Συνεκπαίδευση μονάδων του πολεμικού και του γαλλικού ναυτικού | InTime News
Απόψεις

Οι «Ασπίδες», η Ελλάδα και ο ελέφαντας στο δωμάτιο

Φθάνει η στιγμή που κανείς πρέπει να επιλέξει. Είτε θα είναι παρών σε όλες τις διεργασίες, πολλώ δε μάλλον σε αυτές που τον αφορούν, είτε απλώς θα παρακολουθεί -και θα παρακαλεί- τους άλλους να δρουν και εξ ονόματός του
Πιέρρος Ι. Τζανετάκος

Αν μη τι άλλο, το όνομα της ευρωπαϊκής ναυτικής αποστολής στην Ερυθρά Θάλασσα είναι ικανοποιητικά ελληνοπρεπές: «Αspides» («Ασπίδες»). Εξίσου ελληνοπρεπείς όμως μοιάζουν και οι πρώτες αντιδράσεις στην πρόθεση της χώρας να συμμετέχει ενεργά- τουλάχιστον όσο ενεργά δύναται- στην επιχείρηση προστασίας του παγκόσμιου εμπορίου από τα πυρά των υποστηριζόμενων από το Ιράν ανταρτών Χούθι.

«Προθυμότερη εκ των προθυμοτέρων η ελληνική κυβέρνηση», έγραψε η Εφημερίδα των Συντακτών, αναφερόμενη σε «επικίνδυνη εμπλοκή» και διεκδίκηση συμμετοχής μέσω του στρατηγείου της Λάρισας. Απορεί μάλιστα και για τη διάθεση φρεγάτας. Η δε Kontra News το πήγε ένα βήμα παρακάτω διαπιστώνοντας ότι «ο Δένδιας κήρυξε τον πόλεμο στους Χούθι», επισημαίνοντας τον έντονο προβληματισμό «για τις επικίνδυνες πρωτοβουλίες του υπουργού Αμυνας» .

Αν κανείς αναζητήσει επικοινωνιακή διάσταση στην κίνηση Δένδια (και κυβέρνησης) να προτείνει στους ευρωπαίους ομολόγους τους τόσο την ανάληψη της διοίκησης στην ξηρά, δηλαδή στο στρατηγείο της Λάρισας, όσο και την εκ περιτροπής διοίκησης της ίδιας της επιχείρησης «Ασπίδες» στη θάλασσα, ενδεχομένως να μην δυσκολευτεί να τη βρει. Ούτως ή άλλως και η προβολή ισχύος στην ευρύτερη περιοχή και η αναπτέρωση του ηθικού των Ενόπλων Δυνάμεων ενέχουν τέτοια διάσταση. Το ζήτημα, όμως, δεν είναι επικοινωνιακό- αντιθέτως πρόκειται για μια ουσιαστική επιλογή, με σοβαρές γεωπολιτικές, διπλωματικές και οικονομικές διαστάσεις.

Αν κάποιος πλήττεται περισσότερο, τουλάχιστον σε παράπλευρο επίπεδο, από τις τρομοκρατικές επιθέσεις των Χούθι στα εμπορικά πλοία που επιχειρούν να διασχίσουν την Ερυθρά Θάλασσα, αυτοί είναι οι Ευρωπαίοι- άρα και η Ελλάδα. Δεν είναι απλώς η γενική παραδοχή ότι ο ελληνόκτητος στόλος είναι ο μεγαλύτερος του κόσμου. Η πραγματικότητα είναι ότι όσο περνά ο καιρός οι επιπτώσεις στο παγκόσμιο εμπόριο θα προκαλέσουν περαιτέρω και πολύ πιο αξιοσημείωτες αρνητικές αντανακλάσεις στη δυτική οικονομία, ενώ η πτώση στην κίνηση εμπορευματοκιβωτίων στον Πειραιά θα γίνεται όλο και πιο ορατή. Η αύξηση κινδύνου στη ναυσιπλοΐα επιφέρει αύξηση στα ασφάλιστρα, άνοδο των τιμών στα εμπορεύματα, άρα μεσοπρόθεσμες στρεβλώσεις στη διαμετακομιστική αλυσίδα.

