Ας ξεκινήσουμε από το αυτονόητο. Oταν κάποιος είναι αποφασισμένος να αυτοκτονήσει, θα βρει έναν τρόπο να το κάνει. Και όπως φαίνεται, ο 34χρονος άνδρας που πήρε φόρα και πήδηξε από τον Λευκό Πύργο στη Θεσσαλονίκη, μάλλον αυτό ήταν αποφασισμένος να κάνει, όπως προκύπτει από τα πρώτα συμπεράσματα της έρευνας. Πλήρωσε εισιτήριο, ανέβηκε στο μνημείο, περίμενε να φύγουν οι πολλοί και μετά πήδησε.
Κάπου εδώ αναρωτιέσαι, πώς. Τόσο εύκολο είναι να ανεβείς στον Λευκό Πύργο και να πηδήξεις; Δεν είναι λίγοι εκείνοι που μίλησαν για ελλιπή φύλαξη του χώρου. Είναι πολύ πιθανό να έχουν δίκιο. Και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι στη φύλαξη μνημείων και αρχαιοτήτων, με αφορμή το τραγικό συμβάν, έθιξαν για ακόμα μια φορά τα κενά στον τομέα αυτόν.
Η υποστελέχωση αφορά ακόμα και τα μεγαλύτερα μουσεία της χώρας και οι καταγγελίες των εργαζομένων πάνε κι έρχονται. Προφανώς, είναι κάτι που μπορεί να το αντιληφθεί όποιος επισκέπτεται χώρους πολιτισμού στη χώρα. Περιδιαβάζοντάς τους, εύκολα διαπιστώνεις ότι θα μπορούσες να κάνεις ό,τι θέλεις.
Βέβαια, θα πρέπει να σκεφτούμε ότι και τρεις φύλακες να είναι γύρω από έναν άνθρωπο αποφασισμένο να δώσει τέλος στη ζωή του, δεν είναι βέβαιο ότι θα καταφέρουν να τον εμποδίσουν. Οπως δεν μπορούν να εμποδίσουν και τον ακτιβιστή που έχει αποφασίσει να ρίξει σούπα στη «Μόνα Λίζα». Απρόοπτα συμβαίνουν παντού.
Ισως, όμως, μπορεί να αποτρέψει κάποιον η ιδέα ότι ένας χώρος φυλάσσεται καλά. Αυτό, ναι, μπορεί να λειτουργήσει προληπτικά σε κάθε περίπτωση. Και όταν λέμε ότι ένας χώρος φυλάσσεται, δεν εννοούμε, ασφαλώς, να υπάρχει ένας φύλακας που κάθεται απλώς σε μια γωνιά και κοιτάζει τριγύρω. Εννοούμε να υπάρχει κάποιος που ελέγχει πραγματικά, προσπαθώντας να προλάβει το οτιδήποτε δεν θα έπρεπε να συμβεί.
Σε πρόσφατο ταξίδι σε μια ισπανική πόλη, επισκέφθηκα ένα πολιτιστικό κέντρο. Ηταν ένας παλιός βιομηχανικός χώρος και είχε ταράτσα με ανοίγματα. Ανεβήκαμε να δούμε τη θέα. Ο φύλακας της ταράτσας, μόλις είδε την παρέα μας, πλησίασε και είχε τον νου του μέχρι να αποχωρήσουμε, ζητώντας μας να μην πλησιάζουμε τις άκρες (παρ’ όλο που υπήρχε προφύλαξη). Να προσθέσω ότι ο χώρος είχε φύλακες σε κάθε αίθουσα, οι οποίοι σε ενημέρωναν για τους κανόνες με το που έμπαινες και δεν σε άφηναν λεπτό από τα μάτια τους. Η αίσθηση αυτού του ανθρώπινου ραντάρ σε έκανε δύο φορές πιο προσεκτικό όσο ήσουν μέσα.
Εδώ έχεις από τη μία την υποστελέχωση και από την άλλη την υποτονική φύλαξη. Ας το παραδεχτούμε, δεν είναι πάντα βέβαιο ότι ο φύλακας θα έχει τα μάτια του δεκατέσσερα. Για να φέρω ένα παράδειγμα που θυμάμαι, το 2015 συνέβη ένας βανδαλισμός σε σπουδαία εκθέματα του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου την ώρα που είχαν βάρδια 20 φύλακες. Πότε το πήραν χαμπάρι; Την επόμενη μέρα.
Δεν θέλω να ρίξω το φταίξιμο στους εργαζομένους. Το πόσο σωστά κάνει ο καθένας τη δουλειά του είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων. Αν υπάρχει πρόβλημα υποστελέχωσης και κουβαλούν λίγοι το φορτίο μιας δουλειάς που θα έπρεπε να μοιραστούν περισσότεροι, αν δεν υπάρχουν η κατάλληλη εκπαίδευση και ο σωστός συντονισμός και αν δεν ξέρει κανείς τι του ξημερώνει αύριο επειδή η σύμβασή του λήγει και η ανανέωσή της δεν είναι σίγουρη, οι πιθανότητες να είναι αποτελεσματικός στο πόστο του λιγοστεύουν.
Το πρόβλημα δεν είναι ο άνθρωπος, αλλά το σύστημα που τον περιβάλλει. Αν έχει κενά, το δυσάρεστο απρόοπτο είναι θέμα χρόνου να συμβεί. Και συμβαίνει.