Νεοϋρκέζοι περπατούν ή κάνουν ποδήλατο στην «ελεύθερη από αυτοκίνητα» Park Avenue | Shutterstock
Απόψεις

Πώς είναι η Νέα Υόρκη τον Αύγουστο;

Η Νέα Υόρκη είναι ο ορισμός της μεγαλούπολης, εκεί που παντού και πάντα κάτι συμβαίνει,  μία συνεχής πηγή ερεθισμάτων. Και ενώ συχνά πριν πάει κανείς έχει την αίσθηση ότι θα κοιτάζει συνέχεια προς τα πάνω τους ουρανοξύστες, αντιλαμβάνεται σύντομα ότι το ενδιαφέρον στην πραγματικότητα βρίσκεται χαμηλά στους δρόμους.
Νίκος Καραμαλέγκος

Στο εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο του ιστορικού Ben Wilson, που κυκλοφόρησε φέτος από τις εκδόσεις Διόπτρα, με τίτλο «METROPOLIS: Η ιστορία των πόλεων, της μεγαλύτερης ανακάλυψης του ανθρώπου», ο συγγραφέας γράφει στην εισαγωγή: «προσπάθησα να συλλάβω τις πόλεις εν κινήσει και όχι εν στάσει […]να δούμε τις πόλεις  … ως ανθρώπινους βιότοπους με βαθιά επίδραση στη διαμόρφωση των ανθρώπων που ζουν σε αυτές…». Στους δρόμους της Νέας Υόρκης, αυτό το καλοκαίρι μου έγινε περισσότερο ξεκάθαρη από οπουδήποτε αλλού αυτή ακριβώς η οπτική της πόλης ως ανθρώπινου βιότοπου εν κινήσει, σε μία μόνιμη και έντονη αλληλεπίδραση με τους κατοίκους της.

Η Νέα Υόρκη είναι ο ορισμός της μεγαλούπολης, εκεί που παντού και πάντα κάτι συμβαίνει,  μία συνεχής πηγή ερεθισμάτων. Και ενώ συχνά πριν πάει κανείς έχει την αίσθηση ότι θα κοιτάζει συνέχεια προς τα πάνω τους ουρανοξύστες, αντιλαμβάνεται σύντομα ότι το ενδιαφέρον στην πραγματικότητα βρίσκεται χαμηλά στους δρόμους. Αυτοί οι δρόμοι είναι που προσφέρουν την ποικιλομορφία στη πόλη, οι δρόμοι και οι δημόσιοι χώροι της. Και το πραγματικά αναπάντεχο ήταν η αξιοποίηση του δημόσιου χώρου και ο σεβασμός προς αυτόν, από τους κατοίκους της πρωτεύουσας του καπιταλισμού.

Χαρακτηριστικό της νοοτροπίας που αφορά το δημόσιο χώρο είναι οι Καλοκαιρινοί Δρόμοι (Summer Streets), ένας ετήσιος εορτασμός του «πιο πολύτιμου δημόσιου χώρου, των δρόμων μας» όπως αναφέρεται στο σχετικό site , όπου για τρία συνεχόμενα Σάββατα του Αυγούστου αρκετοί δρόμοι της πόλης κλείνουν για τα αυτοκίνητα από το πρωί έως το μεσημέρι, ώστε να αξιοποιηθούν από τους κατοίκους με αθλητικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις.

Hταν ενδιαφέρον ότι δημόσιοι χώροι δημιουργούνται συνεχώς, καθώς συχνά η τροποποίηση χρήσης ενός κτιρίου ή εγκατάστασης οδηγεί ή συμπεριλαμβάνει τη δημιουργία ενός τέτοιου χώρου.

