Για πολλά χρόνια, κατά την εβδομάδα λειτουργίας της Διεθνούς Εκθέσεως Θεσσαλονίκης, η παρουσία του Πρωθυπουργού και εν συνεχεία των αρχηγών των κομμάτων της αντιπολίτευσης, δεν έβγαζε ειδήσεις. Πέραν του πανηγυρικού κλίματος, λίγα ήταν αυτά για τα οποία γινόμασταν σοφότεροι. Συνήθως επαναλαμβανόταν η πολιτική που ακολουθείται από την κυβέρνηση και την αντιπολίτευση με μικρές επεξηγήσεις και εξαγγελίες, ανάλογα με το πού βρισκόμασταν στον εκλογικό κύκλο –άλλη ένταση στην αρχή, άλλη στο τέλος.
Η φετινή ωστόσο εβδομάδα της παρουσίας των πολιτικών αρχηγών μας έκανε σοφότερους. Ισως γιατί η φετινή πολιτική σεζόν που ξεκινάει παραδοσιακά κάθε Σεπτέμβριο από τη Θεσσαλονίκη καταλήγει σε διπλή κάλπη. Τόσο ο Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά το Σαββατοκύριακο της έναρξης, όσο και οι Ανδρουλάκης, Κουτσούμπας και Τσίπρας, που διαδοχικά τον ακολούθησαν, άνοιξαν τα χαρτιά τους και κατέστησαν ευκρινείς τις εκλογικές επιδιώξεις τους, ενώ περιέγραψαν το πλαίσιο της στρατηγικής που θα ακολουθήσουν μέχρι να στηθούν οι κάλπες στο τέλος της άνοιξης του 2023, όταν ολοκληρωθεί και η τετραετής θητεία της κυβέρνησης, όπως τουλάχιστον δηλώνει σταθερά ο Πρωθυπουργός.
Ο κ. Μητσοτάκης έθεσε ευθέως το δίλημμα; «Αυτοδυναμία της ΝΔ ή ακυβερνησία». Ξεκαθάρισε ότι θα επιδιώξει τη νίκη για ανανέωση της κυβερνητικής του θητείας σε διπλές εκλογές, με την προειδοποίηση ότι τυχόν απόπειρα σχηματισμού κυβέρνησης, στις πρώτες εκλογές της απλής αναλογικής, από τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης χωρίς τη ΝΔ, που προβλέπεται να είναι πρώτη, θα συνιστά πολιτική τερατογένεση.
Ο κ. Μητσοτάκης ταυτόχρονα ανέδειξε τη σημασία που έχει η ΝΔ να πάρει όσο γίνεται υψηλότερο ποσοστό στις πρώτες εκλογές, ώστε να είναι πιο εφικτός ο στόχος της αυτοδυναμίας στις δεύτερες εκλογές που θα γίνουν με τον νόμο της ενισχυμένης αναλογικής και μπόνους 40 έδρες στο πρώτο κόμμα. Με τον τρόπο αυτό επιχείρησε να ακυρώσει τη λογική της χαλαρής ψήφου των πρώτων εκλογών όπως συνήθως συμβαίνει στην απλή αναλογική και να «στριμώξει» παράλληλα τον ΣΥΡΙΖΑ και κυρίως το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής.
Με δεδομένη την άρνηση του Δημήτρη Κουτσούμπα να τηρήσει το ΚΚΕ ανοχή σε κυβέρνηση «τερατογένεσης», ο Αλέξης Τσίπρας αντελήφθη ότι ο μόνος δρόμος για να έχει ελπίδα έναντι του Κυριάκου Μητσοτάκη ήταν να αλλάξει τακτική: αντί της «κυβέρνησης των ηττημένων», που εμμέσως πλην σαφώς παραδέχθηκε ότι δεν περπατάει, επιχείρησε να πολώσει τη αντιπαράθεση με τον κ. Μητσοτάκη επιδιώκοντας να μετατρέψει το αντιδεξιό μέτωπο σε «αντι-Μητσοτακικό μέτωπο» (δεν έχει όρια η συμμετοχή, δήλωσε). Ενδεχομένως για να δώσει προσωπικό χαρακτήρα αναμέτρησης, με το βλέμμα στη διαχείριση μιας διπλής εκλογικής αποτυχίας.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης, από την πλευρά του, ανέδειξε και αυτός τη σημασία της ψήφου στο ΠΑΣΟΚ στις εκλογές της απλής αναλογικής: με το αίτημα για ισχυρή εντολή, άφησε ανοικτά όλα τα ενδεχόμενα κυβερνητικής σύμπραξης, ενώ «έκαψε» ως «ψεκασμένη», όπως τη χαρακτήρισε, την προοπτική κυβερνητικής συνεργασίας των προοδευτικών κομμάτων που προτείνει ο ΣΥΡΙΖΑ. Στην ουσία είπε ότι όσο μεγαλύτερο ποσοστό πάρει το ΠΑΣΟΚ στην απλή αναλογική, τόσο πιο απαιτητικοί θα είναι οι όροι του για πιθανή συνεργασία με τη ΝΔ, η οποία σε αυτήν τη περίπτωση θα είναι αποδυναμωμένη. Σε αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή δεν είναι ισχυρή η εντολή, ο κ. Μητσοτάκης θα έχει αυξημένες πιθανότητες να κερδίσει την αυτοδυναμία στις δεύτερες εκλογές.