Από το 2009 (Συνθήκη Λισαβόνας) οι αρμοδιότητες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι αυξημένες | CreativeProtagon
Απόψεις

Πώς δουλεύει το Ευρωκοινοβούλιο

Το πρώτο σχέδιο Σούμαν δεν περιείχε καμία διάταξη που να προβλέπει τη θέσπιση Κοινοβουλίου. Τελικώς συμπεριλήφθηκε κατόπιν πιέσεων των Γάλλων ως προσθήκη της τελευταίας στιγμής, χωρίς όμως προηγούμενη περίσκεψη όσον αφορά τον ρόλο του ή την ενδεχόμενη εξέλιξή του
Λεωνίδας Αντωνακόπουλος

Στις 30 Μαρτίου 1962 η τότε Κοινή Συνέλευση της ΕΚΑΧ αποφάσισε να μετονομαστεί σε Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υποδηλώνοντας την ισχυρή βούληση των μελών της να εξελιχθεί σταδιακά σε ένα πραγματικό κοινοβουλευτικό όργανο.

Η ιδέα της ύπαρξης ενός κοινοβουλευτικού αντιπροσωπευτικού σώματος γεννήθηκε μαζί με την ίδια την ιδέα της ευρωπαϊκής ενοποίησης για να εκπροσωπούνται πιο άμεσα οι ευρωπαίοι πολίτες στο θεσμικό σύστημα διακυβέρνησης της σημερινής ΕΕ και κυρίως στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.

Στη μακρά διαδρομή του το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ταύτισε την ύπαρξή του με την αδιάκοπη διεκδίκηση για περισσότερες αρμοδιότητες, για πιο αποτελεσματικό έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας στην ΕΕ, για ουσιαστική λογοδοσία και συνακόλουθα για μια καλύτερη λειτουργία  του προτύπου της ευρωπαϊκής δημοκρατίας.

Ετσι το 1979 είχαμε τις πρώτες ευρωεκλογές και οι πρώην διορισμένοι «ευρωαντιπρόσωποι» απεσταλμένοι από τα εθνικά κοινοβούλια, αντικαταστάθηκαν από τους ευρωβουλευτές που εκλέγονται από τότε με άμεση καθολική ψηφοφορία όπως και στις εθνικές εκλογές.

Δεν ήταν στις προθέσεις των «πατέρων» της ευρωπαϊκής ιδέας να δημιουργήσουν ένα υπερεθνικό άκαμπτο θεσμικό όργανο το οποίο θα αντιμάχεται τις αρμοδιότητες των εθνικών κοινοβουλευτικών σωμάτων. Ομως, στην πορεία και πολιτικοθεσμική εξέλιξη της Ενωσης προέκυψε ένα υβριδικό κοινοβουλευτικό μόρφωμα που όμοιό του δεν υπάρχει σε παγκόσμιο επίπεδο.

Εχουμε λοιπόν να κάνουμε με ένα πολυεθνικό Κοινοβούλιο, όπου οι 751 ευρωβουλευτές σήμερα από τις 28 χώρες-μέλη της ΕΕ (705 από τους 27 μετά τις εκλογές του προσεχούς Μαΐου, λόγω του Brexit), προέρχονται από περίπου 190 εθνικά πολιτικά κόμματα και συνασπίζονται σε οκτώ πολιτικές ομάδες που αποτελούν τη βάση της κοινοβουλευτικής φυσιογνωμίας αλλά και της λειτουργίας του. Για την ακρίβεια,υπάρχουν επτά πολιτικές ομάδες με συγκεκριμένο πολιτικό και ιδεολογικό πρόσημο και μια τεχνητή ομάδα η λεγόμενη των Μη Εγγεγραμμένων όπου συμμετέχουν ευρωβουλευτές διαφορετικών πολιτικοϊδεολογικών προελεύσεων οι οποίοι επιλέγουν να μην ενταχθούν σε καμία κανονική πολιτική ομάδα.

