Η αξέχαστη Αλέκα Παΐζη, στην ταινία του Παντελή Βούλγαρη «Ησυχες μέρες του Αυγούστου» (με τον Θανάση Βέγγο και τη μουσική του Χατζιδάκι), ζει στην άδεια Αθήνα του Αυγούστου των αρχών της δεκαετίας του 1990. «H Αθήνα στο τέλος του καλοκαιριού είναι ένα έρημο μέρος. Κατοικούν σε αυτή άνθρωποι μελαγχολικοί, βυθισμένοι στις σκέψεις τους» παρατηρούσαν μεταξύ άλλων οι New York Times σε μια κριτική της ταινίας το 1992.
Τριάντα χρόνια μετά την κινηματογραφική αποτύπωση του αθηναϊκού Αυγούστου –στο μάλλον υποτιμημένο αυτό φιλμ του Βούλγαρη– οι NYTimes και πολλά ξένα ΜΜΕ «βλέπουν» αυτό που ζούμε σήμερα όλοι οι (ταλαίπωροι) κάτοικοι του κέντρου της πρωτεύουσας.
Η Αθήνα δεν είναι πια άδεια τον Αύγουστο. Είναι γεμάτη. Συχνά ασφυκτικά γεμάτη. Τι κι αν το Σύνταγμα έμοιαζε ως το τέλος Ιουλίου με τσαντίρι. Τι κι αν η μισή Πανεπιστημίου παραμένει, μπροστά από τα ιστορικά κτίρια της Αθηναϊκής Τριλογίας, ένα οργωμένο χωράφι με καταλερωμένα παραβάν: βλέπεις παντού χιλιάδες τουρίστες να κυκλοφορούν ενθουσιασμένοι στο κέντρο, ένα πολύβουο μελίσσι ευτυχισμένων ανθρώπων με σορτσάκια μέσα στο καυτό τσιμέντο.
Ντυμένοι ελαφρά και ασύλληπτα ευδιάθετοι μετά τη μεσημεριανή ξεκούραση, οικογένειες με παιδιά, ζευγάρια και παρέες νέων ξεχύνονται –ιδίως όταν πέφτει ο ήλιος– πέριξ του Συντάγματος με μάτια ανοιχτά απέναντι στο καινούργιο —αυτό είναι για εκείνους η Αθήνα, για την οποία έως τώρα διάβαζαν στις εφημερίδες και την έβλεπαν στα κανάλια ως σκηνικό της ελληνικής οικονομικής τραγωδίας.
Η Αθήνα έχει αλλάξει. Οι ταβέρνες τα βράδια του Αυγούστου είναι ασφυκτικά γεμάτες, τα πεζοδρόμια είναι κατειλημμένα από τραπέζια και είναι δύσκολο να βρεις ταξί. Ακόμα και η οδήγηση παραμένει πάνω-κάτω η ίδια περιπέτεια –τα πούλμαν και τα άλλα πολυάριθμα φανταχτερά ή και όχι τουριστικά οχήματα έχουν καταλάβει εκείνον τον κρίσιμο χώρο που δεν επιτρέπει στο κυκλοφοριακό της Αθήνας την αυγουστιάτικη αποσυμπίεσή του.
Δίπλα στο ελληνικό και αθηναϊκό «θαύμα» του τουρισμού, οι «μελαγχολικοί, βυθισμένοι στις σκέψεις τους» άνθρωποι. Εμείς. Οσοι δεν έφυγαν ακόμη –και όσοι δεν θα φύγουν καθόλου– παρατηρούν καθώς περπατούν μια άλλη Αθήνα από αυτή που είχαν συνηθίσει και τους επέτρεπε να παρηγορούνται με τη φράση «η Αθήνα τον Αύγουστο είναι όμορφη». Ακόμα και αν ήταν κάποτε, δεν είναι τώρα.
Οι ανάσες που έπαιρνε η πόλη εκείνες τις εβδομάδες πέριξ του Δεκαπενταύγουστου μοιάζουν να μην υπάρχουν πια. Μιλιούνια τουριστών «απαιτούν» εργαζόμενους σε σκληρά ωράρια, διεκδικούν τον όποιο δημόσιο χώρο, επαναφέρουν παλαιές «ασθένειες»: εδώ και καιρό οι οδηγοί ταξί σταμάτησαν να παραπονιούνται ότι «δεν έχει δουλειά», όπως συνέβαινε μέσα στην πανδημία που έπληξε τον κλάδο –τώρα «διαλέγουν» κούρσες και «δες αν βολεύει τον πιο πίσω».
