούσε τότε) προέταξε μια ιδεολογική αντίληψη του κράτους και της εκπαίδευσης. Το σχολείο του Καποδίστρια αποκλείστηκε από τη λίστα των Προτύπων Σχολείων, ενώ ήταν το πρώτο σχολείο φυτώριο αριστείας και αυτό που μαζί με τα λοιπά (Ιωνίδειος, Βαρβάκειος, Ευαγγελική) αποτέλεσαν τη λίστα των Προτύπων με νόμο της δεκαετίας του 1930 (πιθανολογούνται δύο ημερομηνίες, χωρίς να μπορεί να γίνει παραπομπή στο σχετικό νόμο: είτε το 1932, με τη μεταρρύθμιση Βενιζέλου οπότε ονομάστηκε Α’ Πρότυπο Γυμνάσιο Νέου Τύπου, είτε το 1938-στα σχολεία αυτά οι εξετάσεις ήταν πιο απαιτητικές).

Το 2020 μια άλλη κυβέρνηση υπερασπιζόμενη ένα λάθος που υιοθέτησε ως αξιωματική αντιπολίτευση στο ζήλο της να εξυπηρετήσει πελατειακά μικροσυμφέροντα διασυνδέει (στο νόμο που έδωσε στη δημοσιότητα τον Απρίλιο) προνομιακά – αριστοκρατικά, ισχυρίζεται ένας εκπαιδευτικός- συγκεκριμένους απόφοιτους Δημοτικών Σχολείων με το 1ο Γυμνάσιο και 1ο Λύκειο χωρίς να υπάρχει ιστορικό προηγούμενο στα 200 χρόνια ούτε κάποια μελέτη που να στηρίζεται σε παιδαγωγικά ή διδακτικά κριτήρια εφαρμόσιμα. Το αποτέλεσμα είναι να μην εντάσσεται στη λίστα των Προτύπων Σχολείων, δηλαδή εκείνο που αξιωματικά και ιστορικά έχει διαμορφώσει προσωπικότητες πολιτικών ηγετών, πρωθυπουργών, προέδρων Δημοκρατίας. Από αυτήν την άποψη η κίνηση είναι όχι μόνον αντιπολιτική, αλλά και βαθιά ανιστορική. Γιατί η έννοια της ιστορικότητας είναι η εμβάθυνση μιας παράδοσης και όχι η προσαρμογή της στο ευκαιριακό, η ιστορικότητα υπερβαίνει υπουργούς αναλώσιμους στους θώκους και εκπαιδευτικούς πρόσκαιρους στο σχολείο, ιστορικότητα είναι οι απόφοιτοι που τιμούν το σχολείο, καταλαμβάνοντας ηγετικές θέσεις στο δημόσιο βίο της χώρας και διαμορφώνοντας την πορεία της χώρας.

Και στη μία και στην άλλη περίπτωση διακυβέρνησης η πολιτική τάξη αδυνατεί να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, αφού διαπράττει εξακολουθητικά λάθη εναντίον του κράτους άλλοτε εμφορούμενη από φαντασιακές κατασκευές που δεν ανταποκρίνονται στην ζώσα πραγματικότητα, άλλοτε γαλουχημένη με ιδέες από σπουδές στην Εσπερία, πράγμα εξαιρετικό, αλλά όχι αρκετό για την ελληνική πραγματικότητα, και άλλοτε αγνοώντας ιστορικά στοιχεία της εκπαίδευσης. Ετσι, εν όψει των 200 ετών από την έναρξη της Επανάστασης το πρώτο σχολείο του Καποδίστρια δεν τιμάται από την Πολιτεία ούτε με όρους ιστορικότητας ούτε με όρους πολιτικούς. Όμως, όπως κατέδειξε η πανδημία, δεν χρειαζόμαστε ούτε την ιδεολογική ούτε την πελατειακή χρήση, αλλά μια ταξική αντίληψη του Κράτους: το Κράτος ως μία ταξική παράδοση συνέχειας, επαγγελματισμού και όχι πολιτικού αμοραλισμού.


* Ο Αχιλλέας Ντελλής είναι εκπαιδευτικός στο 1ο Πειραματικό Γενικό Λύκειο Αθηνών-Γεννάδειο, μέλος του European Film Focus Group και υπότροφος Fulbright 2019.