«Το γαρ πολύ της θλίψεως γεννά παραφροσύνη». Η φράση αυτή μπορεί να ταιριάζει σε ορισμένους συνομιλητές του Αλέξη Τσίπρα, που μεταδίδουν «από κάτω» μια μαγική εικόνα για όσα έγιναν στο 4ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ. Σαν να βρισκόμαστε ακόμη στο 2016 ή το 2017, όταν όλα τα κανάλια –πλην ενός– αναπαρήγαν ασμένως το αφήγημα της κυβέρνησης Τσίπρα-Καμμένου, οι εν λόγω δάσκαλοι της πολιτικής επικοινωνίας δείχνουν να κατασκεύασαν μάνι-μάνι (και ως συνήθως κάπως ερασιτεχνικά) μια δική τους εκδοχή της πραγματικότητας.
Οπως τότε, που έκαναν το μαύρο άσπρο για το παράλληλο πρόγραμμα που θα νικούσε τάχα το τρίτο μνημόνιο, η εκδοχή της παράλληλης πραγματικότητας λέει πως ο μεγάλος ηττημένος του συνεδρίου-οπερέτα είναι ο Στέφανος Κασσελάκης. Γιατί, όπως συμπεραίνουν, «ζήτησε και δεν πήρε λευκή επιταγή τριετίας», ενώ αν το ποσοστό του κόμματος στις ευρωεκλογές είναι αντίστοιχο των δημοσκοπήσεων «θα φύγει μόνος του για να φτιάξει νέο κόμμα». Από πού προκύπτει αυτό;
Η αυτοπεποίθηση με την οποία προβάλλεται αυτή η οπτική βασίζεται σε έναν παλιό μύθο. Ο μύθος λέει ότι ο πρώην πρωθυπουργός κάνει από πολλών ετών κινήσεις μείζονος στρατηγικής σημασίας οι οποίες, ακριβώς επειδή είναι πολύ καλά μελετημένες, αποδίδουν. Και ότι δεν κάνει απλά κινήσεις τακτικής που γυρίζουν με μαθηματική ακρίβεια μπούμερανγκ, όπως μας έχει δείξει η πρόσφατη ιστορία. Επομένως, αν οι κινήσεις στρατηγικής του κ. Τσίπρα αποδίδουν, τότε και η δήλωσή του δύο ώρες πριν από την έναρξη του συνεδρίου εκείνη τη σημαδιακή Πέμπτη απέδωσε. Κοινώς, «του βγήκε».
Αυτός είναι ο κανόνας, η γραμμή στην οποία στη συνέχεια ορισμένοι σοφοί με σταλινικού τύπου επικοινωνιακή ευχέρεια προσαρμόζουν την πραγματικότητα. Τσιγάρο, καφές, κανένα χωρατό από παλιές διακοπές στην Αίγινα, και στρώνονται στο γράψιμο. Κάποτε απέδιδε, γιατί να μην αποδώσει και τώρα; Πριν επιχειρηθεί μια απάντηση στο γιατί δεν πείθει η εκδοχή ότι ο Τσίπρας πήρε αυτό που ήθελε με την παρέμβασή του στο συνέδριο, ας θυμηθούμε όσα είδαμε live την Κυριακή της λήξης του.
Η εικόνα παρέπεμπε περισσότερο σε λούμπεν αμερικανική τηλεόραση επιπέδου Τζέρι Σπρίνγκερ, με καβγάδες και αποκαλύψεις απιστίας μεταξύ συζύγων στο πλατό, όπου ο ένας αρπάζει το μικρόφωνο για να πετάξει μια μπηχτή στον άλλον και να ξεσηκώσει το κοινό. Μόνο που αυτό δεν συνέβη ανάμεσα σε εν εξάλλω συζύγους στις μεσοδυτικές Πολιτείες των ΗΠΑ, αλλά ανάμεσα στον πρόεδρ0 –και για λίγα εικοσιτετράωρα εκ νέου υποψήφιο πρόεδρο– Στέφανο Κασσελάκη και τη για κάποιες ώρες συνυποψήφιά του Ολγα Γεροβασίλη.
Ποιος προκάλεσε αυτό το θέαμα; Αυτός που σύμφωνα με το προαναφερθέν αφήγημα έχει κάθε λόγο να αισθάνεται δικαιωμένος για τη στρατηγική παρέμβαση της Πέμπτης: ο κ. Τσίπρας. Φεύγοντας όμως από τη συνολική ζημιά στην εικόνα του κόμματος, ακόμη και από τις διαφωνίες των κ.κ. Πολάκη, Φάμελλου, Παππά και Γ. Τσίπρα απέναντι στην πρόταση του πρώην πρωθυπουργού, πρέπει κανείς να σταθεί στη δυναμική της εικόνας αλλά και του κλίματος που δημιουργήθηκε στο συνέδριο.
Η εμφάνιση τηλευαγγελιστή, γκουρού ευεξίας, τραμπικού λαϊκιστή –πείτε την όπως θέλετε– από την πλευρά Κασσελάκη ξεσήκωσε το κοινό. Δηλαδή τους συνέδρους ενός αριστερού κόμματος. Ακόμη και όταν τους ζήτησε να σηκωθούν όρθιοι και να χειροκροτήσουν, εκείνοι το έκαναν. Ακολούθησαν, δε, τις παροτρύνσεις του κ. Κασσελάκη και όταν τους προέτρεπε να κοιτάξουν (με αγανάκτηση, προφανώς) τα στελέχη στις πρώτες σειρές που δεν τον χειροκροτούσαν! Η εικόνα αυτή, του πιο ακραίου τραμπικού λαϊκισμού, τρόμαξε, όπως ήταν φυσικό, όσους υποστήριζαν την κυρία Γεροβασίλη ενόψει της ανοικτής κάλπης που είχε ως τότε αποφασιστεί. Υπό μία έννοια οι κ. κ. Φάμελλος, Παππάς και Γ. Τσίπρας απέτρεψαν τα χειρότερα…
Η ατμόσφαιρα, λοιπόν, του συνεδρίου και η αντεπίθεση που οργάνωσε ο κ. Κασσελάκης με τα δικά του επικοινωνιακά εργαλεία μετά την απόπειρα καθαίρεσής του από τον κ. Τσίπρα δείχνουν ότι δεν έχει καμία διάθεση να σηκωθεί και να φύγει μετά τις ευρωεκλογές. Ούτε, φυσικά, να παρατήσει το ΑΦΜ του κόμματος, που συνδέεται με την κρατική χρηματοδότηση και εξασφαλίζει τη λειτουργία του. Επομένως, η άποψη ότι θα φύγει μόνος του και πως αν αμφισβητηθεί δεν θα κατεβεί σε εσωκομματική κάλπη –και πάλι με όπλο τον λαϊκισμό– δεν είναι παρά μια ακόμη αυταπάτη. Κοντολογίς, σύντροφοι μπλέξαμε…