Το 1998, ένας κωλοπετσωμένος τουριστικός πράκτορας, για λόγους καθαρά διαφημιστικούς, έφερε αεροπορικώς και με δικά του έξοδα το Αγιο Φως από τα Ιεροσόλυμα στην Αθήνα το απόγευμα του Μεγάλου Σαββάτου. Το 2001 το υπουργείο Αμυνας πρόσθεσε το άγημα που απέδιδε στην φλόγα τιμές αρχηγού κράτους και το 2002 το υπουργείο Εξωτερικών ανέλαβε τα διόλου ευκαταφρόνητα έξοδα μεταφοράς του. Αυτό ήταν, καθιερώθηκε. Σήμερα, όποιος τολμήσει να αμφισβητήσει κάτι απ’ όλο αυτό το σκηνικό, θα τον κατασπαράξουν ως άθεο.
Τον Ιούλιο του 1982, η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ καθιέρωσε νομοθετικά το πανεπιστημιακό άσυλο, με τον νόμο 1268. Ως τότε, υπήρχε απ’ όλους μια άτυπη αλλά ουσιαστική αποδοχή της έννοιας του ασύλου, δίχως ποτέ να μπει σε νόμο. Μόνο για τους περιβάλλοντες χώρους των πανεπιστημίων γινόταν καμιά φορά συζήτηση. Η πρώτη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το καθιέρωσε με νόμο ικανοποιώντας ένα «πάγιο αίτημα του φοιτητικού κινήματος». Ξέρετε την συνέχεια. Το άσυλο κατέληξε να προστατεύει εμπόρους ναρκωτικών και μαφιόζους, δίχως να τολμά κανείς να το καταργήσει επί τέσσερις δεκαετίες.
Είναι δυο χτυπητά παραδείγματα που μας δείχνουν πως όταν στην Ελλάδα καθιερωθεί κάτι, ακόμα κι αν κακοφορμίσει, χρειάζεται δέκα φορές μεγαλύτερη προσπάθεια για να ξε-καθιερωθεί και πάλι είναι αμφίβολο. Η κοινωνία το εγκολπώνεται ως δεδομένο, οι συντεχνίες και οι μειοψηφικές ομάδες το εκμεταλλεύονται προς όφελος τους και οι αντιπολιτεύσεις το χρησιμοποιούν ως υπομόχλιο καταγγελίας των κυβερνήσεων. Συνήθως, αυτό που αρχίζει ως έκτακτη ρύθμιση, ως υπερβολή ή ως ιδεοληψία, κατσικώνεται πάνω στον σβέρκο μας σαν αλογόμυγα στον πισινό γαϊδάρου. Κάνει το ζωντανό την ουρά του πέρα δώθε, αλλά η μύγα είναι γερά γαντζωμένη.
Το ίδιο θα πάθουμε και με τα επιδόματα, να μου το θυμάστε. Αν δηλαδή δεν το ‘χουμε πάθει ήδη. Ξεκίνησε ο ΣΥΡΙΖΑ να δίνει επιδόματα στην εκλογική του πελατεία, με χρήμα που αφαιρούσε από την πραγματική οικονομία μέσω μιας εξοντωτικής φορολογίας στην εργασία και στα εισοδήματα της μεσαίας και ανώτερης τάξης. Η ΝΔ κατέκρινε σφοδρά αυτή την τακτική και για λόγους πολιτικής ηθικής, αλλά κυρίως για λόγους καθαρά οικονομικούς. Όταν φορολογείς μέχρις εξοντώσεως αυτόν που παράγει, για να μοιράσεις όσα μαζεύεις σε αντιπαραγωγικές ελεημοσύνες, δεν είσαι υπεύθυνος πολιτικός αλλά κυβερνητικός αγύρτης.
