Η πολιτική παραφιλολογία έκανε την εκδήλωση ακόμη πιο γνωστή. Τη Δευτέρα 6 Νοεμβρίου, στις 7.00 μμ., στο Μέγαρο Μουσικής, έχει διοργανωθεί -από την Πανελλαδική Οργάνωση Γυναικών «Παναθηναϊκή»- πολιτική εκδήλωση στη μνήμη της Μαριέττας Γιαννάκου. Στην εκδήλωση θα παραστεί ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, και κεντρικός ομιλητής θα είναι ένας από τους πρώην κατόχους του θώκου, ο Κώστας Καραμανλής. Το γεγονός ότι η εκδήλωση συμπίπτει χρονικά με μια άλλη συναφή, του Δικτύου της Αννας Διαμαντοπούλου για τον Κώστα Σημίτη, έγινε υπόβαθρο για φήμες και διαδόσεις, μια ανακοίνωση έδωσε όμως τέλος στην κοζερί.
Δεν είναι δύσκολο (πλέον) να διακρίνει κανείς τα χαρακτηριστικά που συνέθεταν την προσωπικότητα της Μαριέττας Γιαννάκου. Έχουν παρέλθει, βλέπετε, έτη πολλά από την εποχή της στιβαρής πολιτικής παρουσίας της, αποκαλύπτοντας – στον χρόνο, μέσα από περιπέτειες – και πιο ευάλωτες πτυχές της. Αποκαλύπτοντας μυστικά που δεν ήταν και τόσο μυστικά για τους νοήμονες που την παρακολουθούσαν και δεν θαμπώνονταν από το όνομα, το αξίωμα, τις διακρίσεις.
Σφυρηλατημένη με σίδερο ήταν η «Μαριέττα». Λάκωνας, από το Γεράκι, γεννημένη το 1951, στη δύσκολη μετεμφυλιακή περίοδο της χώρας, είχε την ατυχία να ζήσει από μικρή χωρίς τη σκιά του πατέρα της – στον οποίο έτρεφε μεγάλη αδυναμία. Σε μια συγκλονιστική προσωπική εξομολόγηση της τελευταίας φάσης της ζωής της, στην εκπομπή της κρατικής τηλεόρασης «Το Μαγικό των Ανθρώπων» με τη Φωτεινή Τσαλίκογλου, είχε χαρακτηρίσει τραγικό το πώς έφυγε εκείνος από καρδιά, στα 45 του χρόνια και ενώ η ίδια δεν ήταν καλά καλά ούτε 11. «Ήταν τραγικό… Ήταν Τριών Ιεραρχών, φύγαμε όλοι μαζί για το σπίτι του αδελφού του πατέρα μου (…). Μισή ώρα μετά, ήλθε κάποιος εκεί και μας είπε ότι ο μπαμπάς είχε τελειώσει».
Στην αφήγηση αυτή, εντοπίζεται – κατά την ταπεινή μου άποψη – και το κλειδί ερμηνείας της προσωπικής της εξέλιξης. «Επιστρέφοντας σπίτι (σσ: αφού τα τραγικά νέα είχαν μαθευτεί), έπιασα το χέρι της μαμάς μου. «Παιδί μου, τι θα κάνουμε τώρα;», με ρώτησε. Ήταν σε απόγνωση. «Θα ζήσουμε εμείς, μαμά…», της απάντησα. Το τήρησα, εκείνη ήταν άνδρας και γυναίκα μαζί, αλλά κι εγώ ήμουν παιδί στο οποίο μπορούσες να στηριχτείς».
