| INTIMENEWS/CreativeProtagon
Απόψεις

Πρωθυπουργός Τσακαλώτος; Ας γελάσω…

Ο πρώην υπουργός Οικονομικών προέρχεται από εκείνη τη σχολή σκέψης από την οποία χαρακτηριστικά αποφοιτούν οι ιδεοληπτικοί: τα προβλήματα θα έπρεπε να είναι διαφορετικά από αυτά που είναι. Οι ιδεοληπτικοί διεκτραγωδούν την πραγματικότητα διότι δεν τους επιτρέπει να ξεδιπλώσουν απρόσκοπτα τις «ιδέες» τους για τον κόσμο – η πραγματικότητα είναι εμπόδιο, όχι πρώτη ύλη για επεξεργασία
Χαρίδημος Κ. Τσούκας

«Φαντάζεστε τον εαυτό σας πρωθυπουργό;», ρωτάει ο Κώστας Γιαννακίδης τον πρώην υπουργό Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ Ευκλείδη Τσακαλώτο. Απάντηση: «Ναι. Εχω την εμπειρία που μου προσέφερε η συμμετοχή στο Eurogroup, η διαπραγμάτευση και οι συζητήσεις με ανθρώπους όπως ο Ομπάμα, η Μέρκελ, ο Σόιμπλε. Εχω ευρωπαϊκό προφίλ και δικτύωση έξω από την Ελλάδα, κάτι που είναι σημαντικό για έναν πρωθυπουργό. Και φυσικά έχω αποδείξει και στη Βουλή ότι μπορώ να αντιμετωπίσω τον κ. Μητσοτάκη με επιχειρήματα» («Βήμα», 30/7/2023).

Μάθαμε, λοιπόν, τα προσόντα που, σύμφωνα με τον υποψήφιο πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, πρέπει να έχει ένας υποψήφιος πρωθυπουργός: να υπήρξε συνομιλητής πολιτικών αξιωματούχων μεγάλων χωρών, να έχει ευρωπαϊκή δικτύωση (ό,τι αυτό σημαίνει) και να είναι σε θέση να αντιπαρατεθεί ρητορικά με τον κύριο αντίπαλό του. Ισως από αβρότητα στον κ. Τσίπρα, ο κ. Τσακαλώτος παρέλειψε να αναφέρει ότι, αν και τυπικά μη απαραίτητο, αναμένεται η καλή γνώση της αγγλικής (κατά προτίμηση να είναι μητρική γλώσσα).

Αυτή και μόνο η αντίληψη για τα προσόντα του πρωθυπουργού καθιστά τον κ. Τσακαλώτο ακατάλληλο για τη θέση αυτή (για να γίνω πιο κατανοητός: disqualifies him). Μήπως είμαι υπερβολικά αυστηρός; Κρίνετε μόνοι σας. Τι είναι πιο σημαντικό; Να «συζητάς» και να «διαπραγματεύεσαι» με ηγέτες άλλων χωρών ή να κερδίζεις πόντους για τη χώρα σου στις διαπραγματεύσεις; Και ο Καμμένος και ο Λαφαζάνης συνομιλούσαν με αλλοδαπούς ηγέτες, αλλά θα ξεκαρδιζόμασταν αν μας έλεγαν ότι αυτό τους καθιστά εν δυνάμει πρωθυπουργούς.

Το γεγονός και μόνο ότι η διαπραγματευτική ομάδα, στην οποία περίοπτη θέση κατείχε ο κ. Τσακαλώτος, έχασε τη διαπραγματευτική μάχη με τους δανειστές, το πρώτο εξάμηνο του 2015, εξαιτίας της ανορθολογικής στρατηγικής που ακολούθησε, φόρτωσε τη χώρα με ένα επαχθές τρίτο μνημόνιο κόστους 86 δισ. ευρώ, και λίγο έλειψε να τη θέσει εκτός ευρώ και ΕΕ, αρκεί για να ωθήσει πολιτικούς σαν τον κ. Τσακαλώτο στο πολιτικό περιθώριο για πάντα. Ξέρει καλά ότι αυτό θα συνέβαινε σε μια θεσμικώς ώριμη χώρα όπως το Ηνωμένο Βασίλειο.

