Δεν θέλω να σας ταράξω, αλλά με αυτά και με τ’ άλλα απομένει λιγότερο από ένας μήνας για τις εκλογές για την αρχηγία του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ –οι πρώτες κάλπες είναι να στηθούν στις 6 Οκτωβρίου. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι υποψήφιοι αρχηγοί, θεωρητικά εν δυνάμει πρωθυπουργοί αν το καλοσκεφτείς, έχουν πλέον κάτι λιγότερο από 700 ώρες για να κερδίσουν εκείνο το εθνικό ακροατήριο που αρμόζει στην ιστορία της παράταξης και ως τώρα αδιαφορεί. Διότι έως τώρα δεν έχει πάει και τόσο καλά αυτό.
Ασχολείται κανείς με τις εσωκομματικές εκλογές στο ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ; Ας είμαστε ειλικρινείς. Παρά την ευνοϊκή πολιτική συγκυρία, με τη ΝΔ σε χαμηλές πτήσεις, τον ΣΥΡΙΖΑ να διαλύεται σε ζωντανή μετάδοση και τις δημοσκοπήσεις να εμφανίζουν το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ στη δεύτερη θέση, τα πράγματα είναι υποτονικά, αν όχι νυσταλέα, και δεν έχουν ξεφύγει από τα επίπεδα της πολιτικής ανεκδοτολογίας: αν ο Χάρης Δούκας νομίζει ότι είναι ο Βίλι Μπραντ των Βαλκανίων, αν ο Νίκος Ανδρουλάκης πιστεύει ότι θα γίνει πρωθυπουργός πιο γρήγορα από τον Ανδρέα, αν η Γιαννακοπούλου υπογράφει κοινή επιστολή με τη Διαμαντοπούλου κλπ.
Σύμφωνοι, οι υποψηφιότητες ανακοινώθηκαν μέσα στο καλοκαίρι, που ούτως ή άλλως κανείς δεν ασχολείται και η προεκλογική μάχη ίσως να αποκτήσει τώρα κάποιο ενδιαφέρον όταν οπτικοποιηθεί και με νούμερα και ποσοστά –τη Δευτέρα, πχ., θα μάθουμε πόσες υπογραφές συγκέντρωσε ο κάθε υποψήφιος και η κάθε υποψήφια, και εκεί έχουμε να δούμε πράγματα και θαύματα διότι, ως γνωστόν, ποτέ δεν υπάρχει δεύτερη ευκαιρία να κάνεις μια καλή πρώτη εντύπωση.
Αντιτείνουν επίσης οι κομματικοί απαράτσικ ότι στην περιφέρεια, όπου έχουν περιοδεύσει έως τώρα οι διεκδικητές της προεδρίας, ο κόσμος και ενδιαφέρεται και ανταποκρίνεται και απλώς δεν το μαθαίνουμε στην Αθήνα. Μπορεί. Αλλά αυτό, από την άλλη, δεν αναιρεί ένα από τα δομικά προβλήματα του ύστερου ΠΑΣΟΚ: τη δυσανάλογα μικρή απήχησή του στα αστικά κέντρα σε σχέση με αυτή που απολαμβάνει στις μικρές κλίμακες της επαρχίας.