Κεντροδεξιά και Κεντροαριστερά

Είναι χαρακτηριστικό ότι έως το 1969 το Κοινοβούλιο ήταν «κλειστό» στα κόμματα που θεωρούνταν ακραία, και τα εθνικά κοινοβούλια απέκλειαν από τις αντιπροσωπείες που έστελναν στο ΕΚ βουλευτές νεοφασιστικών ή κομμουνιστικών κομμάτων. Από τότε τα πράγματα έχουν αλλάξει ριζικά και ιδιαίτερα μετά τις πρώτες ευρωεκλογές του 1979 ο πλήρης πολυκομματικός πλουραλιστικός χαρακτήρας του Κοινοβουλίου εμπεδώθηκε.

Για αρκετές δεκαετίες οι δύο μεγάλες πολιτικές «οικογένειες», το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ), η κεντροδεξιά παράταξη σε ευρωπαϊκό επίπεδο, και η κεντροαριστερά της Προοδευτικής Συμμαχίας Σοσιαλιστών και Δημοκρατών (S&D) συγκεντρώνουν αθροιστικά ισχυρή πλειοψηφία, με 406 από τις συνολικά 751 έδρες. Με βάση την ιδεολογική τους συνάφεια σε πολλά σημαντικά ζητήματα της ευρωπαϊκής ατζέντας και τη σταθερή πολιτική τους θέση υπέρ της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, παρά τις επιμέρους διαφορές τους, αποτελούν τον κινητήριο άξονα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.

Ο ρόλος Φιλελεύθερων και Πρασίνων

Με συμμαχίες και συναινέσεις και με άλλες φιλοευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις, όπως οι Φιλελεύθεροι και οι Πράσινοι, διασφαλίζονται οι απαραίτητες πλειοψηφίες για την εύρυθμη νομοθετική λειτουργία και την πολιτική ανταπόκριση του θεσμού στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι.

Οι συσχετισμοί αυτοί είναι καθοριστικοί και για τη σύσταση σε σώμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μετά τις ευρωεκλογές και στην αρχή της νέας κοινοβουλευτικής πενταετούς περιόδου.

Ο πρόεδρος, οι 12 αντιπρόεδροι, οι κοσμήτορες, οι πρόεδροι και αντιπρόεδροι των 20 μόνιμων κοινοβουλευτικών επιτροπών εκλέγονται με βάση την ισχύ των πολιτικών ομάδων αλλά και τις μεταξύ τους συμφωνίες και ισορροπίες χωρίς να παραβλέπεται βεβαίως και ο ρόλος των κυβερνήσεων και ιδιαίτερα των μεγάλων χωρών της Ενωσης για τη διανομή των υψηλών αξιωμάτων και ρόλων.

Ομοίως, η κατανομή των σημαντικών ρόλων κατά την εκτέλεση της κοινοβουλευτικής δουλειάς και ιδιαίτερα του νομοθετικού έργου, οι συντονιστές στις πολιτικές ομάδες και ο ορισμός των εισηγητών στις διάφορες προτάσεις νομοθετικού περιεχομένου ή σημαντικών εκθέσεων πρωτοβουλίας είναι συνάρτηση του συσχετισμού δυνάμεων ακόμη και εντός της ίδιας της πολιτικής ομάδας, ενώ η συνεργασία και η συναινετική προσέγγιση καθορίζουν τους όρους του παιχνιδιού. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο παρελθόν τα δύο μεγάλα ευρωπαϊκά κόμματα, ΕΛΚ και Σοσιαλιστές, μοιράζονταν και την προεδρία του Κοινοβουλίου εντός της ίδιας κοινοβουλευτικής περιόδου (από 2,5 χρόνια το καθένα).

Οι ευρωβουλευτές λοιπόν είναι οργανωμένοι σε πολιτικές ομάδες, καθώς και σε κοινοβουλευτικές  επιτροπές οι οποίες εξετάζουν και επεξεργάζονται τις νομοθετικές προτάσεις που εισηγείται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στους διάφορους τομείς πολιτικής της Ενωσης.

