Ο υπουργός Ανάπτυξης Τάκης Θεοδωρικάκος έκανε λόγο για μείωση των τιμών στα σούπερ μάρκετ το πρωί της Τετάρτης σε τηλεοπτική του συνέντευξη | ΣΚΑΪ τηλεόραση
Απόψεις

Οταν η ΕΛΣΤΑΤ διαψεύδει τον Τάκη Θεοδωρικάκο

Η δήλωση του υπουργού Ανάπτυξης ότι οι τιμές στα σούπερ μάρκετ υποχωρούν το τελευταίο εξάμηνο προκαλεί έκπληξη σε όσους πατούν στο έδαφος της καθημερινότητας -και κυρίως δεν υποστηρίζεται από τα επίσημα στοιχεία
Ζώης Τσώλης

Οι πολίτες που έμειναν κατάπληκτοί (stunned) την Τετάρτη από τη δήλωση του Τάκη Θεοδωρικάκου ότι «ειδικά στα σούπερ μάρκετ έχουμε αρνητικό πληθωρισμό μεταξύ 1% και 2%» το τελευταίο εξάμηνο (αναλυτικά εδώ) δεν έχουν όλοι τους γνώση των στοιχείων της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ). Εχουν όμως την καθημερινή εμπειρία των τιμών στα σούπερ μάρκετ η οποία είναι εξαιρετικά οδυνηρή, καθώς βλέπουν τα χρήματα που μπορούν κάθε μήνα να ξοδέψουν για τη διατροφή τους να εξαντλούνται όλο και νωρίτερα.

Πριν εξετάσουμε αν όντως ισχύουν όσα είπε ο υπουργός Ανάπτυξης για τις τιμές στα τρόφιμα, με βάση τις επίσημες ανακοινώσεις της αναγνωρισμένης από την Eurostat, ΕΛΣΤΑΤ, ας κάνουμε μια σύντομη αναφορά σε ένα συγκεκριμένο είδος πολιτικής επικοινωνίας.

Αυτό περιγράφεται στα αγγλικά με τον όρο gaslighting, λέξη της χρονιάς το 2022 σύμφωνα με το λεξικό Merriam-Webster. Περιγράφει την απόπειρα κάποιου να πείσει τον άνθρωπο ή τους ανθρώπους που υφίσταται μια αρνητική κατάσταση ότι οι ίδιοι σκέπτονται με λάθος τρόπο τα πράγματα. Στην περίπτωση των καταναλωτών μια τέτοια προσπάθεια θα ήταν πετυχημένη, αν πίστευαν ότι δεν ανεβαίνουν οι τιμές στα σούπερ μάρκετ αλλά ότι οι ίδιοι κάτι κάνουν λάθος, όπως πχ. να τους πέφτουν χρήματα από το πορτοφόλι.

Αυτή τη μέθοδο χρησιμοποίησε ο κ. Θεοδωρικάκος ή απλά δεν είχε στα χέρια του τα επίσημα, αδιαμφισβήτητα στοιχεία; Καλόπιστα, εφόσον ο υπουργός δεν έχει δώσει μέχρι στιγμής τέτοια δείγματα, θα εξετάσουμε μόνο τη δεύτερη εκδοχή που είναι και απολύτως ξεκάθαρη και πέρα από κάθε αμφισβήτηση.

24 μήνες ανεβαίνουν οι τιμές 

Οι τιμές των τροφίμων καταναλωτή, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, έχουν ανέβει κατά 32% τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Συγκεκριμένα, ο επιμέρους δείκτης «Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά» ανέβηκε από το 100 το 2020, στο 131,93 το 2024. Το τελευταίο δωδεκάμηνο η άνοδος του δείκτη συγκρατήθηκε στο 1,9% (βρισκόταν στο 130 τον Οκτώβριο του 2023).

Το 2023 ήταν η χειρότερη χρονιά για τους καταναλωτές που είδαν τις τιμές των τροφίμων να αυξάνονται με διψήφιο ποσοστό (ο σχετικός δείκτης αυξήθηκε στο 130 από 118 που ήταν τον Οκτώβριο του 2022). Με άλλα λόγια, οι τιμές των τροφίμων έχουν αλλάξει επίπεδο, έχουν ανέβει σε δραματικό ύψος, σε σχέση με τις αυξήσεις σε άλλα προϊόντα (ακόμη και τα καύσιμα) αλλά το κυριότερο είναι υπερδιπλάσιες του ρυθμού ανόδου τόσο του κατώτατου μισθού, όσο και γενικότερα των εισοδημάτων. Η ακρίβεια στην αγορά θυμίζει και μπορεί να συγκριθεί μόνο με την εποχή της μετάβασης της οικονομίας από τη δραχμή στο ευρώ. 

Η διαβεβαίωση του κ. Θεοδωρικάκου ότι το τελευταίο εξάμηνο (Ιούνιος-Οκτώβριος) «στα σούπερ μάρκετ έχουμε αρνητικό πληθωρισμό μεταξύ 1 και 2%», δεν προκύπτει από πουθενά από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ούτε φυσικά από αυτά της Eurostat. Υπενθυμίζεται ότι ο όρος «αρνητικός πληθωρισμός» σημαίνει πτώση των τιμών, δηλαδή ούτε καν μείωση του ρυθμού αύξησης των τιμών, την οποία θα περιέγραφε κανείς με τον όρο «μειωμένος πληθωρισμός».