Εν ολίγοις: όταν βγαίνεις ηττημένος από μια διαπραγμάτευση, δεν συγκαταλέγεις στα προσόντα σου τη διαπραγματευτική σου ικανότητα. Μπορείς να εκθειάσεις τη μαχητικότητά σου, αλλά δεν μπορείς να υπερηφανευθείς για το αποτέλεσμα της μάχης. Ο στρατηγός που ηττάται δεν μπορεί να θέσει υποψηφιότητα για αρχιστράτηγος!

Φυσικά, είναι σημαντικό να μπορεί να σταθεί ρητορικά απέναντι στον κύριο αντίπαλό του ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά δεν είναι το μείζον προσόν για έναν υποψήφιο πρωθυπουργό. Γιατί; Διότι η κύρια δουλειά του πρωθυπουργού – του κυβερνήτη του σκάφους – είναι να αποφασίζει και δευτερευόντως να αγορεύει. Θυμίζω την ετυμολογία του «de-cisio» – αποκοπή. Αποκόπτω όλες τις εναλλακτικές για να καταλήξω στην πλέον πρόσφορη.

Οποιος ενοικεί στο Μαξίμου χειρίζεται κρίσεις τύπου Ιμίων, πανδημίας, υποβοηθούμενης από την Τουρκία διείσδυση παράτυπων μεταναστών στη χώρα του κ.ο.κ. Το πρώτο προσόν του κυβερνήτη, γράφει ο μεγάλος πολιτικός φιλόσοφος Ησαΐας Μπερλίν, είναι η «αίσθηση της πραγματικότητας» και, συνακόλουθα, η ευθυκρισία. Η ικανότητά του να παίρνει και να υλοποιεί δύσκολες –συχνά, επώδυνες–  αποφάσεις είναι εξόχως σημαντική.

Θυμάστε τι απάντησε ο κ. Βαρουφάκης όταν, στην τηλεμαχία του περασμένου Μαΐου, τον ρώτησε η δημοσιογράφος Ράνια Τζίμα πως θα αντιμετώπιζε την κατάληψη ελληνικής βραχονησίδας από Τούρκους κομάντο; Αυτός ο ευφραδής, σχεδόν τραύλιζε. «Το σημαντικό», είπε ο πεφωτισμένος, είναι «να μη φτάσουν τα πράγματα ως εκεί». Φυσικά. Σε έναν ιδανικό κόσμο δεν φτάνουν τα πράγματα ως εκεί – δεν υπάρχουν πόλεμοι, οικονομικές κρίσεις ή μεταναστευτικές ροές, όπως δεν υπάρχουν εγκληματικότητα, διαζύγια ή ναρκομανία. Μόνο που ο πραγματικός κόσμος είναι «πεπτωκώς» – διαμορφώνεται όχι μόνο από την ανθρώπινη καλοσύνη αλλά και από τις κακές όψεις της ανθρώπινης φύσης, με σημαντικότερες το συμφέρον, την ιδιοτέλεια και την ισχύ. Πιο απλά, συχνά δεν επιλέγουμε τα προβλήματά μας – μας βρίσκουν.