Η πορεία και το αξιακό σύστημα
Η Γιαννάκου είχε μεγαλώσει σε σπίτι με προσδοκίες. Ο πατέρας της διηύθυνε το τοπικό γραφείο του ΟΤΕ και το Ταχυδρομείο, η μητέρα της ήταν δασκάλα. Στο σπίτι της έμπαιναν πέντε εφημερίδες, φιλοκυβερνητικές και μη, σε καθημερινή βάση – και δεν σταμάτησαν ποτέ να μπαίνουν, η συνήθεια κρατήθηκε και μετά την τραγική απώλεια της οικογένειας. Την προόριζε για διπλωμάτη ο πατέρας της, λένε, ίσως και γι’ αυτό απολάμβανε να παίζει σκάκι μαζί της, όμως η ίδια ως μαθήτρια ήταν καλή σε όλα (στα 12 της διάβαζε Σαρτρ…). Την κέρδισε τελικά και διόλου τυχαία η Ιατρική. Νευρολόγος – ψυχίατρος (με σπουδές στην Αθήνα και τη Γάνδη) έγραφε η «ταυτότητά» της. Άλλη σφυρηλάτηση εκεί… Η Γιαννάκου είχε έλθει σε επαφή με τον ανθρώπινο πόνο από την ειδίκευσή της ακόμη, στο Δαφνί, ενόσω έστεκε αντιμέτωπη με μανιοκαταθλιπτικές ψυχώσεις, με σχιζοφρενικές καταστάσεις, με βαριά περιστατικά. Η ίδια έλεγε ότι δεν μπορούσε να ξεχάσει μια νεαρή Κύπρια που είχε πάει στο Δαφνί σε αμόκ, τέτοιο που είχαν σκιστεί τα ρούχα της …
Η Ιατρική τής χάρισε και επισήμως ορθολογιστικό περίβλημα που θα της χρειαζόταν αργότερα σε ζόρικες περιστάσεις. Καταρχάς στα υπουργεία, Υγείας στην αρχή, αργότερα Εξωτερικών αλλά και Παιδείας. Η θητεία της εκεί της προσέφερε τη μεγαλύτερη φήμη, τις περισσότερες συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις, την εντονότερη συγκίνηση (πάθος;), αφού για χάρη του παραμέλησε και την υγεία της την εποχή εκείνη, κατά δική της δήλωση.
Η ίδια αυτοπροσδιοριζόταν ως κεντρώα, είχε μπει στην Πολιτική από νωρίς, ήταν ιδρυτικό μέλος της ΟΝΝΕΔ το 1974, γνωρίζοντας με την ιδιότητα αυτή τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ενώ αξιοποιήθηκε ως υπουργός από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και τον Κώστα Καραμανλή. Εκλεγόταν άλλωστε βουλευτής στην Α΄ Αθηνών κατά τις δεκαετίες του 1990 και του 2000. Το 2019, ο Κυριάκος Μητσοτάκης την επέλεξε – με τον συμβολισμό που ενείχε το όνομά της στην ιστορία του κόμματος – για τη δεύτερη θέση του ψηφοδέλτιο Επικρατείας. Η θητεία της στην Ευρωβουλή και άλλα ευρωπαϊκά όργανα ήταν εξίσου μακρά, με την ίδια να δίνει τεράστια βαρύτητα – πέρα από τα ηχηρά «χαρτοφυλάκια», εξωτερικών, άμυνας, και σε θέματα που είχαν να κάνουν με τις γυναίκες, με τα ναρκωτικά.
Παρά το γεγονός ότι δεν προερχόταν από πολιτικό τζάκι, εντούτοις η Γιαννάκου με τα συν και τα πλην της παρέμεινε διαχρονικά όνομα πρώτης γραμμής, με τα σκληρά ωράρια και την επίδειξη σθένους που απαιτεί η συγκεκριμένη συνθήκη. «Αυτοδημιούργητη», το λένε…
Φίλοι και εχθροί αναγνωρίζουν τη σταθερότητα στο αξιακό σύστημα που υπηρετούσε και τη συνέπεια σε θέσεις, ακόμη και όταν οι θέσεις βάλλονταν. Είναι ενδεικτική η στάση της απέναντι στο βιβλίο της Ιστορίας της ΣΤ’ Δημοτικού που συζητήθηκε όσο λίγα (και αποσύρθηκε εν τέλει), με τον «συνωστισμό» στην προκυμαία, κατά τη Μικρασιατική καταστροφή. Σε συνέντευξή της στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» την 24η Ιουνίου 2007, είπε στον δημοσιογράφο Δημήτρη Τσιόδρα, «έγινε πολιτικό θέμα για λόγους που δεν έχουν σχέση με την Ιστορία. Δεν είναι δυνατόν να λέμε ό,τι ζητάει το κοινό κάθε φορά».
Πολύ αργότερα, εκτίμησε ότι η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που σχεδίασε εφαρμόστηκε, εφαρμόζεται τελικά – «είναι αυτό που κάνουν οι χώρες με τη μεγαλύτερη επιτυχία και ανάπτυξη». «Ποτέ δεν πίστευα ότι αυτό που κάνει ο πολιτικός πρέπει να του αποδώσει το επόμενο πρωί. Δεν με πειράζει που σήμερα αποδίδει κάτι που εγώ τότε σχεδίασα και εφήρμοσα. Και ας χτυπήθηκα γι’ αυτό εσκεμμένα και συγκεκριμένα».
