«αρχ. ἄσυλον < ἄσυλος «ασφαλής (από σύληση και βεβήλωση), απαραβίαστος» [πβ. Ευριπ.: αὐτὴ δ’ ἐάνπερ εἰς ἐμοὺς ἔλθῃς δόμους, μενεῖς ἄσυλος] < ἀ- στερητ. + ρ. συλῶ. Ήδη αρχ. το παράγωγο ἀσυλ-ία. Το αρχ. επίθ. ἄσυλος σήμαινε «απαραβίαστος, αυτός που δεν επιτρέπεται να συληθεί» και ως εκ τούτου «ασφαλής». Η λ. χρησιμοποιήθηκε τόσο για πρόσωπα όσο και για τόπους, ιδίως για ναούς ή ιερούς τόπους, στους οποίους κανείς δεν μπορούσε να πειράξει όποιον κατέφευγε εκεί για να ζητήσει προστασία, δηλ. ασυλία, ακόμη και αν ήταν κακοποιός. Τέτοια ἄσυλα τεμένη, δηλ. ναοί και ιερά σημεία που παρείχαν ασυλία, υπήρχαν πάρα πολλά στον αρχαίο κόσμο, σε βαθμό που κατά την αυτοκρατορική περίοδο τής Ρώμης υπήρξαν ρυθμίσεις περιορισμού των χώρων που θα θεωρούνταν ἄσυλοι, ώστε να αποφεύγεται η υπόθαλψη παρανόμων κ.ά. !»
Ως πανεπιστημιακό ὄν (και πρώην πρύτανης) σέβομαι πραγματικά το άσυλο ως ιδέα, ως παράδοση, ως ιστορική πραγματικότητα (κατά τη διάρκεια τής επταετούς δικτατορίας). Το ίδιο ίσχυε και ισχύει, στην ουσία, για την πλειονότητα των πανεπιστημιακών (καθηγητών, φοιτητών, διοικητικών) και, βεβαίως, για το ευρύτερο κοινό, ιδίως για γονείς με φοιτητές στα Πανεπιστήμια. Κι αυτή η στάση (σεβασμού, εκτίμησης, κατανόησης) υπήρχε σε προηγούμενα χρόνια, μολονότι δεν έλειπαν εντελώς κάποια φαινόμενα παρέκκλισης από θερμόαιμους φοιτητές —προσοχή! από φοιτητές, όχι… εξωπανεπιστημιακούς— οι οποίοι υπερέβαλαν στη συμπεριφορά τους (κάποια πανώ, κάποιες καταλήψεις, κάποιες «δυναμικές» παρεμβάσεις, κάποιες αλληλοφοιτητικές συγκρούσεις κ.ά.).
Αυτά μέχρι τα τελευταία χρόνια που οι κυβερνώντες τη χώρα, εκλεγμένοι φυσικά από τον ελληνικό λαό, τήρησαν μια άλλη στάση στο θέμα τού πανεπιστημιακού ασύλου. Με παραλείψεις, με εξωπραγματικές νοητικές συλλήψεις ή/και προτάσεις (χαρακτηριστικό το πόρισμα τής «Επιτροπής Παρασκευόπουλου») και κυρίως με μια υπερβολική, βλαπτική, ανεκτική έως ενθαρρυντική στάση, ιδεολογικής ή και ιδεοληπτικής υφής, θεώρησαν ως «ἀσύλους» πάντες τους ανεξέλεγκτα εισερχο-εξερχομένους στους πανεπιστημιακούς χώρους ασχέτως ιδιότητας, παράνομης δραστηριότητας, έλλειψης οιασδήποτε σχέσης τους με τα Πανεπιστήμια.
Αποτέλεσμα: οι πανεπιστημιακοί χώροι κατήντησαν τα τελευταία χρόνια χώροι ποικίλης συσσωρευμένης επικίνδυνης παραβατικότητας που προκαλούν το κοινό αίσθημα και χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης για το ίδιο το κύρος των πανεπιστημίων και τη σοβαρότητα τής χώρας μας γενικότερα.
Έτσι, η νέα Κυβέρνηση στο θέμα αυτό, υιοθετώντας το μέτρο «τής κατάργησης τού ασύλου», δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να ανταποκρίνεται στο κοινό αίσθημα που έχει διαμορφωθεί στη χώρα από την κατάσταση που προηγήθηκε και ισχύει σήμερα. Επαναλαμβάνω: σήμερα. Επίσης, κι είναι σημαντικό αυτό, δεν απέκρυψε προεκλογικά ζητώντας την ψήφο τού ελληνικού λαού τη θέση της και τις προθέσεις της στο συγκεκριμένο θέμα —ευκαίρως ακαίρως. Άρα, έχει νομίμως και με τον πιο δημοκρατικό τρόπο την έγκριση για αυτή τη στάση της που έχει προαναγγείλει και έχει δεσμευθεί να πραγματοποιήσει.