Αλλά και στο βραχυπρόθεσμο πεδίο, που γεωγραφικά αφορά άμεσα και την Ελλάδα: Η ήδη δοκιμαζόμενη οικονομία της Αιγύπτου πλήττεται ακόμα περισσότερο από τη μείωση διελεύσεων στο Σουέζ, με τη μεγαλύτερη αραβική δύναμη- και σύμμαχο της Αθήνας- να κινδυνεύει με ύφεση, γεγονός που θα καταστήσει την εύθραυστη κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή ακόμα πιο επικίνδυνη. Οφείλει, λοιπόν, η Ελλάδα να είναι παρούσα στην Ερυθρά Θάλασσα ή θα έπρεπε να στρουθοκαμηλίσει;

Ο κόσμος πια είναι σε τέτοιο βαθμό συνδεδεμένος που είναι αδύνατο να αγνοήσεις κάτι τόσο σημαντικό που συμβαίνει στη «γειτονιά» σου. Επίσης, είναι πια η ώρα, τόσο για την Ελλάδα, όσο ειδικότερα για την Ευρώπη, να αντιληφθούν ότι δεν μπορούν να τα έχουν όλα: επιρροή, ασφάλεια και μη συμμετοχή. Και ότι δεν θα είναι μια ζωή οι Αμερικανοί, οι Βρετανοί και οι λίγοι πιστοί νατοϊκοί αυτοί που θα βγάζουν τα κάστανα από τη φωτιά. Δηλαδή, επιχειρεί κατά των Χούθι το αμερικανικό Πολεμικό Ναυτικό και οι Ευρωπαίοι θέλουν να παραμείνουν απλοί παρατηρητές; Η λειψή ευρωπαϊκή επιχείρηση –ο ίδιος ο Μπορέλ είπε ότι θα λάβουν μέρος μόνο αυτοί που θέλουν– έχει ήδη καθυστερήσει.

Εκτός, όμως, από συνδεδεμένος, ο κόσμος αλλάζει και η μόνη σύγχρονη βεβαιότητα είναι ότι δεν υπάρχουν βεβαιότητες. Και η Ελλάδα, ανεξαρτήτως κυβερνήσεων, πρέπει όχι μόνο να είναι ενταγμένη, αλλά να διεκδικεί όσο το δυνατόν ισχυρότερες θέσεις στα μπλοκ όπου μετέχει. Είτε αυτό είναι το ΝΑΤΟ, είτε η Ευρωπαϊκή Ενωση, είτε τώρα ένα μικρότερο γκρουπ χωρών, με ναυτική παράδοση- όπως αυτό που σχηματίζεται για την επιχείρηση «Ασπίδες».

Ειδικά το τελευταίο αφορά συνολικότερα την ανάγκη όρθωσης αποτελεσματικής ευρωπαϊκής άμυνας, μια διαδικασία στην οποία τόσο η Γαλλία, όσο και η Ελλάδα διαδραματίζουν κομβικό ρόλο. Οσο δε για τον συντονισμό με το Παρίσι, αρκεί κανείς να θυμηθεί ότι η Γαλλία ήταν αυτή που στήριξε περισσότερο από κάθε άλλη δύναμη την Ελλάδα στη μακρά κρίση με την Τουρκία το καλοκαίρι του 2020 στην Ανατολική Μεσόγειο. Ο ελέφαντας είναι μέσα στο δωμάτιο, δεν μπορούμε να παριστάνουμε ότι δεν τον βλέπουμε.

«Επικίνδυνη». Είναι η λέξη που χρησιμοποιείται από την αντιπολίτευση και τον φιλικό Τύπο της περισσότερο από κάθε άλλη ως επιχείρημα εναντίον της ελληνικής συμμετοχής. Όχι μόνο σε αυτήν, αλλά σε κάθε πιθανή επιχείρηση των Ενόπλων Δυνάμεων εκτός συνόρων. Τι είναι ή μάλλον τι δεν είναι επικίνδυνο σε μια στρατιωτική αποστολή; Και ποιο είναι το πραγματικό καθήκον του στρατεύματος;

Πράγματι, υπάρχει ρίσκο στο ταξίδι της φρεγάτας «Υδρα», όπως οι ίδιοι οι άνδρες του Πολεμικού Ναυτικού παραδέχονται- κι αυτό διότι τα συστήματα που διαθέτει ενδεχομένως να μην μπορούν να αποσοβήσουν μια πυραυλική απειλή. Υπάρχει κι άλλο, σαφώς πιο λελογισμένο ρίσκο: να στραφεί ο αραβικός κόσμος εναντίον της Ελλάδας. Ποιος αραβικός κόσμος ακριβώς και τι είδους απειλή θα ήταν αυτή που θα προέκυπτε εξαιτίας μιας «αμιγώς συνοδευτικού και αμυντικού χαρακτήρα αποστολής», όπως επαναλαμβάνουν σε κάθε ευκαιρία και με ιδιαίτερη προσοχή από την Αθήνα;

Ακόμα όμως κι έτσι να είναι τα πράγματα, φθάνει η στιγμή που κανείς πρέπει να επιλέξει. Είτε θα είναι παρών σε όλες τις διεργασίες, πολλώ δε μάλλον, σε αυτές που τον αφορούν, είτε απλώς θα παρακολουθεί- και θα παρακαλεί- τους άλλους να δρουν και εξ ονόματός του.