Οι τουρίστες άρχισαν να καταφθάνουν μαζικά αμέσως μόλις άνοιξε ο καιρός τον περασμένο Μάρτιο και θα μείνουν μαζί μας τουλάχιστον ως τον Οκτώβριο.
Πόσο θα κρατήσει όμως αυτή η τάση που γεμίζει τα ταμεία και είναι ευπρόσδεκτη –στον βαθμό που μπορούμε να τη διαχειριστούμε; Μπορεί να γίνει η Αθήνα μια πόλη λειτουργική και βιώσιμη τόσο για τους κατοίκους της όσο και για τα εκατομμύρια των τουριστών; Και πώς αλλάζει τις τουριστικές ροές το ζήτημα της εποχής μας, η κλιματική αλλαγή;
Πάλι οι New York Times, προέβλεψαν ότι οι τουριστικές ροές θα αλλάξουν ξανά λόγω της κλιματικής αλλαγής και των κυμάτων καύσωνα που χτυπάνε το hot spot που λέγεται Μεσόγειος.
«Οι αλλαγές στα ταξιδιωτικές συνήθειες είναι πιθανό να γίνουν πιο συχνές στην Ευρώπη» ανέφερε η εφημερίδα, σημειώνοντας ότι η θερμοκρασία ξεπέρασε τους 38 βαθμούς στη Ρώμη τον Ιούλιο και ότι «ξέσπασαν πυρκαγιές σε τουριστικές περιοχές της Γαλλίας, της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, της Ιταλίας και της Ελλάδας, συμπεριλαμβανομένης μιας λίγο έξω από την Αθήνα».
Με δεδομένο ότι οι καύσωνες χτυπούν τη Μεσόγειο, αυξανόμενος αριθμός ταξιδιωτών –ανέφεραν οι NY Times– προσαρμόζει τα σχέδιά του. Λαμβάνοντας υπόψη τις υψηλές θερμοκρασίες, αλλάζουν προορισμούς και κάποιοι καθυστερούν τα ταξίδια τους κατά έναν ή δύο μήνες.
Οι αλλαγές αυτές αναμένεται ότι θα είναι συχνότερες τα επόμενα χρόνια. Σε δύο κατευθύνσεις που ήδη τις βλέπουμε: Πρώτον, το ταξιδιωτικό ημερολόγιο της Ευρώπης θα διευρυνθεί και στους πιο ήρεμους τουριστικά μήνες, όπως ο Απρίλιος, ο Μάιος, ο Σεπτέμβριος και ο Οκτώβριος.
Την πατήσαμε; Οχι ακριβώς. Μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να είναι ευπρόσδεκτη για την Ελλάδα, όχι μόνο γιατί η επέκταση της τουριστικής σεζόν συνεπάγεται περισσότερα έσοδα και δουλειές για περισσότερους μήνες. Αλλά και γιατί μπορεί να αποσυμφορήσει την κατάσταση σε πολλούς προορισμούς τους μήνες της high season, όπου πλέον οι υποδομές και οι πόροι –κυκλοφοριακό, νερό, αποχέτευση, δυνατότητες ΕΣΥ– βρίσκονται στα όριά τους, ή και πέραν αυτών.
Δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί ταξιδιώτες αρχίζουν να μετατοπίζουν τα δρομολόγιά τους προς τα βόρεια και προς τα παραθαλάσσια μέρη, παρακάμπτοντας τις πόλεις που «φλέγονται» μέσα στο κατακαλόκαιρο. Και αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό για την Ελλάδα . Οι ακτές μας δεν προβλέπεται να χάσουν την αίγλη τους –όσο κι αν προσπαθούμε να τις καταστρέψουμε μόνοι μας με τα σκουπίδια– και η ενδοχώρα, τα βουνά και οι περιοχές φυσικού κάλλους ανά την Ελλάδα αξίζουν μεγαλύτερης προσοχής. Υπάρχουν πανέμορφοι τόποι που διψάνε για (τουριστική) ανάπτυξη.
Βεβαίως, κρίνοντας από το γεγονός ότι το κέντρο της Αθήνας φιλοξενεί ακόμη χαλάσματα και παραβάν (για έργα που θα μπορούσαν να είχαν τελειώσει), το συμπέρασμα είναι ότι η αλλαγή των τάσεων στον τουρισμό λόγω κλιματικής αλλαγής καθιστά ακόμη πιο επίκαιρη την ανάγκη για συνολική και βιώσιμη διαχείριση της τουριστικής ανάπτυξης.