Πάρος, Δεκαπενταύγουστος 1951. Η περιφορά, στον φακό του Ιωάννη Λάμπρου | Facebook/ Μουσείο Μπενάκη / Φωτογραφικά Αρχεία / Ιωάννης Λάμπρου
Απόψεις

Παναγιά μου!

Τίποτα πιο ιερό από την ψυχή που λυγάει ό,τι λυγμό. Δεν είμαι θρήσκος άνθρωπος, μου προκαλεί περίεργα συναισθήματα, σχεδόν με σοκάρει, η διεφθαρμένη πρόθεση του «ενδιάμεσου» σε μια τέτοια σχέση. Συχνά λοιπόν με έχω πιάσει να χρίζω προσωπικό Θεό μου το φεγγάρι. Αλλά Εκείνη, κι αν δεν υπήρχε θα την τυφλοέψαχνε η ψυχή μου
Ρέα Βιτάλη

— «Τον κοίταξα στα μάτια και του είπα “Πάρτε τα όλα, γιατρέ”. Μέσα μου ένοιωσα, ότι με τη δωρεά οργάνων, ήταν ο μόνος τρόπος να τον κρατήσω ζωντανό», «Και πόσα όργανά του Ντίνου τελικά ανέστησαν ανθρώπους;», «Επτά. Ο Ντίνος μας είναι πολυδότης. Επτά ζωές, επτά άνθρωποι. Δηλαδή, κυρία Βιτάλη, φανταστείτε πόσους ανθρώπους θα παίρναμε στον λαιμό μας αν…». Με έλιωσε η φράση της… Βουτηγμένη στον πιο πόνο των πόνων, στο χαμό του παιδιού της, η Βούλα μου μετέφερε αυτή τη φράση: «Δηλαδή, σκεφτείτε πόσους ανθρώπους θα παίρναμε στον λαιμό μας… Ο Ντίνος μας τελικά ήταν σε αποστολή». Παναγία μου συντέχτρα και παρηγορήτρα!

— «Εκείνη ήταν η πιο δύσκολη στιγμή. Ενα παλικάρι που περίσσευαν τα πόδια του από το κρεβάτι… Είναι ζωντανό, έτσι το νιώθεις κι ας είναι τα μηχανήματα που το κρατάνε στη ζωή, και σου λένε να το αποχαιρετήσεις. ΈΕπεσα επάνω του και τον φιλούσα από τις τρίχες της κεφαλής του μέχρι τα δάκτυλα των ποδιών του. Εκατοστό εκατοστό. Μετά με τράβηξαν», είπε η Μαρίνα. Και ήταν η μόνη της στιγμή που άλλαξε όλο της το πρόσωπο. Ο γιος της, ο Γιάννης τους, χάρισε ζωή σε έξι ανθρώπους. Επίσης πολυδότης. «Έξι άνθρωποι, κυρία Βιτάλη έλαβαν ζωή από τη δωρεά οργάνων του γιου μας. Γιατί να τα φάει το χώμα; Αυτό ας σκεφτούν, γιατί να τα φάνε τα σκουλήκια; Αφού η ψυχή του υπάρχει και θα υπάρχει». Παναγία μου, συντέχτρα και παρηγορήτρα!

— «Μείναμε μήνες κλεισμένες στο διαμέρισμα. Έπαιρνε τα έπιπλα και τα πετούσε στον δρόμο. Θυμάμαι να βλέπω από το παράθυρο ανθρώπους να τα κλέβουν. Ζούσαμε με κλειστές γρίλιες. Το μάτι μου μαύρο από τις μπουνιές. Όλο μου το σώμα μαύρο από τα χτυπήματα». Η Άδα μου, μάνα αυτιστικού παιδιού, ζούσε στο «εργαστήριό της». Θυμάμαι, τι σόι γέφυρες κάνει το μυαλό… .Θυμάμαι, μια Αμερικάνα να αποστομώνει έναν γιατρό: «Εγώ το “εργαστήριο” το έχω συνέχεια μπροστά στα μάτια μου. Γιατί δεν με ρωτάτε στις έρευνές σας;». Η Άδα. Πόσους στόχους έβαλε η Άδα παράλληλα με το δράμα της. Πόσα και πόσα μάθαμε κοντά στην Άδα. Στο βιντεάκι βλέπω και ξαναβλέπω τον Γιάννη «της» να τρέχει με το ποδήλατό του. «Θα σε πιάσω» γλυκά, τρυφερά, μαμαδίστικα τον “απειλεί” κι εκείνος πατάει τις πεταλιές αλλιώς. Γυρίζει το κεφάλι του, την κοιτάει και δώστου τρέχει… Το πουλάκι μου!… Πώς από την μια σκηνή, ενός σώματος γεμάτο μπουνιές από τον Γιάννη φτάνουμε σ΄αυτή την εμψυχωτική φωνούλα μανούλας; Με τι φτερά έχει γεμίσει το κορμάκι του… «Γιάννη, θα σε πιάσω!». Τι μοναχική η περηφάνια της για κάθε κοινό τους κατόρθωμα. Παναγιά μου!

—  Κάθε φορά που φτάνω στη χάρη της, νοητά προσκυνώ, φιλάω με δάκρυα καρδιάς, τα σκαλιά της, τα μαρμάρινα. Αυτά, που γούβες σμίλεψαν πάνω τους τα «παρακαλώ» και τα «ευχαριστώ» των ανθρώπων. Τίποτα πιο ιερό από την ψυχή που λυγάει ό,τι λυγμό. Δεν είμαι θρήσκος άνθρωπος, μου προκαλεί περίεργα συναισθήματα, σχεδόν με σοκάρει, η διεφθαρμένη πρόθεση του «ενδιάμεσου» σε μια τέτοια σχέση. Συχνά λοιπόν με έχω πιάσει να χρίζω προσωπικό Θεό μου το φεγγάρι. Αλλά Εκείνη, κι αν δεν υπήρχε θα την τυφλοέψαχνε η ψυχή μου, όχι για τα «Παρακαλώ» μου, αυτά της τα διστάζω… Μια διαδικασία, φρικτής σκληραγώγησης μου, ακόμα με κατευθύνει να ντρέπομαι ότι πάντα υπάρχουν και χειρότερα, και τρέμω μην και πιαστώ αγνώμων. Αλλά τα «Ευχαριστώ» μου γενναιόδωρα της τα πλημυρίζω. Και τρέχουν δάκρυα, όλο και πιο πολλά όσο μεγαλώνω. Γιατί στη ζωή, κάθε τι που χτίζουμε έχει γενναίο κόπο. Κι ίσως γι΄αυτό μας χαρίζονται, κάπως ως ανταποδοτική γενναιοδωρία, τόσα ηλιοβασιλέματα μαγευτικά, τόσες ανατολές, τόση θάλασσα, τόση φύση και τόσα πέλαγα μάτια. Φαντάσου, στη χάρη της ο μήνας έχει δύο φεγγάρια. Παναγία μου!