Και ξάφνου ο Μητσοτάκης ανακοινώνει ότι (παρά τις ελαφρύνσεις που ήδη έκανε) αναμένει υπερπλεόνασμα το 2019, οπότε θα μοιράσει επίδομα τα Χριστούγεννα. Θα είναι το δεύτερο μέσα στην ίδια χρονιά, αφού οι συνταξιούχοι πήραν ήδη εκείνο το (επαίσχυντο από κάθε άποψη) επίδομα του Τσίπρα τον Μάιο, μια βδομάδα πριν πάνε στις κάλπες. Τώρα τι να του πει κανείς του πρωθυπουργού; Ότι είναι τουλάχιστον ανακόλουθος σε όσα έλεγε; Βεβαίως, έχει ένα άλλοθι: υλοποιεί τον προϋπολογισμό των Συριζαίων, που ήταν κομμένος και ραμμένος στον στόχο των θηριωδών υπερπλεονασμάτων. Οπότε, παρά τα όσα ήδη μοίρασε, πάλι θα του περισσέψουν.
Ναι, αλλά αν για τρίτη συνεχή χρονιά (και από δυο πρωθυπουργούς) ο συνταξιούχος πάρει το τετρακοσαράκι του πριν από τις γιορτές, δεν θα το θεωρήσει δεδομένο εις το διηνεκές; Τι θα του πει δηλαδή του χρόνου ο Κυριάκος; Ότι φέτος δεν του το δίνει; Γιατί; Αφού τα πράγματα στην οικονομία θα βελτιώνονται, έτσι τουλάχιστον ελπίζουμε κι έτσι θα διατείνεται ο πρωθυπουργός. Ή θα του πει ότι η οικονομία πάει μεν καλά, αλλά ο προϋπολογισμός σχεδιάστηκε αλλιώς και δεν έβγαλε υπερπλεόνασμα για να διαμοιραστεί; Σκασίλα του συνταξιούχου για την λογιστική προέλευση του επιδόματος, αυτός εθίστηκε πια και το θέλει. Το ‘χει προϋπολογίσει, πώς αλλιώς να το πω;
Μα γιατί να μην το πάρει ο φτωχούλης συνταξιούχος, θα ρωτήσετε. Εγώ δεν λέω ούτε «ναι» ούτε «όχι», ο Κυριάκος ήταν που φώναζε στη Βουλή και στα μπαλκόνια ότι οι επιδοματικές πολιτικές είναι λάθος. Τώρα δηλαδή πώς έγιναν σωστές; Θα μου πείτε πως έτσι ξεδοντιάζει τον Τσίπρα που καταγγέλλει ότι η Δεξιά καταργεί το κράτος πρόνοιας. Τον ξεδοντιάζει όμως ή πέφτει στην παγίδα του υιοθετώντας την πολιτική του; Και από πότε βρε αδερφέ, ο διαμοιρασμός επιδομάτων έγινε κράτος πρόνοιας; Κι αν ο Τσίπρας, το 2021, υποσχεθεί διπλασιασμό του; Που θα το κάνει, μην έχετε αμφιβολία. Θα το τριπλασιάσει ο Κυριάκος; Ετσι θα πηγαίνουμε;
Ναι, αλλά τι να τα κάνει φέτος τα λεφτά αφού του περισσεύουν; Να σας πω πρόχειρα δέκα προτάσεις; Να τα δώσει στην Υγεία να κλείσει πληγές ή σε καινοτόμες νεανικές επιχειρήσεις για να συγκρατήσει το brain drain ή στο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων για να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας. Λέω εγώ τώρα. Κι αν πράγματι πιστεύει ότι οι χαμηλοσυνταξιούχοι πρέπει να παίρνουν αυτά τα λεφτά, να θεσμοθετήσει με νόμο το παλιό δώρο Χριστουγέννων, ώστε να πάψει το πολιτικό θέατρο του γενναιόδωρου Πρωθυπουργού που μεταμορφώνεται σε Άγιο Βασίλη της φτωχολογιάς.
Και να ενημερώσει άπαντες, εργαζόμενους και συνταξιούχους, ότι εφεξής κάθε αύξηση του εισοδήματος τους δεν θα εξαρτάται από την μεγαθυμία του Πρωθυπουργού, αλλά θα πρέπει να προέρχεται από την πραγματική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Καθότι αυτά είναι τα μόνα λεφτά που είναι και δίκαια και εξασφαλισμένα. (Να μην ακούσω παρακαλώ από υπουργούς και βουλευτές της ΝΔ, τις ίδιες δήθεν κεϋνσιανές θεωρίες περί αύξησης της ενεργού ζήτησης μέσω των επιδομάτων που έλεγαν οι Συριζαίοι, διότι θα τους μουντζώσω και δεν το θέλω).