Η αλήθεια είναι ότι του το έλεγαν του Tσίπρα. «Ετσι που πορεύεσαι από το 2019, με τον ίδιο παλιό τρόπο, τις ίδιες πολιτικές αντιλήψεις, με το ίδιο κόμμα και την ίδια ομάδα γύρω σου, το πας φιρί φιρί για μετωπική με νέα ήττα». Του το έλεγαν φίλοι και αντίπαλοι, του το υπενθύμιζαν κάθε μήνα οι δημοσκοπήσεις, μέχρι και ο φίλος του Γιάννης Λούλης τού το μπουμπούνισε κατάμουτρα, αυτός τίποτα. Είχε περιπέσει σ’ ένα είδος πολιτικής χαύνωσης στα περί του οίκου του, σαν φαντάρος που απειλεί τον εχθρό ότι θα τον κατατροπώσει, αλλά επί τρία χρόνια αρνείται να ξεσκονίσει και να λαδώσει το ντουφέκι του.
Και ξάφνου, ένα πρωινό του Γενάρη του 2022, με την πλάτη του Μητσοτάκη κάπου στο βάθος του ορίζοντα και με την ανάσα του Ανδρουλάκη να γαργαλάει τον σβέρκο του, ξύπνησε από τον βαθύ του λήθαργο και ρίχνει μια βόμβα. Ο αρχηγός (αυτός δηλαδή) θα εκλέγεται απευθείας από τα μέλη και τους φίλους του κόμματος. Οταν το είχε πρωτοκάνει ο Γιώργος Παπανδρέου τον Φεβρουάριο του 2004, είχε πέσει πολύ γέλιο και εκ δεξιών και εξ ευωνύμων. Αμφότερες οι πλευρές έφτυναν τον κόρφο τους με αυτές τις «αμερικανιές».
Η ΝΔ, ως παραδοσιακό αστικό κόμμα μαθημένο να διοικείται από βουλευτές, οικογένειες, οικονομικούς μεγαλοπαράγοντες και βαρονίες, είχε θεωρήσει αυτόν τον τρόπο εκλογής αρχηγού αριστερό καραγκιοζιλίκι. Πέντε χρόνια αργότερα, τον υιοθέτησε ασθμαίνοντας. Κέρδισε το αουτσάιντερ Αντώνης Σαμαράς, η Ντόρα ακόμα χτυπά το κεφάλι της στον τοίχο που τότε είπε «ναι». Στην άλλη όχθη, σύσσωμη η Αριστερά είχε αρνηθεί αυτό το «ξεχείλωμα του πολιτικού υποκειμένου» που κονιορτοποιούσε την πάγια πολιτική θεωρία της περί του κόμματος. Το ΚΚΕ παραμένει ακόμα στην παράδοση του, ο ΣΥΡΙΖΑ από την περασμένη Τετάρτη προσχώρησε στο «ξεχείλωμα».
Τι έπαθε, το λοιπόν, ο Τσίπρας και σήμερα προτείνει ακριβώς αυτό που μέχρι πρότινος χλεύαζε και λοιδορούσε; Εγινε ξάφνου σοσιαλδημοκράτης, κεντρώος, μεσαίος, ανοικτών οριζόντων, μεταρρυθμιστής και καβαλάρης των μοντέρνων καιρών μας; Ελάτε τώρα. Ο Αλέξης ποτέ δεν ήταν, ούτε θα γίνει κάτι από όλα αυτά. Εχει λειψή πολιτική (και όχι μόνο) παιδεία για να μεταβάλει εαυτόν σε οραματιστή και μεταρρυθμιστή του χώρου του. Αν τον διακρίνει κάτι, είναι η θηριώδης ικανότητά του να «τσιμπάει» προς όφελός του τις ευκαιρίες που του προσφέρουν η συγκυρία και το πανίσχυρο ένστικτο αυτοσυντήρησής του.
Ο Τσίπρας προτείνει (και θα επιβάλει) την εκλογή του από τη βάση, για έναν και μόνο λόγο: ξέρει ότι στις επόμενες εκλογές θα ηττηθεί και θέλει να διατηρήσει τη θέση του μετά την ήττα. Αυτό θα του το εξασφαλίσει η νομιμοποίηση από ένα μεγάλο, χαοτικό εκλεκτορικό σώμα. Ο εκλεγμένος από τη λαϊκή βάση αρχηγός δεν υπόκειται στον έλεγχο ούτε Κεντρικών Επιτροπών, ούτε Πολιτικών Γραφείων και Συμβουλίων, ούτε καν του Συνεδρίου. Δεν είναι πια πρόεδρος, είναι αρχηγός, ένα αυτόνομο όργανο από μόνος του, ανώτερο όλων των άλλων.
Δεν καθαιρείται, δεν ελέγχεται ουσιωδώς ή ελέγχεται όσο αυτός επιτρέπει. Ο λαός του τον εκλέγει, αυτός μόνο μπορεί να τον αποπέμψει ή να τον αλλάξει, μόνο που ο «λαός» δεν είναι συγκροτημένο σώμα. Αρα ο αρχηγός κάνει ό,τι του καπνίσει. Και τώρα το ίδιο συμβαίνει, ο Τσίπρας είναι αδιαμφισβήτητος και πανίσχυρος, όμως μετά από δύο ακόμα ήττες (που θα προστεθούν στις τρεις προηγούμενες) ενδέχεται το κλίμα να είναι διαφορετικό για αυτόν. Φυλάει, το λοιπόν, τα ρούχα του για να τα έχει και μετά την επανεκλογή Μητσοτάκη. Εξυπνη τακτική, αλλά πρωτίστως απροκάλυπτη ομολογία της μελλοντικής ήττας του. Ολα τα άλλα είναι ανοησίες.