| Shutterstock
Απόψεις

Πώς έκοψα το τσιγάρο

Συνέβη ένα πρωί. Μαχαίρι. Στη λογική τού «για να δούμε αν γίνεται». Μεγαλύτερος ήταν ο φόβος της αλλαγής –πώς θα πίνω τον πρωινό καφέ και το βραδινό ποτό χωρίς το τσιγάρο ανάμεσα στα δάχτυλα– παρά της στέρησης που θα είχα με την έλλειψη της νικοτίνης. Οσο για τη χαρμάνα, μπόρεσα να την αντιμετωπίσω με δύο τρόπους
Αντώνης Πανούτσος

Μεγάλωσα σε σπίτι όπου όλοι κάπνιζαν. Τουλάχιστον οι άνδρες. Ο πατέρας μου, που ήταν καπετάνιος, κάπνιζε Lucky Strike ή Chesterfield, ο θείος Αντώνης «Αρωμα», όσο για τη μαμά, κάπνιζε στην Κατοχή, μετά το έκοψε. Στο σπίτι, όμως, σε ένα συρτάρι είχε ένα πακέτο «Εθνος Αφιλτρο» που όταν χτυπάγαμε, έσκιζε ένα τσιγάρο και έβαζε τον καπνό για αιμοστατικό. Οσο για τον παππού Αντώνη, όταν με έπαιρνε μαζί του για να πιει με τους φίλους του στην ταβέρνα, με κάθιζε στα γόνατα και μου έδινε να πιω μια γουλιά ρετσίνα και να τραβήξω μια ρουφηξιά από το τσιγάρο που κάπνιζε. «Για να μάθει από μικρός και να μην παραπατάει και βήχει όταν μεγαλώσει». Οπως ήταν φυσικό, άρχισα να καπνίζω από τα δώδεκα.

Αρχικά τα χύμα του Παπαστράτου, που μπορούσες να αγοράσεις με το τσιγάρο από το περίπτερο. Αργότερα «Δήλος», που μαζί με το «Παλλάς» και το Hellas Special ήταν από τα πρώτα αμερικάνικα πακέτα που μπορούσες να τα βγάζεις από το τσεπάκι και να μοιάζεις με τον Τζέιμς Ντιν. Συνέχιζα να καπνίζω για τα επόμενα 47 χρόνια.

Παλλάς, Δελφούς, Guards, HB, παπιρότσκι (τα μυστήρια ρώσικα που το ένα τρίτο είναι καπνός και τα δύο τρίτα χαρτόνι), Marlboro, Benson & Hedges, πίπα, πουράκια και ινδικά beedis. Για να κλείσω την καπνιστική καριέρα μου με «Αρωμα» φίλτρο κασετίνα. Η μόνη σταθερά ήταν η ποσότητα: κάπου ανάμεσα στα δύο και τα τρία πακέτα. Για να γράψω, έπρεπε να καπνίζω. Δεν ήταν σπάνιο να ανάψω δεύτερο τσιγάρο, ενώ το πρώτο ήταν στο τασάκι.

Εκοψα το τσιγάρο ένα πρωί. Μαχαίρι. Χωρίς να υπάρχει λόγος υγείας, χωρίς κάποιος να με πιέσει να το κόψω. Στη λογική τού «για να δούμε αν γίνεται». Γινόταν εύκολα. Για την ακρίβεια, μεγαλύτερος ήταν ο φόβος της αλλαγής στη ζωή μου από τη στιγμή που θα κόψω το τσιγάρο – πώς θα πίνω τον πρωινό καφέ και το βραδινό ποτό χωρίς το τσιγάρο ανάμεσα στα δάχτυλα, πώς θα κάνω διαλείμματα όταν δεν θα έχω πακέτο για να βγάλω από την τσέπη– παρά της στέρησης που θα είχα με την έλλειψη της νικοτίνης.

Οσο για τη χαρμάνα για ένα τσιγάρο, αυτήν μπόρεσα να την αντιμετωπίσω με δύο τρόπους. Ο ένας ήταν το χρονοδιάγραμμα με τις ευεργετικές συνέπειες από το κόψιμο του τσιγάρου, αφού οι χρονικοί στόχοι βοηθάνε.

Ο δεύτερος, όταν μου ερχόταν ξαφνικά η ανάγκη να τραβήξω μια ρουφηξιά, να τραβάω μια αναπνοή σκέτο αέρα. Και να σκέφτομαι «αν τώρα κάπνιζες, θα είχες πνιγεί στον βήχα». Το σημαντικότερο, όμως, είναι οι παλιοί καπνιστές να ξέρουν ότι με το τσιγάρο ισχύει ό,τι με την πρέζα. Οπως δεν υπάρχει το «θα ρίξω μια ψιλούλα», δεν υπάρχει και το «θα κάνω μόνο ένα». Ετσι και κάνεις το τσιγάρο, θα καπνίσεις όχι μόνο το ένα, αλλά και τα 20. Μαζί με το πακέτο.