«Nighthawks» (1942), ελαιογραφία του Εντουαρντ Χόπερ | Art Institute of Chicago/ Public Domain
Απόψεις

Πόσο χρόνο ακόμα να σκοτώσεις;

Τώρα που επιστρέφουμε ξανά στο παλιό normal (ό,τι και να σημαίνει αυτό), επιστρέφουμε και στις παλιές εμμονές για τη συνετή αξιοποίηση του χρόνου μας. Δεν έχεις πλέον κανένα άλλοθι να «σαπίζεις» με τις ώρες πάνω στον καναπέ (διότι δεν πλατσουρίζεις πλέον στα λιμνάζοντα νερά της παγκόσμιας Μεγάλης Παράλυσης)
Λένα Παπαδημητρίου

Ακουσα προ ημερών για μια παρέα παιδιών που δίνουν σε λίγο Πανελλήνιες και οργανώνουν τον χρόνο τους με το «Study Bunny» (άλλο Bunny από αυτό της πασχαλινής διαφήμισης με τον Μπουγά).

Πρόκειται για μια παβλοφικής έμπνευσης εφαρμογή που σε βοηθά να οργανώνεις το διάβασμά σου. Αν δεν μελετάς τον χρόνο που πρέπει, το γκρίζο λαγουδάκι της οθόνης δακρύζει. Δυστυχώς, μια καθηγήτρια στο φροντιστήριο τους είπε να το «κόψουν» μαχαίρι το «Study Bunny». «Δεν είστε ούτε μωρά ούτε ηλίθια», τους είπε.

Τώρα που επιστρέφουμε ξανά στο παλιό normal (ό,τι και να σημαίνει αυτό), επιστρέφουμε και στις παλιές εμμονές για τη συνετή αξιοποίηση του χρόνου μας. Δεν έχεις πλέον κανένα άλλοθι να «σαπίζεις» με τις ώρες πάνω στον καναπέ (διότι δεν πλατσουρίζεις πλέον στα λιμνάζοντα νερά της παγκόσμιας Μεγάλης Παράλυσης).

Υπάρχει, αντιθέτως, μια αίσθηση κατεπείγοντος, να αναπληρωθεί, βρε αδελφέ, ο χαμένος χρόνος τριών ολόκληρων ετών. Διόλου τυχαίο ότι οι «influencer της παραγωγικότητας» έχουν επανακάμψει. Tο ίδιο και τα διάφορα «morning routine» «ψώνια» που σε καλούν να ξυπνήσεις αχάραγα, να κανείς μερικούς Χαιρετισμούς στον Ηλιο, να πιεις έναν Instagrammable αντιοξειδωτικό χυμό και να σηκώσεις –όλο χαρά– τα μανίκια για ζωή και δουλειά.

Οι ουλές που δεν φεύγουν

Το πρόβλημα είναι ότι τα τρία αυτά χρόνια μάς έχουν αφήσει τα σημάδια τους. Είναι ο εθισμός στα σόσιαλ μίντια (καλό είναι να μην γνωρίζουμε πόσες από τις 4.000 πάνω-κάτω επίγειες εβδομάδες μας θα «σκοτώσουμε» χαζεύοντας γάτες και μωρά στο ΤikTok). Είναι οι «κακές» ρουτίνες που έχουν εδραιωθεί. Προσωπικώς, αδυνατώ να κόψω τη λεγόμενη «revenge bedtime procrastination» (κάθεσαι να κάνεις κάτι που σου αρέσει αργά τη νύχτα, όταν όλοι κοιμούνται, αλλά καταλήγεις σαν την Κέιτ Mπλάνσετ στο «Τár»).

Συνεχίζουν, δυστυχώς, ακόμα να  μας ταλαιπωρούν –και ας έχουν κάπως εξασθενήσει– οι διάφορες στρεβλώσεις στην αντίληψη του χρόνου  (λες «πέρυσι» και εννοείς το 2019). Υπάρχει, επιπλέον, μια αίσθηση ότι ο χρόνος μετράται πλέον με συμφορές: τη δεύτερη χρονιά της πανδημίας, ένας χρόνος από τον πόλεμο στην Ουκρανία, το πρωί του σεισμού στην Τουρκία, μετά τα Τέμπτη. Εμμένουν, επίσης, εκείνες οι σουβλιές ματαιότητας: «Θέλω να γυρίσω στους τρελούς ρυθμούς που ζούσα πριν;».   