Ας προσεχθεί, όμως, παρά ταύτα και μεταξύ άλλων «η νομική διατύπωση», ώστε να αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά η παραβατικότητα και να μη παραβιάζεται η ιδέα τής πανεπιστημιακής ελευθερίας στην έκφραση ιδεών, θέσεων και απόψεων, ούτε να οδηγηθούν τα πανεπιστήμια από το ένα άκρο στο άλλο: από «άντρα παραβατικότητας» σε «άντρα αστυνομοκρατίας»! Προσωπικά, πιστεύω ότι οι πανεπιστημιακοί και οι πανεπιστημιακές αρχές θα χειρισθούν το θέμα με την επιβαλλόμενη διακριτικότητα και αίσθηση ευθύνης, ώστε να αποφευχθούν ακραίες καταστάσεις επεμβάσεων. Κι από την άλλη πλευρά, όσοι εκλέγονται να διοικήσουν τα πανεπιστήμια αναλαμβάνουν συγχρόνως και την ευθύνη έναντι των συναδέλφων τους και τής Πολιτείας να προστατεύσουν το πανεπιστήμιο από προφανείς έκνομες πράξεις και δραστηριότητες απ’ όπου κι αν προέρχονται. Καλά με όλους δεν μπορούν να τά ‘χουν…
Τους «ἀσύλους» που λυμαίνονται σήμερα τα Πανεπιστήμια δεν νομιμοποιείται κανείς να τους αφήσει ανοικτό τον δρόμο τής παρανομίας εν ονόματι τής «ελευθερίας τού πανεπιστημιακού ασύλου». Όσοι το κάνουν για κομματικά ή άλλα οφέλη —φανερά ή λανθανόντως, ρητά ή υπόρρητα— το γε νυν έχον έρχονται σε σύγκρουση με το ευρύτερο λαϊκό αίσθημα για το θέμα. Ας το ζυγίσουν καλά.
Ως πανεπιστημιακό, που γνωρίζω άμεσα και διαχρονικά το θέμα, με ενοχλεί —το εξομολογούμαι— τόσο η δαιμονοποίηση τού θέματος (είναι υπερβολή δηλ. να νομίζουμε ότι η αναβάθμιση των πανεπιστημίων μας εξαρτάται από … το πανεπιστημιακό άσυλο!) όσο και η ιδεολογικοποίηση τού θέματος (η ανεδαφική ζημιογόνος υπερβολή ότι η συσσωρευμένη παραβατικότητα σε σχέση με το πανεπιστημιακό άσυλο είναι περίπου… σεβαστή ως μορφή δημοκρατικής ελευθερίας —για ποιους;— και ότι οι πρυτανικές αρχές θα αντιμετωπίσουν από μόνες τους το θέμα και μάλιστα με «το ιδεολόγημα τής Επιτροπής Παρασκευόπουλου»!). Και τα Πανεπιστήμια χρειάζονται πολλά άλλα και ουσιαστικά μέτρα για να αναβαθμιστούν (επαρκή κρατική χρηματοδότηση πέρα τής όποιας αυτοχρηματοδότησής τους, πλήρη και ουσιαστική αυτοδιοίκηση για τη λήψη σημαντικών αποφάσεων, επαρκή στελέχωση, έμφαση στην έρευνα και στην καινοτομία, διευρυμένη εξωστρέφεια κ.ά.) και οι ιδεοληπτικοί τού ασύλου ας καταλάβουν αυτό που έχει αντιληφθεί όλος ο κόσμος, ότι αυτή η κατάσταση που άφησαν να διογκωθεί και να ευτελίσει τα πανεπιστήμια με δική τους ανοχή και αποφυγή ευθυνών δεν πάει άλλο. Άλλωστε, ένας από τους λόγους που αποδοκιμάστηκε η πολιτική τους ήταν και αυτός.
Ακόμη και οι Ρωμαίοι υπερασπιστές των ἀσύλων στην Αρχαιότητα προέβησαν σε «ρυθμίσεις περιορισμού των χώρων που θα θεωρούνταν ἄσυλοι, ώστε να αποφεύγεται η υπόθαλψη παρανόμων κ.ά.» !