Οι ευρωβουλευτές και οι πολιτικές ομάδες καταθέτουν τροπολογίες για τη βελτίωση της νομοθεσίας  και μπορούν να εισηγηθούν την απόρριψη της προτεινόμενης νομοθεσίας. Τα θέματα που εξετάζονται τίθενται επίσης προηγουμένως σε συζήτηση στους κόλπους των πολιτικών ομάδων ώστε να διαμορφώσουν τη «γραμμή»που θα ακολουθήσουν κατά τη διάρκεια των συζητήσεων στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή και τελικά στην ολομέλεια και βεβαίως τη στάση τους στη σχετική ψηφοφορία.

Το θεσμικό τρίγωνο

Στην Ευρωπαϊκή Ενωση οι αποφάσεις μπορούν να ληφθούν μόνο εντός του θεσμικού τριγώνου που αποτελείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της ΕΕ όπου εκπροσωπούνται οι κυβερνήσεις. Από την ίδρυσή του το Κοινοβούλιο δεν έπαψε να διεκδικεί τον ρόλο του και να αναζητεί έναν δικό του δρόμο προσαρμοσμένο στη σύγχρονη ευρωπαϊκή πραγματικότητα για τη δημιουργία ενός προτύπου ευρωπαϊκού κοινοβουλευτισμού με στόχο την καλύτερη δημοκρατική λειτουργία στο σύστημα λήψης αποφάσεων της ΕΕ προς όφελος των ευρωπαίων πολιτών.

Ωστόσο οι αμφισημίες και οι αβεβαιότητες ως προς τον ρόλο του ήταν ήδη παρούσες από την αρχή του ευρωπαϊκού εγχειρήματος , από τη γέννηση της ΕΚΑΧ. Το πρώτο σχέδιο Σούμαν δεν περιείχε καμία διάταξη που να προβλέπει τη θέσπιση Κοινοβουλίου. Τελικώς συμπεριλήφθηκε κατόπιν πιέσεων της γαλλικής εθνοσυνέλευσης ως προσθήκη και παραχώρηση της τελευταίας στιγμής, χωρίς προηγούμενη περίσκεψη όσον αφορά τον ρόλο του ή την ενδεχόμενη εξέλιξή του. Η πρώτη εκλογή του Κοινοβουλίου με άμεση καθολική ψηφοφορία το 1979 παρά τη δημοκρατική νομιμοποίηση που επέφερε δεν μετέβαλε ουσιαστικά τις στάσεις και συμπεριφορές ορισμένων κυβερνήσεων και άλλων παραγόντων που επεδίωκαν τη στασιμότητα και τον περιορισμό του Κοινοβουλίου σε οιονεί αποκλειστικά συμβουλευτικό ρόλο. Πολλοί έλεγαν τότε ότι μοιάζει περισσότερο με «ομιλητήριο» παρά με κοινοβούλιο.

Ομως με την εφαρμογή της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξης, το 1987, η οποία θέσπισε τη διαδικασία συνεργασίας και οι Συνθήκες του Μάαστριχτ και του Αμστερνταμ τη δεκαετία του 1990 έδωσαν σημαντική ώθηση στην ανάπτυξη του Κοινοβουλίου με τη θέσπιση της διαδικασίας συναπόφασης. Από το 2009 με τη Συνθήκη της Λισαβόνας η συμμετοχή του Κοινοβουλίου στη διαδικασία συναπόφασης με το Συμβούλιο, δηλαδή με τις κυβερνήσεις, επεκτάθηκε σε ποσοστό πάνω από 70% της νομοθεσίας που παράγεται στην Ευρωπαϊκή Ενωση.