Ο κ. Τσακαλώτος προέρχεται από εκείνη τη σχολή σκέψης από την οποία χαρακτηριστικά αποφοιτούν οι ιδεοληπτικοί: τα προβλήματα θα έπρεπε να είναι διαφορετικά από αυτά που είναι. Οι ιδεοληπτικοί διεκτραγωδούν την πραγματικότητα διότι δεν τους επιτρέπει να ξεδιπλώσουν απρόσκοπτα τις «ιδέες» τους για τον κόσμο – η πραγματικότητα είναι εμπόδιο, όχι πρώτη ύλη για επεξεργασία. Στην ουσία αισθάνονται ως μέλη μονοθεματικών, αλτρουιστικών ΜΚΟ (εξαιρετικά ευγενές  καθαυτό), πλην όμως αξιώνουν να κυβερνούν σύνθετες, ετερογενείς, πολυθεματικές κοινωνίες, στις οποίες κυριαρχεί η σύγκρουση συμφερόντων και αξιών. Ενώ ο κυβερνητικός ρόλος επιτάσσει λήψη και υλοποίηση δύσκολων αποφάσεων, δεν διαθέτουν τη διανοητική, προσληπτική και ψυχολογική σκευή για να το κάνουν. Η τετραετία 2015-2019 δεν είναι μακρινή.

«Μπορεί κάποιος να είναι και ριζοσπαστικός και ρεαλιστής;», ρωτά εύστοχα ο κ. Γιαννακίδης. «Ναι», απαντά ευθύβολα ο κ. Τσακαλώτος. «Να σας δώσω ένα παράδειγμα», συνεχίζει ως καλός ακαδημαϊκός δάσκαλος. «Μπορείς να έχεις μια αυστηρή γραμμή εναντίον των pushbacks, λέγοντας ότι αυτό δεν είναι ανθρωπιστική αντιμετώπιση, και ταυτοχρόνως να αναπτύξεις μια ρεαλιστική στρατηγική ένταξης των μεταναστών σε συγκεκριμένες περιοχές ώστε να βοηθήσεις τον πρωτογενή τομέα». Η ιδεοληψία ξαναχτυπά – ανακατασκευάζει το πρόβλημα για να το φέρει στα μέτρα της. Μακάρι να ήταν τόσο απλό κ. Τσακαλώτο!

Οι επαναπροωθήσεις (pushbacks) είναι μια νομικώς και ηθικώς επιλήψιμη εκδοχή του ευρύτερου θέματος της προστασίας συνόρων. Το δύσκολο ερώτημα είναι: πώς προστατεύει μια χώρα τα σύνορά της, σεβόμενη συγχρόνως τις διεθνείς δεσμεύσεις της, οι οποίες προνοούν για την προστασία των δικαιωμάτων των παράτυπων μεταναστών; Ο κ. Τσακαλώτος το αποφεύγει. Για τους ιδεοληπτικούς θα ήταν ιδεώδες να μη χρειάζονται προστασία τα σύνορα – να είναι οι άνθρωποι αδέλφια. Ελα, όμως, που, συχνότατα, δεν αισθάνονται ότι είναι!

Πώς ασκεί μια δημοκρατική κυβέρνηση τη βία που συνήθως συνοδεύει την προστασία των συνόρων; Τσιμουδιά ο κ. Τσακαλώτος. Πού εστιάζει; Στη «ρεαλιστική στρατηγική ένταξης των μεταναστών σε συγκεκριμένες περιοχές». Θαυμάσια. Λίγοι θα διαφωνήσουν. Πώς, όμως, το πετυχαίνει αυτό μια κυβέρνηση όταν αντιτίθενται οι τοπικές κοινωνίες;

Ιδού ένα παράδειγμα από τη γενέτειρά μου, το Καρπενήσι. Τον Απρίλιο 2020, παρά τις απαγορεύσεις μετακινήσεων λόγω κορονοϊού, αρκετοί κάτοικοι του Καρπενησίου πραγματοποίησαν συγκέντρωση διαμαρτυρίας («Πρώτο Θέμα, 23/4/2020), κοντά στην είσοδο της πόλης προκειμένου να αποτρέψουν την άφιξη λεωφορείων που θα μετέφεραν 108 μετανάστες και πρόσφυγες. Τη διαμαρτυρία υποστήριξαν οι πλείστοι τοπικά εκλεγμένοι αξιωματούχοι, καθώς και ιερωμένοι με κύρος.

