| CreativeProtagon
Απόψεις

Ποιος θα τραβήξει το μεγαλύτερο ζόρι τον Ιούνιο;

Πέρα από διακηρύξεις και κουβέντες, οφείλει κανείς να δει ψυχρά και να συνειδητοποιήσει τις αριθμητικές προκλήσεις που έχουν μπροστά τους η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ. Κάποιοι στόχοι φαίνονται ρεαλιστικοί, άλλοι εξαιρετικά αισιόδοξοι και άλλοι είναι μάλλον εξωπραγματικοί
Αγγελος Κωβαίος

Αν κάποιος θα ήθελε να στοιχηματίσει για το ποιος έχει τη δυσκολότερη αποστολή στις ευρωεκλογές του Ιουνίου, θα αρκούσε να εξετάσει τις αριθμητικές προκλήσεις και μόνο.

Ας πάρουμε για αρχή τον Μητσοτάκη.

Είχε στις προηγούμενες ευρωεκλογές περίπου 33% και στις εθνικές αναμετρήσεις που ακολούθησαν έφτασε στο 41%. Προφανώς και θα είναι η μεγαλύτερη έκπληξη των εκλογών αν επαναλάβει το ποσοστό του Ιουνίου 2023, ίσως χρειαστεί να δώσει μεγάλη μάχη για να επαναλάβει την επίδοση του 2019 και πάντως, ας είμαστε ρεαλιστές: ό,τι πάρει πάνω από 30% καλό θα είναι για εκείνον και δεν θα γίνει και τίποτε. Θα έχει μπροστά του τρία χρόνια να κυβερνήσει, εύκολα δεν θα είναι, ποτέ δεν είναι εύκολη η δεύτερη τετραετία (κι ας κάνουν ορισμένοι ότι δεν το ξέρουν). Το ζήτημα ουσίας είναι ένα και θα παραμένει. Αν δεν κάνει τώρα ο Μητσοτάκης αυτά που έχει εξαγγείλει, θα έχει χαθεί άλλη μία μεγάλη ευκαιρία.

Την ίδια στιγμή ο Κασσελάκης φαίνεται ότι παρουσιάζει μία ανθεκτικότητα που έχει εκπλήξει πολλούς.

Μετά την παρ’ ολίγον οριστική διάλυση, ανακάμπτει δημοσκοπικά, συνεχίζει την πολιτική μέσω Tik Tok και λοιπών κοινωνικών δικτύων, επιβάλλει στον ΣΥΡΙΖΑ ένα αλλόκοτο στιλ πολιτικής και φαίνεται ότι βασίζει την απήχηση του σε κοινά που ούτε κάποια σχέση με την Αριστερά έχουν, ούτε με την πολιτική έχουν πολυασχοληθεί, ούτε και θέλουν να ακούνε πολλά – πολλά, βαριά και αναλυτικά. Με αυτήν την πολιτική προσέγγιση «ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε» (ή ούτε καν αυτό), η δημοσκοπική δύναμη του Κασσελάκη φαίνεται ότι βρίσκεται σε άλλα κοινά. Που «γουστάρουν» και ρετιρέ στο Κολωνάκι και αντι-μητσοτακισμό και χαβαλέ γενικώς και δήθεν αντισυστημισμό και είναι στη φάση του «γιατί όχι». Του αρκούν αυτά για να πιάσει τον διακηρυγμένο στόχο του του 17% «και μια χαρά»; Δεν είναι απίθανο και πάντως οι δημοσκοπήσεις δικαιολογούν την προσδοκία του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ. Τι θα γίνεται μετά και αν το 17% μπορεί να γίνει 30%, είναι άλλης τάξης ζήτημα.

Και ο Ανδρουλάκης; Εδώ τα πράγματα είναι κάπως πιο περίπλοκα. Για να ισχύσουν τα όσα λέει και να επιτευχθούν οι στόχοι του, θα πρέπει ταυτόχρονα να υπερδιπλασιάσει το ποσοστό του ΠΑΣΟΚ, από το 7,7% στις ευρωεκλογές του ’19, αλλά και να αυξήσει την εκλογική του δύναμη από τον περυσινό Ιούνιο, κατά περίπου 40%. Προφανώς δύσκολα όλα αυτά και έχει και τον Λοβέρδο να τον ψαλιδίζει. Οπως διαπιστώνεται, έχει βρεθεί και στην δυσάρεστη θέση, ακόμη και στα θέματα που έχει ένα δίκιο, να μην του δίνει κανείς σημασία και κάπως έτσι να εξανεμίζεται και η όποια δημοσκοπική του δυναμική, που θα δικαιολογούσε κάποιες προσδοκίες.

Προδιαγράφουν όλα αυτά κάτι; Υπάρχουν περιθώρια εκπλήξεων; Όχι είναι η απάντηση στο πρώτο, ναι στο δεύτερο. Και άλλωστε μην ξεχνάμε ότι έχουμε δει πολλά τα προηγούμενα χρόνια, τα οποία κάποιοι θεωρούσαν αδιανόητα και εξωφρενικά.

Απλώς είναι καλό και χρήσιμο να έχει κανείς επίγνωση για τι ακριβώς μιλάει, όταν προσπαθεί να πείσει τον κόσμο να τον ψηφίσει.