Το High Line, εναέρια σιδηροδρομική γραμμή μήκους 2,3 χλμ. έχει μετατραπεί σε πάρκο από το 2009, με έργα τέχνης, φυτά, παγκάκια. Στηρίζεται σε δωρεές, μάλιστα μπορεί κανείς  να «υιοθετήσει» ένα από τα φυτά, προσφέροντας ένα ποσό για τη διαχείριση του πάρκου (αντίστοιχη πηγή χρηματοδότησης υπάρχει και στο Central Park όπου όμως «υιοθετούνται» τα παγκάκια).

Το Domino Park στο Μπρούκλιν, άνοιξε το 2018 για το κοινό σε χώρο μπροστά από πρώην εργοστάσιο ζάχαρης, περιλαμβάνει μία μεγάλη έκταση δίπλα ακριβώς στο ποτάμι, με ξαπλώστρες, σιντριβάνια, χώρους για παιδιά, έως και beach volley. Ο χώρος αυτός δημιουργήθηκε από την εταιρεία ανάπτυξης ακινήτων που έχει αναλάβει και την ανάπτυξη και διαχείριση όλων των ακινήτων της περιοχής.

Υπάρχει η τάση πλέον η δημιουργία οικιστικών ή και εμπορικών συγκροτημάτων να συνοδεύεται από δημόσιους χώρους, όχι από χώρους κοινόχρηστους μόνο για τους κατοίκους των κτιρίων. Η λογική είναι να διευκολύνεται η αλληλεπίδραση όλης της  κοινότητας, κάτι που αποτρέπουν οι αποστειρωμένες νησίδες των εύρωστων ιδιοκτητών ακινήτων του παρελθόντος. Αυτό είναι αποτέλεσμα συνεργασίας δημόσιων και ιδιωτικών φορέων.

Ενδεχομένως και εκεί, όπως και εδώ να υπήρχαν αντιδράσεις ή διαφωνίες κατά το σχεδιασμό των χώρων αυτών. Εχω την αίσθηση όμως, διαβάζοντας στα σχετικά site και τις πινακίδες στους χώρους αυτούς συχνά την αναφορά στην κοινότητα (community), ότι η υποστήριξη της πλειοψηφίας υπήρχε τόσο πριν τη δημιουργία όσο και κατά την αξιοποίηση τους. Γιατί η αίσθηση της κοινότητας είναι ορατή στην ευκολία που υπάρχει να πιάσεις κουβέντα με εκείνους που μοιράζεσαι το χώρο. Και μάλλον δεν ήταν εκ τον προτέρων καταδικαστέα,  ύποπτη ή ασύμβατη η δημιουργία δημόσιου χώρου από ιδιωτική εταιρεία.

Σίγουρα η Νέα Υόρκη δεν είναι τέλεια, το αντίθετο: η ανέκαθεν υπαρκτή εγκληματικότητα έχει αυξηθεί (στο μετρό ακούγεται συχνά η ανακοίνωση «αν δεις κάτι να πεις κάτι» ή σε πολλά σημεία υπάρχουν ενημερώσεις για τη δυνατότητα αποστολής απευθείας μηνύματος στο Whatsapp σε περίπτωση κινδύνου), οι αρουραίοι κυκλοφορούν στη πόλη, το ίδιο και οι κατσαρίδες. Αλλά νιώθει κανείς ότι οι Νεοϋορκέζοι αγαπούν τη πόλη τους και την εκάστοτε γειτονιά τους. Η ιδιοκτήτρια του Airbnb που μέναμε μας παρότρυνε να αφήνουμε φιλοδωρήματα όταν πηγαίνουμε στα σουπερμάρκετ και καταστήματα εστίασης της περιοχής γύρω από το σπίτι, ώστε να στηρίξουμε τη γειτονιά.

