| Αρκάς / CreativeProtagon
Απόψεις

Ο Θανασάκης (του Αρκά) κι εμείς

Ο Νίτσε είχε γράψει σε ένα σημειωματάριό του το 1888 ότι «η αλήθεια είναι άσχημη. Και έχουμε την τέχνη για να μη μας σκοτώσει η αλήθεια». Ο Θανασάκης δεν εμπίπτει στην περιγραφή της υψηλής τέχνης, αλλά σίγουρα αποτελεί ένα ευχάριστο διάλειμμα στην «αλήθεια της εποχής», που κυριολεκτικά σκοτώνει
Παναγιώτης Κακολύρης

Η αλήθεια είναι ότι ανησύχησα λίγο, τώρα τελευταία, με τον Θανασάκη. Επιασα τον εαυτό μου να στενοχωριέται που τσακώθηκε με τον Χάρη. Υπέθεσα ότι ήταν ένα καπρίτσιο της στιγμής που θα πέρναγε στο επόμενο ποστ του Αρκά. Κι επειδή καμιά φορά τα σκίτσα του βγαίνουν διπλά, ή σε κοντινούς χρόνους, ή στο Instagram πιο γρήγορα από ό,τι στο Facebook, άρχισα να ψάχνω στους επίσημους λογαριασμούς, μήπως και σε κάποιο account είχε υπάρξει κάποια θετική εξέλιξη.

Και πάνω που άρχισα να ανησυχώ με την ίδια μου την ανησυχία, είδα τα σχόλια άλλων χρηστών που μοιράζονταν τους ανάλογους προβληματισμούς με μένα: Σοβαρές συζητήσεις για το τι τελικά συμβαίνει με τον Θανασάκη, ποια είναι η αιτία τού καβγά τελικά, πόσο κακομαθημένος είναι, πόσο φταίνε οι γονείς του. Δεκάδες σχόλια. Δεν ήμουν ο μόνος με τέτοιες αναζητήσεις και αυτό ήταν τουλάχιστον παρήγορο, αλλά κάποιοι το τερμάτισαν κάνοντας κοινωνιολογικές αναλύσεις, σε τι κόσμο μεγαλώνουμε τα παιδιά μας κ.λπ. Κάποιος, από την άλλη μπήκε στον κόπο να μονολογήσει «έχουμε τόσα προβλήματα και ασχολούμαστε με τον Θανασάκη».

Συνέχιζα να διαβάζω τα σχόλια. Οι χρήστες παίρνουν το μέρος των ηρώων τους. Τους σχολιάζουν σαν να είναι υπαρκτά πρόσωπα. Τους δικαιολογούν, σαν να είναι αληθινοί τους φίλοι. Τους αναλύουν, σαν να είναι πραγματικοί χαρακτήρες. Τους αγαπούν ακόμα και γι’ αυτά που τους «μισούν».

Η επιτυχία του Αρκά είναι ότι κατάφερε να κάνει τον Θανασάκη αντικείμενο έντονης συζήτησης, αν όχι ένα είδος κοινωνικού φαινομένου. Ετσι κι αλλιώς, ο δημιουργός έχει, εκτός των άλλων, το ταλέντο να δημιουργεί εντάσεις με τις θέσεις του, αλλά ακόμα και με την ουδετερότητά του. Επειδή ακριβώς είναι επιδραστικός, κάθε κόμμα του μπαίνει στο μικροσκόπιο της κριτικής. Ομως, είναι κατανοητό να συμβαίνει αυτό όταν, για παράδειγμα, κάνει πολιτική κριτική. Είναι δυνατόν ακόμα ο μικρός Θανασάκης να εγείρει τα διαδικτυακά πάθη;

Βεβαίως, τα πάθη στα social media δεν θέλουν και πολύ για να εγερθούν, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία.

Όμως ο Θανασάκης, όσες ανέμπνευστες στιγμές κι αν έχει, αναμενόμενο θα έλεγε κάποιος με τέτοια παραγωγή, έχει κάτι το εθιστικό. Ο Αρκάς δημιουργεί προφανείς ταυτίσεις με το κοινό. Ποιος εξάλλου δεν έχει τη δική του Σίσυ, Βίκυ, Μαρία;.. Ποιος δεν έχει γκρινιάξει αναίτια στους γονείς και τους φίλους του;  Ποιος δεν έχει υποκύψει στις τραγανές τηγανητές πατάτες έναντι των αδιάφορων βραστών λαχανικών; Συνέτρωγα πρόσφατα με έναν κορυφαίο πολιτικό και ενώ μου ανέλυε δυσοίωνα την παγκόσμια οικονομικοπολιτική κατάσταση, όταν ο σερβιτόρος του απάντησε ότι μπορούσε να συνδυάσει το μπιφτέκι του με πατάτες τηγανητές και όχι με πουρέ που έλεγε το μενού, έλαμψε το πρόσωπό του πιο πολύ από του Θανασάκη, σαν να είχε κερδίσει τις εκλογές.

Οι περισσότεροι έχουμε λοιπόν έναν Θανασάκη κάπου μέσα μας. Αυτό είναι μάλλον και το μυστικό. Εξ ου και ταυτιζόμαστε μαζί του και κατά βάθος θα θέλαμε να γίνει ένα θαύμα και η Σίσυ να θυμηθεί επιτέλους το όνομά του. Ξυπνούν οι γευστικές μας μνήμες όταν πρωτοφάγαμε μπρόκολο. Συνειδητοποιούμε πόσο δύσκολα παιδιά είμαστε ακόμα και σήμερα που δεν είμαστε παιδιά κ.ο.κ.

Ο Αρκάς παίζει εκ του ασφαλούς και κερδίζει εύκολους πόντους.  Το ξέρει και, φαντάζομαι, το απολαμβάνει.

Ο Νίτσε είχε γράψει σε ένα σημειωματάριό του το 1888 ότι «η αλήθεια είναι άσχημη. Και έχουμε την τέχνη για να μη μας σκοτώσει η αλήθεια». Ο Θανασάκης δεν εμπίπτει στην περιγραφή της υψηλής τέχνης, αλλά σίγουρα αποτελεί ένα ευχάριστο διάλειμμα στην «αλήθεια της εποχής», που κυριολεκτικά σκοτώνει.

Και, για να μην ξεχνιόμαστε, ελπίζω να κυριαρχήσει το πνεύμα των επικείμενων Χριστουγέννων και να τα ξαναβρεί ο Θανασάκης με τον Χάρη, διότι οι φιλίες δεν πρέπει να χαλάνε. Ακόμα και στα κόμικς.