Αν έχω καταλάβει καλά, στον ΣΥΡΙΖΑ θέτουν εν χορώ ζήτημα δημοκρατίας, διαμαρτυρόμενοι για το ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποφεύγει, όπως καταγγέλλεται από την Κουμουνδούρου, μια τηλεοπτική μονομαχία με τον Αλέξη Τσίπρα, εν όψει των εκλογών της 21ης Μαΐου. Ο κ. Τσίπρας το είπε ξανά στη Βουλή τη Μ. Τρίτη: Ο κ. Μητσοτάκης «αρνείται όπως ο διάβολος το λιβάνι μια δημόσια τηλεοπτική αντιπαράθεση διότι γνωρίζει –όπως γνωρίζουν και οι επικοινωνιολόγοι– ότι δεν θα τα πάει καλά». Μετά ήρθε η Πόπη Τσαπανίδου και το εξειδίκευσε: «Εμείς ζητήσαμε να έρθει μόνος του ο κ. Μητσοτάκης. Αλήθεια, γιατί δεν έρχεται; Γιατί το αποφεύγει;».
Μισό λεπτό, όμως. Να δεχτώ ότι μια τηλεοπτική μονομαχία του Πρωθυπουργού με τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ με λυμένο το ζωνάρι είναι ζήτημα πολιτικής δραματουργίας. Ζήτημα κομματικού εγωισμού. Ή ακόμα και ζήτημα τηλεοπτικής λαιμαργίας, να υπάρξει δηλαδή περιεχόμενο για να καταναλώσουν μια ωραία βραδιά ο τηλεθεατής και ο χρήστης των social media και έπειτα ο αναγνώστης της εφημερίδας η οποία θα ανακηρύξει το επόμενο πρωινό νικητή και χαμένο. Αλλά από πού προκύπτει το ζήτημα δημοκρατίας;
Για να μην παρεξηγηθώ, δεν είμαι από αυτούς που θεωρούν τα ελληνικά ντιμπέιτ βαρετά, δυσκίνητα, «ξύλινα» και δολοφόνους τηλεθέασης –αντιθέτως είναι πολύ χρήσιμα και απαραίτητα για να έχεις μια γενική εικόνα τού πώς στέκονται οι πολιτικοί αρχηγοί, πώς στέκονται πολιτικά, με βάση τις θέσεις τους, αλλά και σε ένα τηλεοπτικό στούντιο μεταξύ τους, ως άνθρωποι. Εχω επιχειρηματολογήσει υπέρ ακόμα και για εκείνο το μάλλον ξεχασμένο και όμως τελευταίο έως τώρα ντιμπέιτ που είχε διοργανώσει η ΕΡΤ τον Νοέμβριο του 2021 για την αρχηγία του Κινήματος Αλλαγής, από το οποίο είχε λάμψει διά της απουσίας του ο Γιώργος Παπανδρέου και συμμετείχαν πέντε άλλοι υποψήφιοι.
Ομως, ιδού η κρίσιμη λεπτομέρεια: για να υπηρετεί τη δημοκρατία το προεκλογικό ντιμπέιτ, για να είναι όντως δημοκρατικό, πρέπει να τους περιλαμβάνει όλους· δεν μπορεί να είναι με το έτσι θέλω μια μονομαχία μεταξύ δύο, δεν μπορεί δηλαδή να προεξοφλεί ότι το διακύβευμα της κάλπης είναι μια υπόθεση ανάμεσα σε δύο πρόσωπα.
Σύμφωνοι, ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης έχει αναγάγει τις εκλογές σε μια απόφαση «με εμένα ή με τον Τσίπρα», αλλά, για να το αντιστρέψω, ο κ. Τσίπρας δεν είναι αυτός που ομνύει στην απλή αναλογική και στην κουλτούρα των συνεργασιών; Σε μια μονομαχία του με τον κ. Μητσοτάκη όπως την ονειρεύεται, πού θα είναι όλοι αυτοί με τους οποίους θα συγκυβερνήσει; Θα είναι δημοκρατικό για τον Νίκο Ανδρουλάκη, για τον Δημήτρη Κουτσούμπα, για τον Γιάνη Βαρουφάκη ή για τον Κυριάκο Βελόπουλο;
Σύμφωνοι και πάλι, όντως υπήρξαν στο παρελθόν τηλεοπτικές μονομαχίες, ένας εναντίον ένα. Ομως, από εκείνη την πρώτη απόπειρα, τον Σεπτέμβριο του 1996, ανάμεσα στον Κώστα Σημίτη και τον Μιλτιάδη Εβερτ, έως τις ημέρες μας έχουν αλλάξει πολλά και κυρίως έχει υπάρξει η κατάρρευση του παραδοσιακού δικομματισμού. Ντιμπέιτ-μονομαχίες είχαν λόγο ύπαρξης όταν οι αυτοδυναμίες ήταν δεδομένες και τα δύο μεγάλα κόμματα είχαν μαζί ποσοστά πάνω από 80%.
Τώρα, ιδίως τώρα που έχουμε απλή αναλογική και το ζητούμενο, θεωρητικά τουλάχιστον, είναι μια μετεκλογική κυβέρνηση συνεργασιών, πόσο δημοκρατικό είναι να αποκλείεις από τη δημόσια συζήτηση έναν πολιτικό αρχηγό που διεκδικεί «ισχυρό διψήφιο ποσοστό» και θέτει προϋποθέσεις για το ποιος θα είναι ο επόμενος Πρωθυπουργός;
Ας πούμε ότι ο κ. Μητσοτάκης έχει τους λόγους του να αποφεύγει ένα τετ α τετ με τον κ. Τσίπρα. Ο τελευταίος γιατί δεν θέλει ένα ντιμπέιτ και με τους άλλους αρχηγούς; Δεν το ήθελε ούτε το 2019 και δεν φαίνεται να το πολυθέλει ούτε τώρα. «Γιατί δεν έρχεται; Γιατί το αποφεύγει;», που θα έλεγε και η Πόπη Τσαπανίδου;