Καλώς ή κακώς, όμως, σημασία έχει το τι συμβαίνει στο κέντρο, πολιτικά και γεωγραφικά. Και μέχρι στιγμής, δύο μήνες τώρα, δεν έχουμε μάθει τι διαφορετικό, τι το νέο θέλει να φέρει ο κάθε υποψήφιος αρχηγός, στο κόμμα και στη χώρα. Οκ, οι αντίπαλοι του κ. Ανδρουλάκη συμφώνησαν ότι ο τελευταίος έχασε την χρυσή ευκαιρία στις ευρωεκλογές και πρέπει να φύγει· εκείνος διαφωνεί βέβαια. Αλλά από εκεί και πέρα, διακριτές είναι μόνο διαφοροποιήσεις σε επίπεδο δημόσιας εικόνας —αν ο ένας είναι πιο «αστός», η άλλη πιο «ευρωπαία», ο άλλος πιο «επαρχιώτης», η άλλη πιο «τσαχπίνα» και όχι πολιτικές διαφορές μεταξύ των υποψηφίων. Πώς θα κινηθεί το ΠΑΣΟΚ στέρεο μέσα σε έναν πολιτικό χάρτη που ρευστοποιείται; Ποιο θα είναι το ιδεολογικό στίγμα του καθώς θα μπούμε στο δεύτερο τέταρτο του 21ου αιώνα; Ποιες οι προτάσεις του για το παρόν και το μέλλον της χώρας; Και τελικά, πόσο απασχολούν όλα αυτά τον κόσμο;
Διότι οι έξι υποψήφιοι και τα επιτελεία τους κάνουν ένα ακόμη λάθος. Φαίνεται να νομίζουν ότι η χώρα καίγεται να πάει να ψηφίσει τον Οκτώβριο για αρχηγό του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ. Κρίνουν από το τι όντως εντυπωσιακό συνέβη στις εσωκομματικές εκλογές του 2021, με την αθρόα προσέλευση εκατοντάδων χιλιάδων ψηφοφόρων, και κάνουν τους επικοινωνιακούς και πολιτικούς υπολογισμούς τους. Μόνο που αυτό είναι ένα σφάλμα εκκίνησης. Το 2024 δεν έχει καμία σχέση με το 2021, ούτε για τη χώρα, ούτε για το ΠΑΣΟΚ που τότε το έλεγαν Κίνημα Αλλαγής. Τότε ο κόσμος έβγαινε από τις καραντίνες της πανδημίας και είχε να ψηφίσει δυόμισι χρόνια, είχε κάψα να συμμετάσχει ακόμα και σε εκλογές για τον διαχειριστή της πολυκατοικίας· τώρα έχει στηθεί σε κάλπες τέσσερις ή και πέντε φορές σε διάστημα 17 μηνών, έχει βαρεθεί. Τότε, ο θάνατος της αείμνηστης Φώφης Γεννηματά είχε συγκινήσει το πανελλήνιο και έχει στρέψει το ενδιαφέρον σε αυτή την κάπως ξεχασμένη γωνιά του πολιτικού φάσματος· τώρα ούτε τα 50χρονα του ΠΑΣΟΚ δεν ξέφυγαν από τη νύστα.
Στις λίγες εβδομάδες που απομένουν, οι έξι υποψήφιοι οφείλουν να κεντρίσουν το ενδιαφέρον του κόσμου, να πουν επιτέλους κάτι το καινούργιο, να διεκδικήσουν και να ανακτήσουν αυτό το εθνικό ακροατήριο που αξίζει στο ΠΑΣΟΚ και λέγαμε πιο πάνω, να δικαιολογήσουν, εν τέλει, γιατί γίνεται όλη αυτή η φασαρία. Διότι αν δεν συμβεί αυτό, ίσως αποδειχτεί τελικά ότι ήταν λάθος ακόμα και αυτή η εσπευσμένη προσφυγή στις εσωκομματικές κάλπες, μια αχρείαστη περιπέτεια εσωστρέφειας και πολιτικής ακινησίας, την ώρα που το διπλανό μαγαζί, ο ΣΥΡΙΖΑ, αποσυντίθεται –η πολιτική ιστορία (και του ΠΑΣΟΚ το 2008-2009) έχει δείξει άλλωστε ότι αρκούσε μια μόνο στιγμή για να αλλάξει το αρνητικό κλίμα.
Και με τις ευκαιρίες τα είπε καλύτερα ο Κώστας Σημίτης, στη μοναδική ίσως στιγμή της μάζωξης του Ζαππείου που είχε κάποιο νόημα: «Οι ευκαιρίες δεν είναι άπειρες»…