Ενδεικτικά, σύμφωνα με την ΕΣΤΑΤ, ο πληθωρισμός αυξήθηκε τον Αύγoυστο στο 3% από 2,7% τον Ιούλιο. O λεγόμενος πληθωρισμός των τροφίμων, κατέγραψε αύξηση σε ετήσια και μηνιαία βάση (από Ιούλιο σε Αύγουστο) 2,8% και 0,2% αντιστοίχως. Ανάλογη ήταν η εικόνα και στους υπόλοιπους μήνες του εξαμήνου που περιέγραψε ο υπουργός.

Η σύγκριση τιμών-μισθών

Για να αντιληφθούν λοιπόν οι υπεύθυνοι της αγοράς τι σημαίνει η ακρίβεια στα τρόφιμα αρκεί να συγκρίνουν την τιμή ενός λίτρου έξτρα παρθένου ελαιολάδου, που ξεπέρασε το καλοκαίρι και τα 12 ευρώ το λίτρο στα σούπερ μάρκετ, με το ημερομίσθιο ενός ταμία που εργάζεται με μερική, τετράωρη απασχόληση (όπως συμβαίνει με το 60% του προσωπικού των σούπερ μάρκετ) και είναι μόλις 17,5 ευρώ (!). Πώς, λοιπόν, να πείσει ο κ. Θεοδωρικάκος αυτόν τον εργαζόμενο που εκτός των άλλων αλλάζει τις τιμές στα ταμπελάκια των προϊόντων, ότι οι τιμές πέφτουν και πρέπει να αισθάνεται γεμάτη την τσέπη του; Υπενθυμίζεται ότι ο μηνιαίος μισθός για τετράωρη απασχόληση είναι 439 ευρώ μεικτά… 

Η φωτογραφία του Οκτωβρίου

Να δούμε λοιπόν τι έγινε τον Οκτώβριο, σε σύγκριση με το Σεπτέμβριο και σε ποια τρόφιμα οι τιμές συνέχισαν να ανεβαίνουν, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ:

-Πίτσες και πίτες 5,2% 

-Μοσχάρι 2,0%

-Χοιρινό 1,4%

-Λαχανικά νωπά 2,4 % 

Τον ίδιο μήνα υποχώρησαν οριακά οι τιμές στα πουλερικά (για το ολόκληρο κοτόπουλο και όχι για τα συσκευασμένα μπούτια ή άλλα τμήματα) κατά 1,6 %, στα τυριά κατά 0,8% και στο ελαιόλαδο κατά 3% καθώς άρχισαν να υποχωρούν οι τιμές διεθνώς λόγω της αυξημένης παραγωγής στην Ισπανία κατά την εφετινή ελαιοκομική περιόδου. Οι χονδρικές τιμές για το ελαιόλαδο νέας σοδειάς στην Ισπανία και Τυνησία διαμορφώνονται στην έναρξη της περιόδου ανάμεσα στα 4,5 και 5,5 ευρώ το λίτρο, όταν στην Ελλάδα η τιμή κινείται στα 7 ευρώ το λίτρο. 

Η εξέλιξη αυτή των τιμών ήρθε μετά από δύο χρόνια – 24 μήνες – συνεχών  αυξήσεων στο δείκτη τιμών των τροφίμων, μια κατάσταση που ξεχείλισε το ποτήρι της αγανάκτησης για τα νοικοκυριά. Αυτό καταγράφηκε και πάλι από την ΕΛΣΤΑΤ η οποία έδωσε τα εξής στοιχεία εξέλιξης των τιμών στα τρόφιμα τον Οκτώβριο, σε σύγκριση με τον Οκτώβριο του 2023.

Οι κυριότερες μεταβολές τιμών το τελευταίο δωδεκάμηνο είναι οι εξής:

-Ψωμί 1,2%

-Κρέατα (γενικά) 2,1%

-Ψάρια νωπά 8,5%

-Ελαιόλαδο 18,1%

-Αποξηραμένα φρούτα και ξηροί καρποί 5,5%

-Λαχανικά (γενικά) 3,3%

-Ζάχαρη-σοκολάτες-γλυκά-παγωτά 4,4%

-Μεταλλικό νερό-αναψυκτικά-χυμοί φρούτων 5,2%

Μετά τις παρεμβάσεις που έγιναν στην αγορά -τους ελέγχους, την κατάργηση των προσφορών του τύπου «αγοράζεις δύο πακέτα, το τρίτο δώρο»- στο ταμπελάκι των τιμών εμφανίστηκε μείωση μόνο σε επιμέρους προϊόντα (αλεύρι, ζυμαρικά, κρέμες γάλακτος). Ακριβώς λόγω της κατάργησης των προσφορών. Επομένως, είναι αδύνατο να εξετάσει κανείς το πραγματικό ισοζύγιο για την τσέπη του καταναλωτή, αν τελικά πλήρωσε λιγότερο η περισσότερο για την ίδια ποσότητα του προϊόντος, σε σύγκριση με το προηγούμενο καθεστώς (προσφορές 2+1 δώρο).