Σε επίπεδο λήψης αποφάσεων το Κοινοβούλιο έχει πλέον σημαντικές αρμοδιότητες :

Η παραπάνω παρουσίαση της δουλειάς του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι σχηματική και πρέπει να τονιστεί ότι οι πολιτικές και θεσμικές του πρωτοβουλίες επεκτείνονται σε όλους τους τομείς. Από τη μετανάστευση και το άσυλο, την ασφάλεια των συνόρων και την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του οργανωμένου εγκλήματος, την ενιαία αγορά, την οικονομία και την τραπεζική ένωση, την επιχειρηματικότητα και την ψηφιακή οικονομία, την απασχόληση, την κατάρτιση, την έρευνα και την καινοτομία, την περιφερειακή ανάπτυξη και το περιβάλλον, την προστασία των καταναλωτών, την αγροτική ανάπτυξη, την ενέργεια και τις μεταφορές έως τη διεθνή συνεργασία και την ανθρωπιστική βοήθεια και την πολιτική προστασία – δεν υπάρχει τομέας που να μην ασχολείται το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με γνώμονα την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση των συμφερόντων των ευρωπαίων πολιτών τους οποίους εκπροσωπεί στο θεσμικό στερέωμα της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η δράση του μας αφορά όλους ως πολίτες.

Η αποχή ευνοεί τους εχθρούς της Ενωσης

Η έμφαση που δίνει στα θέματα ισότητας, κοινωνικής προστασίας, ανθρωπίνων και θεμελιωδών δικαιωμάτων απηχεί τη βούληση και τη «φωνή» των ευρωπαίων πολιτών για κατοχύρωση και εμβάθυνση της δημοκρατίας στην Ευρώπη. Τίποτα δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο σε μια εποχή όπου η εμφανής άνοδος των εθνικιστικών και λαϊκιστικών τάσεων βρίσκει πολιτική έκφραση σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Τυχόν ανατροπή των βασικών φιλοευρωπαϊκών συσχετισμών δυνάμεων στην Ευρωβουλή που θα προκύψει μετά τις εκλογές του προσεχούς Μαΐου θα έχει εξαιρετικά δυσμενείς συνέπειες για το μέλλον του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Η αδιαφορία και η αποχή στις κρίσιμες αυτές εκλογές θα κουβαλήσουν νερό στον μύλο των πάσης φύσεως αντιευρωπαϊκών δυνάμεων και μορφωμάτων.

Η ένταση της κρίσης στην Ελλάδα και στην Ευρώπη έδειξε ότι εκτός από οικονομική είναι κρίση πολιτικής και στο βάθος κρίση αξιών. Προστέθηκαν οι προκλήσεις της μαζικής μετανάστευσης, της διεθνούς τρομοκρατίας και του Brexit. Ως ευρωπαίοι πολίτες χρειαζόμαστε ένα ισχυρό κοινοβουλευτικό θεσμό στην ΕΕ για να περιφρουρήσουμε και να διατηρήσουμε το ευρωπαϊκό, δημοκρατικό, ανθρωπιστικό και ειρηνικό πρότυπο κοινωνίας, μέσα σε συνθήκες εντεινόμενου παγκόσμιου ανταγωνισμού, αστάθειας, συγκρούσεων  και μετατοπίσεων στους πλανητικούς συσχετισμούς δυνάμεων.

Οι προκλήσεις είναι πολλές, αρχής γενομένης από τις μεταβολές που επιφέρει ήδη η ρομποτική και η λεγόμενη 4η βιομηχανική επανάσταση. Ποιο θα είναι το νέο αναπτυξιακό, καταναλωτικό, ενεργειακό πρότυπο; Πώς θα συνδυαστεί με το κατεπείγον της κλιματικής αλλαγής; Πώς θα συνεχίσουμε να στηρίζουμε το κοινό νόμισμα, το ευρώ, χωρίς μια κοινή δημοσιονομική και φορολογική πολιτική; Πώς θα ενισχύσουμε την πραγματική αλληλεγγύη και συνοχή εντός της Ενωσης; Πώς θα προχωρήσει η κοινή ευρωπαϊκή αμυντική πολιτική; Με άλλα λόγια ποια Ευρώπη θέλουμε, πώς και πότε θα γίνουν τα αποφασιστικά βήματα που απαιτούνται επειγόντως πλέον ώστε ουσιαστικά να μην τίθεται υπό αμφισβήτηση η ευρωπαϊκή φιλελεύθερη δημοκρατία.