Μια 29χρονη από την Καλαμάτα, η Μαριάννα, διαβιούσε σε αυτοσχέδιο ξύλινο κλουβί. Την έκλειναν εκεί οι θετοί γονείς της. Πάσχει από σοβαρό ψυχοσωματικό νόσημα, έχει νοητική υστέρηση, γίνεται επιθετική… Οι λέξεις της είδησης τρυπάνε τα μάτια σου σαν καρφιά, μπαίνεις νοητά σε αυτό το σπίτι, σφίγγεσαι. Ενα δράμα, ένα αδιέξοδο, ένα κεκλεισμένων των θυρών με άλλη υπόθεση.
«Ζητούσαμε χρόνια βοήθεια, δεν ασχολήθηκε κανείς». Η μάνα μιλάει στις κάμερες που φτάνουν έξω από το σπίτι της να καταγράψουν ένα σύγχρονο Κωσταλέξι. Το πρόσωπό της χλωμό, το βλέμμα βαρύ, κατάφορτο από το βίωμα. Ζητάει οι υπηρεσίες πρόνοιας να δείξουν ενδιαφέρον. Λέει ότι νιώθει άσχημα, ότι θέλει το παιδί της να πάει σε δομή, ότι επισκέπτεται γιατρό, ότι έρχεται και το βλέπει ψυχίατρος, ότι το κράτος ξέρει, ότι παίρνει επίδομα 313 ευρώ, ότι αυτό που ονομάζουν κλουβί είναι ξύλο για να μην πέφτει από το κρεβάτι της.
Δικαιολογείται για τις συνθήκες διαβίωσης του ατόμου που βρίσκεται υπό την επίβλεψή της. Είναι κατασκευή, λέει, σαν κούνια δίπλα στο κρεβάτι της. Το ξύλο φτάνει μέχρι το ταβάνι. Την είχαμε εκεί για το καλό της, λέει.
Μέσα σου αρχίζουν να ακούγονται οι στίχοι εκείνου του τραγουδιού του Γιάννη Μηλιώκα. «Για το καλό μου, ώσπου δεν άντεξε στο τέλος το μυαλό μου, πήρε ανάποδες στροφές για το καλό μου». Στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεν άντεξε το μυαλό των γονιών, των ανθρώπων που τους έλαχε να φροντίζουν ένα άτομο με νοητικά προβλήματα και ψυχικά νοσήματα. Υιοθέτησαν τη Μαριάννα όταν ήταν 22 μηνών, ήταν ανάδοχοι, σταδιακά άρχισε να διαφαίνεται το πρόβλημα.
Ασφαλώς έχουν τεράστιες ευθύνες, αλλά είναι προφανές και το σάστισμα τους απέναντι στην κατάσταση που κλήθηκαν να διαχειριστούν. Φαίνεται ότι την αντιμετώπισαν με δικές τους πατέντες, με ιδέες που προήλθαν από την s και τέθηκαν σε εφαρμογή γιατί δεν έβρισκαν την πρέπουσα βοήθεια, καθοδήγηση και συμπαράσταση.
Λάθος τακτικές που ίσως να μην ήξεραν καν ότι είναι λάθος. Τώρα οι γονείς συνελήφθησαν και οδηγούνται στον εισαγγελέα. Σαφέστατα, θα πρέπει να απολογηθούν. Είναι καταδικαστέα η επιλογή τους, η διαχείριση της κατάστασης, η συνθήκη της καθημερινότητας που επέλεξαν να επιβάλουν στο ΑμεΑ που βρίσκεται υπό την κηδεμονία τους. Αλλά δεν τους αισθάνεσαι και ως θύτες. Μάλλον θύματα θα τους αποκαλούσες κι αυτούς.
Θύματα και οι γονείς και η κόρη. Πάνω τους καθρεφτίζεται όλη η παθογένεια της κοινωνίας μας, η αδυναμία της απέναντι στην ψυχική υγεία και η αδιαφορία της για τα ΑμεΑ. Μέσα από τέτοιες περιπτώσεις διαφαίνεται η έλλειψη πλαισίου ενημέρωσης και πλαισίου αρωγής, τόσο των ατόμων με ψυχικές νόσους ή νοητικά προβλήματα, όσο και εκείνων που έχουν την ευθύνη τους.
Η τοπική κοινωνία ήξερε, λένε οι κάτοικοι της περιοχής. Πού ήταν; Γιατί δεν υπήρξε κρατική παρέμβαση τόσον καιρό; Εφτά χρόνια ζούσε έτσι αυτή η κοπέλα. Γιατί δεν υπήρξε καμία μέριμνα για παροχή βοήθειας; Καμία σύσταση στους ανθρώπους που είχαν την ευθύνη της;
Στην τελική, μόνο αυτοί έχουν ευθύνη; Την έχουν, αλλά δεν γίνεται να τους τη φορτώνουμε και εξολοκλήρου ως κοινωνία. Δεν γίνεται να περιμένουμε από τον καθένα να κουβαλήσει μόνος του ένα τέτοιο βάρος. Δεν είναι όλοι ικανοί για αυτό, δεν έχουν την αντίληψη, τις γνώσεις, την υπομονή ή το κουράγιο, ή την οικονομική άνεση ακόμα, να βρουν αξιοπρεπείς λύσεις για άτομα όπως η Μαριάννα.
Τις λύσεις, όταν δεν μπορούν να τις δώσουν οι πολίτες, θα πρέπει να τις δίνει το κράτος. Που, πολύ φοβάμαι, ότι και σε αυτή την υπόθεση θα αποδειχτεί ανεπαρκές και λίγο.