Ομολογώ ότι κι εγώ γούρλωσα τα μάτια, βλέποντας τους τίτλους: «Η Νέα Σμύρνη δονήθηκε απ’ τους ρυθμούς του Λεξ», «Χιλιάδες άτομα πλημμύρισαν το στάδιο του Πανιωνίου» κι άλλα τέτοια βαρύγδουπα.
«Μα ποιος είναι αυτός ο ΛΕΞ, τέλος πάντων;», αναρωτήθηκα. Ο οποίος γεμίζει ολόκληρο στάδιο Πανιωνίου και κάνει τη Νέα Σμύρνη να δονείται. Δίπλα μένω, να μην πάρω χαμπάρι τίποτα; Πού ζω; Αρκετοί ακόμα, απ’ όσο είδα, είχαν την ίδια απορία. Ο ΛΕΞ, που αποθεώθηκε ένα καλοκαιρινό βράδυ από χιλιάδες κόσμου, ήταν για πολλούς ένα αίνιγμα. Ενα ουρανοκατέβατο φρούτο, για το οποίο ξαφνικά μάθαμε ότι γίνεται ανάρπαστο.
Να φταίει, άραγε, η ηλικία που αγνοούμε τύπους σαν τον ΛΕΞ; Κυκλοφόρησε πολύ σαν επιχείρημα, αλλά δεν νομίζω ότι συμφωνώ απολύτως. Σίγουρα το χάσμα γενεών παίζει το ρόλο του, αλλά εδώ κάτι άλλο συμβαίνει. Ονόματα όπως Snik και Sin Boy έχουν έρθει στα αφτιά μας και μπροστά στα μάτια μας, καθώς χαζεύουμε οθόνες. Ακόμα κι αν δεν μας αρέσει η μουσική τους, ακόμα κι αν ηλικιακά βρισκόμαστε πολύ μακριά από τη φάση που ίσως να τη βρίσκαμε μαζί τους, μια χαρά τους ξέρουμε.
Δεν δίνει δεκάρα για δημοσιότητα
Υπάρχουν, όμως, κάτι τύποι και τύπισσες εκεί έξω, που ανεβαίνουν την κλίμακα της επιτυχίας, γεμίζουν στάδια, συγκινούν και κατακτούν κοινό, χωρίς να ανακυκλώνεται το όνομά τους εκεί όπου οι πολλοί χαζεύουμε συνήθως. Να το πω με μια φράση: δεν είναι mainstream οι άνθρωποι, και δεν θέλουν να είναι. Δεν τους απασχολεί αν απασχολούν τα φώτα της δημοσιότητας, βασικά δεν δίνουν δεκάρα. Ο ΛΕΞ, για παράδειγμα, δεν δίνει ούτε συνεντεύξεις, ενώ και τα live του είναι μετρημένα.
Το κυριακάτικο live στη Νέα Σμύρνη ήρθε μετά από πολύ καιρό. Τέσσερα χρόνια μετά το δίσκο «2ΧΧΧ», και με αφορμή τη νέα δισκογραφική του δουλειά «Metro», αποφασίστηκε μια συναυλία η οποία ήταν να δοθεί στο Κατράκειο Θέατρο Νίκαιας. Μετά από ένα γρήγορο sold out, όμως, μεταφέρθηκε στο στάδιο του Πανιωνίου. Το προηγούμενο live είχε γίνει στο Θέατρο Πέτρας και το παρακολούθησαν 10.000 άτομα. Τώρα, ο ΛΕΞ είχε μπροστά του 25.000 θεατές, οι οποίοι φώναζαν «Πού ’σαι ρε ΛΕΞ;», ακριβώς γιατί είχαν κι εκείνοι μπροστά τους έναν ακριβοθώρητο καλλιτέχνη.
Οσοι τον ξέρουν, είναι γιατί τον παρακολουθούν μέσα από τον δικό του δρόμο. Οσοι έως τώρα τον αγνοούσαν έμαθαν ότι είναι ένας 37χρονος θεσσαλονικιός ράπερ, από τους πιο αξιόλογους της σύγχρονης ελληνικής ραπ σκηνής. Ο ΛΕΞ ή αλλιώς Αλέξης Λαναράς, ξεκίνησε πριν είκοσι χρόνια ως μέλος του συγκροτήματος «Βόρεια Αστέρια» και από το 2010 και μετά, κάνει σόλο καριέρα.
Ραπ φιλοσοφία και ποίηση του δρόμου
Οι στίχοι του αντλούν περιεχόμενο από την οικονομική κρίση και τη γενικότερη κρίση της κοινωνίας, τις κοινωνικές ανισότητες, τις φυλετικές διακρίσεις, την ανέχεια, τη βία, τα ταμπού: «Ακούω το τάβλι των ανέργων, την φωνή των παιδιών / Τα καταπιεσμένα βογγητά των νοικοκυριών / Εχω για θέα μια εκκλησία και τις ουρές των πιστών / Και ιδρώνω για ν’ αρπάξω την πηγή των κακών» (από το τραγούδι «Πολυκατοικίες»)
Ειλικρινά δεν ξέρω ποιους στίχους του να πρωτομεταφέρω εδώ, γιατί έχει πολλούς ωραίους. Είναι μια ραπ φιλοσοφία, μια ποίηση του δρόμου με λυρικές λάμψεις οι στίχοι των τραγουδιών του κι από την Κυριακή που τον ανακάλυψα έχω τρελαθεί να τους διαβάζω.
Γενικώς ο ΛΕΞ τα λέει ωραία. Και με τους στίχους και με τον τρόπο που έχει επιλέξει να στερεώνει τον εαυτό του και τη τέχνη του ανάμεσά μας. Σε μια κοινωνία που έχει συνηθίσει στην ιδέα ότι η επιτυχία και η διασημότητα περνάνε μέσα από την αδιάκοπη προβολή, τα πάνελ, τα κουτσομπολιά και τους τίτλους clickbait, άνθρωποι σαν τον ΛΕΞ αποδεικνύουν ότι το εμπορικό και το mainstream δεν είναι μονόδρομος.
ΥΓ. Βάζω στοίχημα ότι ο Λεξ μισεί αυτό που συμβαίνει μετά τη συναυλία του στον Πανιώνιο. Ξαφνικά, τον ανακαλύψαμε όλοι και όλοι αναμασούμε το ποιος είναι και τι κάνει. Πέρασε για λίγο μέσα στην τροχιά του mainstream, αλλά υποπτεύομαι ότι με την πρώτη ευκαιρία θα την κάνει.