Η κυβέρνηση τελικά υποχώρησε και το σχέδιο εγκατάστασης ακυρώθηκε. Ερώτημα: πώς θα χειριζόταν ο πρωθυπουργός Τσακαλώτος τέτοιες αντιδράσεις; Περαιτέρω: πώς θα χειριζόταν τις τοπικές αντιδράσεις, σε διάφορα μέρη της χώρας, κατά των ανεμογεννητριών; («Οχι στον βιασμό των βουνών μας» είναι το σύνθημα που θα δεις κανείς προσεγγίζοντας το Καρπενήσι).

«Πώς βλέπετε την κατάσταση της δημοκρατίας μας;», ρωτάει ο κ. Γιαννακίδης τον κ. Τσακαλώτο. Ο κ. Τσακαλώτος απαντά μια μία μικρή διάλεξη περί «ανελεύθερης» δημοκρατίας. «Υπάρχει ένας αγγλικός όρος, «illiberal democracy». Είναι το σύστημα που καλύπτει μη δημοκρατικές πρακτικές πίσω από τα προσχήματα της αστικής δημοκρατίας. Είναι η δημοκρατία του Ορμπαν, αυτό που βλέπουμε στην Πολωνία και στην Ιταλία της Μελόνι. Με ισχυρούς ομίλους που ελέγχουν τα media και τα δικαιώματα μπαίνουν στην άκρη.

Η Ελλάδα δεν έχει φτάσει εκεί, αλλά η Νέα Δημοκρατία μεταφέρει τέτοια στοιχεία. Δείτε τι έγινε με τις υποκλοπές, πώς αντιμετωπίζονται οι Ανεξάρτητες Αρχές, πόσο αργή είναι η Δικαιοσύνη και πόση στήριξη έχει η κυβέρνηση από τα μέσα ενημέρωσης. (…) Αλλο παράδειγμα: Είναι δυνατόν η ΕΡΤ να υπάγεται στο γραφείο του Πρωθυπουργού; Και γιατί η επιλογή της ηγεσίας της ΕΡΤ να μη γίνεται μέσα από ευρύτατες συναινέσεις;».

Ολες οι εμπειρικές διαπιστώσεις του κ. Τσακαλώτου είναι ορθές. Με μια κρίσιμη διαφορά: η χειραγώγηση και/ή κομματικοποίηση Ανεξάρτητων Αρχών, της Δικαιοσύνης, καθώς και δημόσιων οργανισμών όπως η ΕΡΤ, η δημόσια διοίκηση και τα νοσοκομεία δεν εφευρέθηκαν από τη ΝΔ αλλά είναι πάγια γνωρίσματα της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας μας.

Κι αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα: ο τρόπος που τα κόμματα εξουσίας κυβερνούν – η κομματοκρατική αντίληψη των θεσμών, τα ανεπιθύμητα από τις κυβερνήσεις θεσμικά αντίβαρα, η απουσία ανεξάρτητης από την κυβερνητική εξουσία θεσμικής λογικής. Τι απέτρεψε την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ να διορίσει πρόσωπο ευρείας συναίνεσης ως πρόεδρο της ΕΡΤ ή ως επικεφαλής της ΕΥΠ το 2015; Γιατί έκανε κομματικούς διορισμούς στη διοίκηση των νοσοκομείων;

Στοιχείο της ιδεοληπτικής σκέψης είναι η άκριτη μεταφορά εννοιών από διαφορετικά συμφραζόμενα. Ο ομιλητής αποτρέπεται, έτσι, από το να βλέπει με διαύγεια τη συγκεκριμένη πραγματικότητα που αντιμετωπίζει – τα δικά του συμφραζόμενα. Οι εισηγμένες έννοιες λειτουργούν ως παραμορφωτικός φακός.

Το πρόβλημα με τη δημοκρατία μας δεν είναι ότι είναι «ανελεύθερη», όπως στην Ουγγαρία ή την Τουρκία, αλλά ότι, διαχρονικώς, για ιστορικούς λόγους, είναι κομματοκρατική. Τα εννοιολογικά δάνεια ίσως δείχνουν ευρυμάθεια και κοσμοπολιτισμό αλλά  δεν δείχνουν το μείζον για έναν υποψήφιο πρωθυπουργό: αίσθηση της πραγματικότητας που φιλοδοξεί να χειριστεί. Ο ιδεοληπτικός χρησιμοποιεί τις έννοιες φενακιστικά, όχι διαφωτιστικά.