Η χαρά να κάνεις λιγότερα

Οι ειδικοί δεν μπορούν παρά να λάβουν υπ’ όψιν τους τα νέα δεδομένα. Τα παλιά κλισέ (π.χ. «Ο χρόνος είναι χρήμα») δεν πείθουν πια κανέναν. Ο χρόνος είναι κάτι πολύ πολυτιμότερο. Σύμφωνα με τη φετινή έρευνα Workmonitor της Randstat, ένα συντριπτικό 84% των εργαζομένων αναζητούν τη δυνατότητα επιλογής ωραρίου για την εργασία τους.

Ενδεικτική η εκτενής συνέντευξη, προ ημερών, στους Financial Times, ενός από τους μεγαλύτερους time management γκουρού παγκοσμίως. Πρόκειται για τον σπουδαγμένο στο ΜΙΤ Καλ Νιούπορτ, σήμερα αναπληρωτή καθηγητή Πληροφορικής στο Πανεπιστήμιο Τζορτζτάουν της Ουάσινγκτον (γνωστός και στην Ελλάδα με το βιβλίο του «Deep work: Μάθε να είσαι αποτελεσματικός και παραγωγικός», από τις εκδόσεις Παπασωτηρίου).

Εχοντας βιώσει και ο ίδιος τις απανωτές ματαιώσεις της πανδημίας (παραγωγικότης 0 το 2020, με τρία μικρά παιδιά στο σπίτι), ο εξαιρετικά λαοφιλής Νιούπορτ (τα βιβλία του έχουν πουλήσει 2 εκατ. αντίτυπα, ενώ 300.000 ακούν κάθε μήνα το podcast του «Deep Questions») προσάρμοσε τις συμβουλές του στη νέα κατάσταση.

Οπως τονίζει στους FT: «Πιστεύω πραγματικά ότι η ποιότητα της εργασίας μας είναι σημαντικά χαμηλότερη από ό,τι ήταν 15 χρόνια πριν, μολονότι οι άνθρωποι  δουλεύουν πιο σκληρά, είναι πιο απασχολημένοι και είναι σημαντικά πιο κουρασμένοι». Ως εκ τούτου, ο Νιούπορτ προκρίνει τη «slow productivity» («αργή παραγωγικότητα»), που μοιάζει να ταιριάζει γάντι στον πληγωμένο κόσμο μας.

Οι  βασικές αρχές της είναι, εν ολίγοις, τρεις:  α) Κάνεις λιγότερα πράγματα 2) Εργάζεσαι με φυσικό ρυθμό 3) Eπικεντρώνεσαι εμμονικά στην ποιότητα.

Ο Γαλιλαίος και ο Νεύτων ήταν, χωρίς να το γνωρίζουν, από τους πιο παθιασμένους followers της «αργής παραγωγικότητας» (18 χρόνια ο πρώτος για το πείραμα του εκκρεμούς, τέσσερα χρόνια ο δεύτερος για το πρώτο άρθρο για τη θεωρία της βαρύτητας και άλλα τρία για να επεκτείνει αυτό το άρθρο στα τρία βιβλία της Philosophiae Naturalis Principia Mathematica. Εξυπακούεται, βέβαια, ότι αμφότεροι δεν  τσέκαραν κάθε μισή ώρα τα μέιλ τους.

Διόλου τυχαίο ότι, σύμφωνα πάντα με τον Νιούπορτ, η απομάκρυνση από τις οθόνες (και «η καλλιέργεια της πλήξης ως μέσο για τη βαθιά επίλυση προβλημάτων και τη στρατηγική σκέψη») είναι σαφώς ένα από τα βασικά κλειδιά για την παραγωγική αξιοποίηση του χρόνου μας.

Eίναι εκείνο που, υποθέτω, θα μας δώσει χώρο και για τις νέες, μεταπανδημικές μας προτεραιότητες: την πνευματική μας υγεία, τους δικούς μας ανθρώπους, αυτά που πραγματικά θέλουμε να κάνουμε (την ώρα που κάνουμε bingeing στο 1.200ό επεισόδιο μιας σειράς του Netflix).

Ο,τι και να λένε, βέβαια, οι ταχύτατα πολλαπλασιαζόμενοι time management γκουρού, σημασία έχει να πάρουμε εμείς οι ίδιοι τον χρόνο στα χέρια μας. Διαφορετικά, θα συνεχίσουμε να τον «σκοτώνουμε» αναίσχυντα με βίντεο κουταβιών που τραγουδούν στο TikTok. Να τον οριοθετούμε με apps του τύπου «Study Bunny». Και να τον απολαμβάνουμε μόνο τα τριήμερα.