Η ίδια δε δίστασε επίσης να στηρίξει το πρόγραμμα επί υπουργού Παιδείας Γιώργου Παπανδρέου για την εκπαίδευση των μουσουλμανόπαιδων της Θράκης, δίνοντας το «παρών» σε ειδική εκδήλωση στο ΕΚΠΑ, κατά το πέρας του. Επέμενε ιδιαίτερα στις ίσες ευκαιρίες, παραδεχόμενη με νόημα : «Είμαι εκ φύσεως αντάρτης».
Αντάρτικο έκανε και στο σχέδιο νόμου για τη συνεπιμέλεια, αντιπαρατιθέμενη με τον υπουργό Δικαιοσύνης Κώστα Τσιάρα, στα τελευταία δύσκολα χρόνια της.
Όσο την «ψάχνει» κανείς, όσο αναζητά πληροφορίες για τη δράση της και την ψυχοσύνθεσή της, προσθέτει διαρκώς διαστάσεις, οπτικές, προσεγγίσεις που εκπλήσσουν. Ακόμη και στην εικόνα της. Η πληθωρική σε κιλά, ως ώριμη κυρία, Μαριέττα (Μαριορή ήταν το βαπτιστικό της) υπήρξε στα νιάτα της μίσχος, με πρόσωπο ξεχωριστό και χαμόγελο που έλαμπε.
Γνώρισε τον άνδρα της ένα βράδυ καλοκαιριού το 1982, σε σπίτι φίλων, και με τη δική του επιμονή, μετά κόπων και βασάνων, κατάφεραν να κανονίσουν έξοδο για παράσταση στο Ηρώδειο. Τα σχέδια τούς χάλασε μια καλοκαιρινή μπόρα, κι έτσι κατέληξαν να τρώνε ψάρι κάπου στο Σούνιο. «Θέλω να περάσω τις διακοπές μου μαζί σου», της είπε εκείνος, προφανώς γοητευμένος. Παντρεύτηκαν μέσα σε λίγους μήνες, και απέκτησαν μαζί μια κόρη, τη Ζωή, παιδί με ιδιαιτερότητες, που μονοπώλησε το ενδιαφέρον τους. Ο πρώην σύζυγος της Παναγιώτης Κουτσίκος αποκάλυψε μετά την απώλεια της ότι είχαν χάσει τρία παιδιά έως ότου καταφέρουν να κάνουν τη Ζωή τους.
Ο χρόνος, στην πορεία του, τής επεφύλαξε μεγάλα προβλήματα υγείας, τόσο με τον ακρωτηριασμό του ποδιού της («ήταν πολύ δύσκολη απόφαση, έπρεπε να υπογράψω», είχε πει), όσο και μετά, με το έμφραγμα που υπέστη – την είχε τότε επισκεφθεί δυο φορές μεταξύ άλλων ο Μανώλης Γλέζος, τη δεύτερη, προσφέροντας της τριαντάφυλλα από τον κήπο του.
Η Μαριέττα Γιαννάκου κατέληξε στη ΜΕΘ του Γενικού Νοσοκομείου Αεροπορίας 251, την Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2022, σε ηλικία 71 ετών. Η πτώση που είχε με το αναπηρικό αμαξίδιο τής είχε προκαλέσει αιμάτωμα. «Όχι, δεν φοβάμαι τον θάνατο», είχε πει. «Με ανησυχεί ότι θα αφήσω μόνη την κόρη μου. Βεβαίως, έχει και τον μπαμπά της, με τον οποίο είμαστε διαζευγμένοι, βεβαίως υπάρχει και η αδελφή μου, αλλά θέλω να ζήσω για να τη στηρίξω».
Πώς θα θυμούνται οι περισσότεροι τη Μαριέττα Γιαννάκου; Προσωπικά θα την έχω στο μυαλό μου ως μια γυναίκα που κατάφερε να κολυμπήσει σε πολύ βαθιά νερά, έχοντας πολύτιμη σκευή από τα παιδικά της χρόνια. Τηρώντας για πάντα την υπόσχεση που έδωσε 11 χρονών στη μάνα της: να ζήσει.