Ολες οι δημοσκοπήσεις που έγιναν μετά την επίσημη προκήρυξη των εκλογών καταγράφουν σε γενικές γραμμές άνοδο της ΝΔ, στασιμότητα του ΣΥΡΙΖΑ, περαιτέρω πτώση του ΠΑΣΟΚ και άνοδο του ΚΚΕ και του ΜέΡΑ25. Η δημοσκοπική εικόνα δείχνει ότι το πολιτικό σκηνικό δεν αλλάζει ιδιαίτερα σε σχέση με το 2019. Αυτό που έχει αλλάξει και δυσκολεύει το σχηματισμό κυβέρνησης είναι ο εκλογικός νόμος: απλή αναλογική στις επικείμενες εκλογές και ενισχυμένη αναλογική στις επόμενες, αλλά με μικρότερο bonus για το πρώτο κόμμα, από ό,τι στις προηγούμενες εκλογές, πράγμα που καθιστά πιο δύσκολη την αυτοδυναμία.
Το εύλογο ερώτημα είναι πώς γίνεται, τέσσερα χρόνια μετά τη θριαμβευτική νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη και με τόσα γεγονότα, κρίσεις και δυσκολίες που μεσολάβησαν, ο συσχετισμός των πολιτικών δυνάμεων να παραμένει ίδιος μέχρι σήμερα. Την απάντηση τη γνωρίζουν καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον οι δυο βασικοί αντίπαλοι του Μητσοτάκη, ο Αλέξης Τσίπρας και ο Νίκος Ανδρουλάκης.
Ο Τσίπρας διεκδικεί ξανά την πρωθυπουργία, ζητώντας τη συνεργασία ή την ανοχή του Γιάννη Βαρουφάκη, με τον οποίον έγραψε την ιστορία της υπερήφανης διαπραγμάτευσης του πρώτου εξαμήνου του 2015. Με τα ίδια πρόσωπα που κυβέρνησαν την τετραετία 2015-19 στη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ διεκδικεί μια νέα τετραετία, για να κυβερνήσει χωρίς μνημόνιο. Στην ουσία ο ΣΥΡΙΖΑ υπόσχεται… το παρελθόν του, αυτό δηλαδή για το οποίο καταψηφίστηκε το 2019. Και ο Μητσοτάκης κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για να θυμίζει αυτό το κυβερνητικό παρελθόν, επενδύοντας στον φόβο της αναβίωσής του.
Υπάρχει, όμως και ο Νίκος Ανδρουλάκης. Αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, το οποίο συγκυβέρνησε με τη ΝΔ και συγκρότησε μαζί της το «αντί-ΣΥΡΙΖΑ» μέτωπο, σήμερα τηρεί ίσες αποστάσεις από Μητσοτάκη – Τσίπρα, τους οποίους δεν αποδέχεται για τη θέση του Πρωθυπουργού. Ο Ανδρουλάκης προσπαθεί να κάνει ακριβώς το αντίθετο από τον Τσίπρα: δεν υπόσχεται το… παρελθόν του ΠΑΣΟΚ, αλλά υπόσχεται ένα μέλλον το οποίο δεν είναι σε θέση να περιγράψει: έναν άγνωστο Χ πρωθυπουργό και μια «σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση», την οποία θα πρέπει να συγκροτήσει είτε με τη ΝΔ είτε με τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Βαρουφάκη.
Είναι φανερό ότι τόσο ο Τσίπρας όσο και ο Ανδρουλάκης με την πολιτική, εκλογική τους στρατηγική ενισχύουν τελικά τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Απέναντι στη δική του πρόταση διακυβέρνησης, που πατάει πάνω στα πεπραγμένα της τελευταίας τετραετίας, υπάρχουν δυο εξαιρετικά αδύναμες εναλλακτικές: το κυβερνητικό παρελθόν του Συριζα που διεκδικεί μια δεύτερη ευκαιρία – την πρώτη χωρίς μνημόνιο – και το θολό σοσιαλδημοκρατικό αφήγημα του Ανδρουλάκη με πρωθυπουργό… kinder έκπληξη!
Με αυτά τα δεδομένα, ενώ όλα τριγύρω αλλάζουνε, στις δημοσκοπήσεις όλα τα ίδια μένουν. Ο Μητσοτάκης μπορεί να μη βρίσκει κυβερνητικούς συμμάχους —άλλωστε, δεν τους ψάχνει καν, αφού πιστεύει στην αυτοδυναμία— βρίσκει όμως ακούσιους «συμμάχους» στα πρόσωπα και στις εκλογικές στρατηγικές των δυο βασικών πολιτικών του αντιπάλων. Και κάπως έτσι, μέσα σε συνθήκες πολιτικής «ακινησίας», πορευόμαστε στη διπλή εκλογική αναμέτρηση που όλα δείχνουν ότι θα μας οδηγήσει σε μια επανάληψη του πολιτικού συσχετισμού του 2019, ο οποίος όμως, λόγω εκλογικού νόμου, δεν εγγυάται ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία και σταθερή κυβέρνηση.