| CreativeProtagon / Shutterstock
Απόψεις

Οι 4.000 διορισμοί του Τραμπ… κι εμείς

Η άγνοια για το πόσοι και πού διορίζονται αποτελεί ένα ακόμη σύμπτωμα της πολιτικής μας παθογένειας. Το κράτος-λάφυρο δεν μπορεί ποτέ να γίνει «επιτελικό». Δεν ήρθε, λοιπόν, η στιγμή να έχουμε μια κάποια διαφάνεια για αυτά τα θέματα, και κυρίως ένα «θεσμικό φρένο», όχι μόνο για το ποιοι, αλλά και για το πόσοι θα διορίζονται από την (εκάστοτε) κυβέρνηση;
Δημήτρης Κατσαντώνης

Στη διεθνή ειδησεογραφία έχει γραφεί ότι ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ θα διορίσει 4.000 ανθρώπους για τη στελέχωση της εκτελεστικής εξουσίας. Ολοι θα πρέπει να περάσουν από την έγκριση του Κογκρέσου και οι πιθανότητες  απόρριψης δεν είναι ασήμαντες (παράδειγμα ο ανεκδιήγητος Ματ Γκετζ, που ουσιαστικά απορρίφθηκε για τη θέση του υπουργού Δικαιοσύνης). Η λειτουργία των Επιτροπών Αξιολόγησης είναι ουσιαστική για τις πιο σημαντικές θέσεις και γίνεται σχετικά τυπική για τις λιγότερο σημαντικές θέσεις.

Να δούμε λίγο και τα δικά μας;

Γνωρίζουμε πόσους διορίζει η (εκάστοτε) κυβέρνηση, άμεσα ή έμμεσα;

Φοβάμαι πως όχι. Προ δεκαπενταετίας, νομίζω, είχε γίνει μια καταγραφή και είχε προκύψει ένας αριθμός περί τις 12.000, κατόπιν στην κυβέρνηση του 2012 φάνηκε να μειώνεται κατά 1.500 θέσεις, και μετά σιωπή.

Αν μείνουμε μόνο στους μετακλητούς εκτός ΝΠΙΔ, φτάσαμε τους 3.317 (αριθμός αρκετά υψηλότερος σε σχέση με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ –2.739 στο τέλος της διακυβέρνησης του–, παρά την κριτική που είχε τότε ασκηθεί περί «απαράδεκτου φαινομένου»). Φυσικά, αυτοί οι μετακλητοί δεν είναι οι μόνοι που διορίζονται από την κυβέρνηση. Ποιος, άραγε, να είναι ο τελικός αριθμός;

Η άγνοια για το πόσοι και πού διορίζονται αποτελεί ένα ακόμη σύμπτωμα της πολιτικής μας παθογένειας. Το κράτος-λάφυρο δεν μπορεί ποτέ να γίνει «επιτελικό». Δεν ήρθε, λοιπόν, η στιγμή να έχουμε μια κάποια διαφάνεια για αυτά τα θέματα, και κυρίως ένα «θεσμικό φρένο», όχι μόνο για το ποιοι, αλλά και για το πόσοι θα διορίζονται από την (εκάστοτε) κυβέρνηση; 

Υπάρχει κάποια άλλη θεσμική εξουσία που να εξισορροπεί ενδεχόμενη ευνοιοκρατία και προφανή ακαταλληλότητα ενός προσώπου για σημαντική κρατική θέση; 

Στη χώρα μας, όχι. Οι όποιες ακροάσεις γίνονται στη Βουλή απέχουν πολύ από τη δυνατότητά της να λειτουργήσει ακυρωτικά για μια επιλογή, όχι μόνο του Πρωθυπουργού, αλλά και οποιουδήποτε υπουργού.

Με δυο λόγια: στη χώρα μας ο Γκετζ θα ήταν υπουργός.

Η πολιτική πρακτική για ένα κράτος-λάφυρο δεν εξαντλείται στα «δικά μας παιδιά»

Συμπεριλαμβάνει και τη (συχνά αυθαίρετη) διανομή χρήματος, κυρίως με τη μέθοδο των (πολλών) απευθείας αναθέσεων. Μόνο στο πρώτο εξάμηνο του 2024 δόθηκαν σε απευθείας αναθέσεις 1,25 δισ. ευρώ, περίπου το 16% της αξίας όλων των δημοσίων συμβάσεων αυτού του εξαμήνου (στοιχεία από Κεντρικό Ηλεκτρονικό Μητρώο Δημοσίων Συμβάσεων – άρθρο Γ.Χ. Παπαδόπουλου στα «ΝΕΑ Σαββατοκύριακο», 7 Δεκεμβρίου).

Υπάρχει θεσμικός τρόπος να σταματήσει μια (οποιαδήποτε) κυβέρνηση μια αύξηση του ήδη υψηλού 16% σε (για παράδειγμα) 32 %; Στη χώρα μας, όχι.

Ολα τα παραπάνω αποσκοπούν στο να συνειδητοποιήσουμε το επείγον και το επιτακτικό του αιτήματος για αλλαγές στο πολιτικό μας σύστημα, με κύρια κατεύθυνση τον περιορισμό τού εδώ και μισό αιώνα ακραίου πρωθυπουργοκεντρισμού και την ενίσχυση της δημοκρατίας μας με θεσμικά αντίβαρα.

Γιατί είναι ανησυχητικό να μπορεί ο Γκετζ να είναι υπουργός σε μία κοινοβουλευτική δημοκρατία και να απορρίπτεται σε μια προεδρική δημοκρατία…


* Ο Δημήτρης Κατσαντώνης είναι συγγραφέας, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας ερευνών Τo the Point