Ειδικά για τα καταστήματα εστίασης, μου έκανε εντύπωση και κάτι άλλο: Κατά τη διάρκεια της πανδημίας και της απαγόρευσης της λειτουργίας των εστιατορίων σε κλειστούς χώρους, δημιουργήθηκαν εξωτερικοί χώροι, οι οποίοι και παραμένουν ακόμα και τώρα και φαίνεται ότι θα διατηρηθούν. Όμως δεν καταλαμβάνουν το πεζοδρόμιο (που θα μπορούσαν γιατί τα πεζοδρόμια είναι τεράστια) αλλά μέρος του δρόμου. Υπάρχουν αυστηρές προδιαγραφές για τις εγκαταστάσεις αυτές, που προσδιορίζουν την ελάχιστη διαθέσιμη έκταση στο πεζοδρόμιο για περπάτημα, αλλά και την  απόσταση της εγκατάστασης από τους πυροσβεστικούς κρουνούς, από τις διαβάσεις, από τα δέντρα του πεζοδρομίου (υπάρχει σαφές σχεδιάγραμμα στο σχετικό site της υπηρεσίας μεταφορών του Δήμου που δεν επιτρέπει παρερμηνείες). Η αντίθεση με την αντίστοιχη εικόνα του κέντρου, και όχι μόνο, της Αθήνας ήταν απογοητευτική. Οι δρόμοι μας προφανώς δεν επιτρέπουν αντίστοιχες εγκαταστάσεις, αλλά αυτό δεν θα πρέπει να συνεπάγεται την κατάληψη του δημόσιου χώρου.

Συγκρίνοντας με την Αθήνα και πέρα από την εύλογη κριτική στην πολιτεία για τις αβλεψίες και την αδιαφορία στην ανάδειξη και ανάπτυξη του δημόσιου χώρου ή και για τη για την συχνή εκμετάλλευσή του, σε συνεργασία με  τον ιδιωτικό τομέα, εις βάρος της βιώσιμης αστικής καθημερινότητας, αντιλαμβάνεται κανείς ότι η ίδια η νοοτροπία των κατοίκων της πόλης είναι διαφορετική. Η πλειοψηφία τους θα προσπαθήσει να απομακρυνθεί από την πόλη στον ελεύθερο χρόνο της. Είτε γιατί έχει τη δυνατότητα σε σύντομο συγκριτικά χρόνο να βρεθεί σε τελείως διαφορετικό περιβάλλον εξοχής, είτε γιατί αντικειμενικά δεν έχει εναλλακτικές εντός πόλης για τους παραπάνω λόγους. Σε κάθε περίπτωση δεν θα αναζητήσει και δεν θα απαιτήσει την αστική όαση και την αξιοποίηση του δημόσιου χώρου. Εξαιρέσεις υπάρχουν, όπως η περίπτωση της διεκδίκησης του Πάρκου Ναυαρίνου. Γενικά όμως κυριαρχεί περισσότερο από αλλού η τάση του αντι-αστισμού.

Νομίζω ότι δεν έχουμε ξεπεράσει πλήρως την οπτική της αλλοτρίωσης του σύγχρονου μητροπολιτικού τρόπου ζωής της δεκαετίας του 80, που συνοψίζεται στο δημοφιλές θέμα έκθεσης της εποχής εκείνης από τη διατύπωση του Αντώνη Σαμαράκη για τις απομακρυσμένες καρδιές των ανθρώπων σε σχέση με τις κοντινές στέγες των σπιτιών τους. Πιο εύστοχη βρίσκω την αναφορά του Ben Wilson στο Metropolis: «Με την ομορφιά και την ασχήμια, τη χαρά και τη θλίψη και με το άτακτο και χαοτικό εύρος της πολυπλοκότητας και των αντιθέσεών τους, οι πόλεις είναι ένας ζωγραφικός πίνακας της ανθρώπινης φύσης, με όλα τα αξιαγάπητα και τα αξιομίσητα σε ίση ποσότητα». Ο στόχος δεν είναι να γίνουμε Νέα Υόρκη, αλλά να αγαπήσουμε την πόλη μας και τη γειτονιά μας όπως οι Νεοϋορκέζοι.