«Να ιδρυθούν μη δημόσια πανεπιστήμια;», ρωτά ο κ. Γιαννακίδης. Προσέξτε πόσο προσεκτική είναι η διατύπωση («μη δημόσια», όχι ιδιωτικά). Δείτε την απάντηση Τσακαλώτου. Ταυτίζει τα «μη δημόσια» με τα «ιδιωτικά» πανεπιστήμια για να καταρρίψει την ιδέα. Με λίγα λόγια, κατασκευάζει έναν αχυράνθρωπο για να τον γκρεμίσει. «Ιδιωτικά πανεπιστήμια δεν υπάρχουν στην Ευρώπη», λέει. «Κάποιες περιοχές της κοινωνίας πρέπει να είναι προστατευμένες από την αγορά, με άλλες αξίες. Εδώ και αιώνες στην Ευρώπη τα πανεπιστήμια είναι κάτι ξεχωριστό, δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν ως επιχείρηση».

Αντιπαρέρχομαι το γεγονός ότι αυτά τα λέει κάποιος που αποφοίτησε από ένα από τα πιο ακριβά και καλά ιδιωτικά σχολεία του Ηνωμένου Βασιλείου, για να επικεντρωθώ στις ανακρίβειες του συνεντευξιαζόμενου. Το Πανεπιστήμιο Μποκόνι στην Ιταλία και το Πανεπιστήμιο της Ναβάρα στην Ισπανία, και τα δύο διεθνώς διακεκριμένα ιδρύματα, δεν είναι μη δημόσια πανεπιστήμια, κ. Τσακαλώτο; To περίφημο Sciences PO στη Γαλλία, ένα από τα καλύτερα ερευνητικά πανεπιστήμια στις κοινωνικές και πολιτικές επιστήμες παγκοσμίως, δεν ιδρύθηκε ως ιδιωτικό, κ. Τσακαλώτο;

«Υπάρχει και κάτι ακόμα», λέει ο πρώην υπουργός. «Αν καταργηθεί το άρθρο 16, θα προκύψει και θέμα διδάκτρων στα πανεπιστήμια». Πότε είναι η τελευταία φορά που επισκέφθηκε το πανεπιστήμιό του ο κ. Τσακαλώτος; Το ΕΚΠΑ και το Οικονομικό Πανεπιστήμιο χρεώνουν, εδώ και κάμποσα χρόνια, δίδακτρα για τα μεταπτυχιακά τους. Μήπως αυτή η πρακτική γενικευθεί στα προπτυχιακά, μετά την κατάργηση του άρθρου 16; Οχι απαραίτητα. Οι προπτυχιακοί φοιτητές των δημοσίων πανεπιστημίων στη Γαλλία, την Ισπανία και την Ιταλία δεν πληρώνουν δίδακτρα.

Δεν θα σας κουράσω άλλο. Αν ένας από τους πιο μορφωμένους και κοσμοπολίτες πολιτικούς του ΣΥΡΙΖΑ σκέπτεται έτσι, αντιλαμβάνεστε τη διανοητική ένδεια αυτού του κόμματος. Δεν ξέρω αν θα εκλεγεί ο κ. Τσακαλώτος πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε με ενδιαφέρει ιδιαίτερα. Ξέρω όμως ότι, με τέτοιες απόψεις, δεν πρέπει να γίνει πρωθυπουργός.


* Ο Χαρίδημος Κ. Τσούκας είναι καθηγητής Στρατηγικής Διοίκησης στην Εδρα Columbia Ship Management στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και ερευνητής καθηγητής Οργανωσιακής Συμπεριφοράς στο Πανεπιστήμιο Warwick (www.htsoukas.com)