Εδώ και χρόνια το ελληνικό καλοκαίρι υπάρχει μόνο στις ταινίες του Δαλιανίδη, τραγουδισμένο από τον Δάκη, ανάμεσα σε κοπελιές με μίνι σε χορογραφία του Σειληνού. Τώρα όλοι αυτοί είναι νεκροί | CreativeProtagon
Απόψεις

Ποιο ελληνικό καλοκαίρι;

Το ελληνικό καλοκαίρι έχει χάσει την ανεμελιά του. Δεν είναι ξανθό όπως τα στάχυα, και το μελτέμι αρνείται να του χαϊδέψει τα μαλλιά. Είναι μια ταλαιπωρία ψυχής και σώματος. Είσαι εσύ σε ένα δωμάτιο ερμητικά κλειστό, με το κλιματιστικό στο φουλ και το πρόσωπο κολλημένο στο τζάμι, να βλέπεις την ερημιά έξω
Κώστας Γιαννακίδης

Κάποτε περίμενες να έρθει το καλοκαίρι. Τώρα περιμένεις να φύγει. Γιατί εδώ και χρόνια το ελληνικό καλοκαίρι υπάρχει μόνο ως στοιχειωμένο στις ταινίες του Δαλιανίδη, τραγουδισμένο από τον Δάκη, ανάμεσα σε κοπελιές με μίνι σε χορογραφία του Σειληνού. Τώρα όλοι αυτοί είναι νεκροί. Μαζί και το ελληνικό καλοκαίρι.

Ο Ιούνιος μπαίνει με θερμοκρασίες γύρω στους 35 βαθμούς. Τα προγνωστικά μοντέλα εκπέμπουν εφιαλτικές προβλέψεις για την καρδιά του καλοκαιριού. Οι καύσωνες, μας λένε, θα έχουν μεγαλύτερη ένταση και διάρκεια. Και έτσι όπως θα καίει ο ήλιος και θα βράζει το τσιμέντο, η προσομοίωση της κόλασης θα είναι καθημερινότητα, με τη μυρωδιά της στάχτης να έρχεται από τον κόκκινο ουρανό.

Ναι, ασφαλώς και είναι η κλιματική αλλαγή. Είναι όμως κι ένας λογαριασμός που έρχεται από το παρελθόν της αντιπαροχής και της αυθαιρεσίας. Αν δεν υπήρχε ο κλιματισμός, οι περισσότεροι θα κάναμε τώρα παρέα με τον Δαλιανίδη, τον Δάκη και τον Σειληνό.

Πάει καιρός από τότε που το ελληνικό καλοκαίρι ήταν καλοκαιράκι. Πλέον είναι μια δυστοπία. Μη μου πείτε μόνο για τα θερινά σινεμά και το γιασεμί. Δεν μυρίζει πια. Η μυρωδιά σκεπάστηκε από την αμμωνία των ούρων. Για πολλούς έχουν τελειώσει και οι διακοπές. Είχαν γίνει βραχνάς, μέχρι να καταλήξουν ανάμνηση άλλων εποχών. Ακόμα και αν θέλεις να πας, για να στριμωχτείς και να μυρίσεις ξένο ιδρώτα, καίγοντας τα πόδια στην άμμο και την κεφαλή σε έναν ήλιο-φονιά, πρέπει πρώτα να αφυδατωθείς οικονομικά.

Βλέπεις τα εισιτήρια των πλοίων και λες ότι οι άνθρωποι είναι τρελοί, δεν μπορεί να θέλουν τόσα χρήματα για να σε πάνε μέχρι τη Ρόδο. Και όμως, κάθε χρόνο ταξιδεύουν γεμάτοι. Για ποιο λόγο να δώσουν εισιτήρια σε λογικές τιμές; Θα πληρώσεις το δωμάτιο με έναν μισθό, τη χωριάτικη 12 ευρώ και την ξαπλώστρα σαν να νοικιάζεις γκαρσονιέρα στα Πατήσια. Και όμως, θα κάνεις τα πάντα για να πας.

Και αν δεν πιάσει φωτιά κοντά σου, το πιθανότερο είναι να τη βλέπεις και να τη μυρίζεις από μακριά. Και δώσ’ του πάλι τα ίδια και τα ίδια με τα αεροπλάνα που περιμένουμε, τα ελικόπτερα και το θηριώδες πυροσβεστικό των Ρώσων που, αν δεν πηγαίναμε κόντρα στον Πούτιν, θα μας το έδιναν και θα φυλούσε τα δάση μας όπως ο Αρχάγγελος Γαβριήλ.

Είναι και τα άλλα. Η τιμή του καρπουζιού θα πάει στα ύψη να κοιτάξει από κοντά εκείνη της φέτας, με αποτέλεσμα να μοιρολογούμε σε Βουλή, Τύπο και social την απώλεια του παραδοσιακού ελληνικού καλοκαιρινού dinner, μπροστά στην τηλεόραση που θα παίζει Euro και Ολυμπιακούς. Και όλα αυτά με τη δύσπνοια από τη ζέστη να σου κλέβει την ανάσα, ο ιδρώτας να σε μουσκεύει σαν σφουγγάρι, τα κουνούπια, με έναν καινούργιο, πολύ μοντέρνο ιό, να τριγυρίζουν γύρω από το κεφάλι σου.

Το ελληνικό καλοκαίρι έχει χάσει την ανεμελιά του. Δεν είναι ξανθό όπως τα στάχυα, και το μελτέμι αρνείται να του χαϊδέψει τα μαλλιά. Είναι μία ταλαιπωρία ψυχής και σώματος. Είσαι εσύ σε ένα δωμάτιο ερμητικά κλειστό, με το κλιματιστικό στο φουλ και το πρόσωπο κολλημένο στο τζάμι, να βλέπεις την ερημιά έξω.