Μια πολιτική μονομαχία στην αρένα του Διαδικτύου είναι εκ των πραγμάτων μια χαμένη μάχη –κανένας δεν πάει σ’ αυτή άσπιλος και αμόλυντος από τη γοητεία της σκοτεινής πλευράς του. Τα πάντα, βέβαια, έχουν ένα όριο. Το πολιτικό και προσωπικό όριο του Κυριάκου Μητσοτάκη ξεπεράστηκε (όπως φάνηκε στη συζήτηση της Πέμπτης), με το #ΝΔ_παιδεραστές και τις έμμεσες αναφορές των συριζαϊκών τρολ σε κύκλωμα παιδεραστίας που δρούσε εν γνώσει του, με κάλυψή του.
Το πόσο τον ωφέλησε ο διαξιφισμός του στη Βουλή με τον Αλέξη Τσίπρα μένει να φανεί. Επί του προκειμένου είχε απόλυτο δίκιο, όμως στην ιστορία των τρολ, των στρατών του Internet που αναλαμβάνουν τη βρώμικη δουλειά όταν το επίσημο κόμμα δεν μπορεί, θύτες δεν είναι μόνο τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Όταν κάνει κάποιος μια συζήτηση για το επίπεδο του πολιτικού διαλόγου, οφείλει να είναι προετοιμασμένος για τη στιγμή που θα έρθει αντιμέτωπος με τα δικά του λάθη –κάποια, όπως τα απαράδεκτα σχόλια του Μακάριου Λαζαρίδη, τα παραδέχτηκε ο Μητσοτάκης, κάποια (κυρίως όσα έκανε ως αντιπολίτευση) όχι. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη, διαχώρισε τη θέση του από τον δικό του διαδικτυακό στρατό, το έκανε όμως άγαρμπα, σχεδόν ερασιτεχνικά: τα ασύδοτα πληκτρολόγια και η συνεχής κάλυψη στον Παύλο Πολάκη έκαναν τη διαχωριστική γραμμή να θυμίζει καστράκι στην άμμο. Θυμίζοντας τις αναρτήσεις της Ειρήνης Αγαπηδάκη εναντίον της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ο Τσίπρας σχεδόν δικαιολόγησε τη διαδικτυακή συμπεριφορά του πρώην υπουργού απέναντί της.
Η πραγματική συζήτηση που διεξήχθη την Πέμπτη, πέρα από την προσωπική διάσταση, είχε στον πυρήνα της το δίπολο ηθικής-ανηθικότητας και τον ρόλο της κομματικής προπαγάνδας στο Διαδίκτυο. Δεν είχε, άρα, κανένα νόημα: κανένας δεν είναι αθώος σε αυτήν την υπόθεση, ειδικά από το 2011 και μετά. Ο ΣΥΡΙΖΑ, που πάτησε πάνω στο ανύπαρκτο ηθικό του πλεονέκτημα για να έρθει στην εξουσία, είδε το αφήγημά του να καταρρέει βήμα-βήμα. Όσο περισσότερο το επικαλούνταν τα στελέχη του, τόσο περισσότερο το κατέστρεφαν. Δεν το συνειδητοποίησαν μέχρι που ήρθε η ώρα της κάλπης.
Αυτό που κάποτε αποκαλούσαμε το «μέτωπο της λογικής», από την άλλη, μέτρησε την ηθική του με την ηθική τού απέναντι. Περηφανεύεται πως δεν έπεσε ποτέ στο επίπεδό του αντιπάλου του –αυτή η νίκη, όμως, για να είναι διαρκής και όχι ευκαιριακή πρέπει να αποδεικνύεται κάθε μέρα, ειδικά τώρα, που ένα από τα δύο μεγαλύτερα συστημικά κόμματα της Μεταπολίτευσης βρίσκεται στην εξουσία. Τα τελευταία γεγονότα στην ιστορία του #MeToo και η διαχείριση της υπόθεσης «παραίτηση Μενδώνη» δεν το κάνει ιδιαίτερα εύκολο. Τα ροζ τρολ που βάλθηκαν να χρωματίσουν τους θύτες με τα χρώματα των αντιπάλων το μόνο που κατάφεραν είναι να αναδείξουν ξανά τη διαφορά.
Ισως, όμως, κάτι καλό βγήκε από την τόσο ανοιχτή συζήτηση για τη διαδικτυακή συμπεριφορά: για κάποιες μέρες τα χάσταγκ εξαφανίστηκαν ως διά μαγείας. Ούτε #ΝΔ_ξεφτίλες, ούτε #ΣΥΡΙΖΑ_βόθρος, ούτε τίποτα από όλα αυτά που ξεπερνούν τα όρια δεν μπήκαν στα ελληνικά trends για αρκετές ώρες, δεν εμφανίστηκαν καν κατά τη διάρκεια της συζήτησης στην Βουλή. Δεν ήταν και τόσο δύσκολο τελικά –αυτό που χωρίζει, τελικά, το ελληνικό πολιτικό σύστημα από τον τραμπισμό που έφερε την εισβολή στο Καπιτώλιο είναι μια απόφαση και μια εντολή. Η ΝΔ δεν μπορούσε να θέσει θέμα τρολ όταν τα δικά της κάνουν πάρτι και, αντίστοιχα, η Κουμουνδούρου δεν θα μπορούσε να διαφοροποιηθεί αν το κλίμα του περασμένου Σαββατοκύριακου συνεχιζόταν μέσα στην εβδομάδα. Όχι ότι τα τρολ σταμάτησαν τη δράση τους: οι λογαριασμοί συνεχίζουν όπως ακριβώς ξεκίνησαν, άλλοι απολαυστικά ειρωνικοί και άλλοι στα όρια του πολιτικού πολιτισμού. Ο οργανωμένος πόλεμος, όμως, αυτός που μπορεί να πλήξει βαθιά και ουσιαστικά το ίδιο το πολίτευμα, όπως έκανε στα πρώτα χρόνια του μνημονίου, δίνοντας διαδικτυακό χώρο ακόμα και στη Χρυσή Αυγή, σταμάτησε για λίγο.
Ήταν θέμα χρόνου άλλωστε να ξαναπάρει μπροστά το σύστημα. Η επίθεση στο προφίλ της Κατερίνας Σακελλαροπούλου για το ζήτημα του Δημήτρη Κουφοντίνα έδειξε ότι οι τελευταίες ημέρες ήταν ένα μικρό διάλειμμα. Ακόμα και το know-how ενός διαλείμματος, όμως, κατά το οποίο το Internet μετατρέπεται και πάλι από όπλο σε μέσο, έχει σημασία –θα έχει ακόμα μεγαλύτερη, όταν τα lockdown τελειώσουν και φανεί η πραγματική οικονομική ζημιά που αφήνει πίσω της η πανδημία.