Στην Ελλάδα δεν έχουμε σημαντική παράδοση στην παραγωγή ταινιών επιστημονικής φαντασίας. Ομως μια καλή ιδέα πάντοτε βρίσκει το μονοπάτι προς την επιτυχία. Σκεφτείτε ας πούμε το εξής σενάριο: Ξημερώνει 1η Αυγούστου. Ο ένας μετά τον άλλον οι αθηναίοι ινφλουένσερ ξυπνούν και βγάζουν τα smartphones από τις πρίζες. Και πριν ακόμα τα μάτια ανοίξουν για τα καλά, αντιλαμβάνονται ότι κάτι δεν πάει καλά. Το Instagram εξαφανίστηκε. Είναι η στιγμή που ο σκηνοθέτης κάνει ζουμ στο πρόσωπο του τραγικού ήρωα και η μουσική δυναμώνει.
Φανταστείτε έναν Αύγουστο χωρίς καλοκαιρινές φωτογραφίες που φιγουράρουν σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Θα μπορούσε να είναι και θρίλερ. Με νέους και νέες που ακυρώνουν μαζικά τα εισιτήριά τους και κλειδαμπαρώνονται στα σπίτια τους. Με ζευγάρια που αγκαλιάζονται νωχελικά κάτω από κλιματιστικά που μουγκρίζουν. Με σιλουέτες, λευκές σαν το γάλα, που τριγυρνούν στους δρόμους της μποτιλιαρισμένης Αθήνας. Τώρα, για ποιον να πάνε διακοπές; Για ποιον να μαυρίσουν; Για ποιον να βάλουν τα καινούργια καλοκαιρινά τους ρούχα; Για ποιον να χαμογελάσουν στο ηλιοβασίλεμα;
Εντάξει, ίσως είμαι υπερβολικός. Ανέκαθεν υπήρχε μία κατηγορία ανθρώπων που ζούσαν κυρίως μέσα από τα μάτια των άλλων, που ντύνονταν καλά μόνο για την εκκλησία και πρόσεχαν την εμφάνισή τους για να μην τη σχολιάσει η κουτσομπόλα γειτόνισσα. Πλέον η γειτόνισσα δεν μας απασχολεί. Εκτός βέβαια αν έχει λογαριασμό στο Instagram με τετραψήφιο αριθμό ακολούθων. Οι ακόλουθοι είναι αυτοί που μας απασχολούν. Είναι το κοινό μας. Οι λογαριασμοί φυσικά, όχι οι άνθρωποι πίσω από αυτούς. Ας είναι και ο λογαριασμός ενός εξαδέλφου που δεν συμπαθούμε, ενός πρώην συναδέλφου που δεν θυμόμαστε το όνομά του, ενός αγνώστου θαυμαστή που πίνει βαριεστημένα τον καφέ του σε ένα διαμέρισμα της Αθήνας χαζεύοντας στο κινητό του.
Πλέον, ο κάθε ένας από εμάς γνωρίζει άτομα που κάνουν διακοπές κυρίως, αν όχι αποκλειστικά, για να συλλέξουν ικανό αριθμό φωτογραφιών που θα τους επιτρέψει να δημιουργήσουν μία καλύτερη διαδικτυακή περσόνα. Ατομα που καθορίζουν το πρόγραμμά τους με βάση τις επιταγές των χάσταγκ. «Πρέπει να βγάλουμε μία φωτογραφία στην χώρα που έχει ωραίο ηλιοβασίλεμα – #sunset». «Πρέπει να πάμε στην παραλία νωρίς για να φαίνεται ωραία η θάλασσα – #beach». «Πρέπει να βγούμε το βράδυ για να βγάλουμε πολλές σέλφι με τα καλά μας – #nightout». Σαν ένα παιχνίδι που ανταλλάσσεις χρήματα, χρόνο και στιγμές για λίγη παραπάνω ψηφιακή αναγνώριση.
Αν δεν γνωρίζετε τέτοια άτομα, θα μπορούσατε απλώς να κοιτάξετε γύρω σας σε κάποια φημισμένη παραλία. Εκεί θα βλέπατε αρκετούς επίδοξους φωτογράφους να δίνουν τη μάχη για το τέλειο «κλικ». Θα βλέπατε άνδρες να βουτούν ξανά και ξανά από ψηλά βράχια μέχρι ο «κολλητός» να τους πετύχει στο κατάλληλο ύψος και με το κατάλληλο ύφος. Να φαίνεται και ο δικέφαλος. «Τι ιδρώναμε όλον τον χειμώνα στα γυμναστήρια, ρε;». Θα βλέπατε και γυναίκες να στέκονται επί ώρες σε αιγαιοπελαγίτικα καλντερίμια μέχρι να βρεθεί εκείνη η φωτογραφία που θα δείχνει τα πόδια τους μακριά, τη μέση τους λεπτή, την έκφρασή τους οριακά ερωτική αλλά όχι προκλητική. Μέχρι να βρεθεί εκείνη η φωτογραφία που θα μπορεί να τρέξει στον ψηφιακό μαραθώνιο των likes.
Ειδικά τους καλοκαιρινούς μήνες οι οθόνες των κινητών ξεχειλίζουν καλογυμνασμένα κορμιά, πλατιά χαμόγελα κάτω από τον καυτό ήλιο και ρομαντικά ηλιοβασιλέματα. Φίλτρα, εικόνες και χάσταγκ. Αν κάποιος εξωγήινος έβλεπε μόνο τους ψηφιακούς λογαριασμούς μας θα τρόμαζε από την ευτυχία και την ομορφιά. Θα νόμιζε ότι έχει να κάνει με υπέροχους ανθρώπους που ζουν υπέροχες ζωές. Και μετά μπορεί να προσγειωνόταν στον πραγματικό κόσμο ένα βροχερό απόγευμα του Νοέμβρη.