Την πρώτη φορά που ο μπαμπάς μου με πήγε στου «Ζόναρς», στη δεκαετία του 1970, μου είχε πει στην είσοδο: «Αν μπεις και φωνάξεις “στρατηγέ μου”, θα σηκωθεί όλο το μαγαζί». Αναφερόταν στους διάφορους απόστρατους κάθε πιθανού και απίθανου Σώματος, οι οποίοι περνούσανε τις ημέρες τους διαβάζοντας στο ιστορικό μαγαζί την «Εστία», συνοδεία ελληνικού καφέ.
Στην Ελλάδα ο τίτλος σου σε ακολουθεί μέχρι να πεθάνεις. Συχνά και μετά. Εάν υπήρξες στρατηγός για ένα φεγγάρι (τίτλος με τον οποίο συχνά αποστρατεύονται οι ένστολοι), θα είσαι στρατηγός για πάντα. Ισχύει για όλους. Οι τέως υπουργοί, υφυπουργοί και αναπληρωτές είναι για πάντα υπουργοί, οι τέως βασιλείς είναι για πάντα μεγαλειότατοι και οι τέως αρχηγοί κόμματος είναι για πάντα –στο μυαλό κάποιων τουλάχιστον– πρόεδροι.
Οι εικόνες από τον γάμο και τα πάρτι της Θεοδώρας Γλύξμπουργκ και του Μάθιου Κουμάρ είναι ένα χωροχρονικό rollercoaster: Καμιά 50αριά παγκοσμίως άγνωστοι ευρωπαίοι royals (με την εξαίρεση της Σοφίας της Ισπανίας, που είναι τουλάχιστον εν ενεργεία βασιλομήτωρ), έβαλαν τα καλά τους, πήραν τους τίτλους τους και ήρθαν στη φτωχή πλην πάντα πεινασμένη για ψευτογκλάμουρ Ελλάδα, να δώσουν μια παράσταση βγαλμένη κατευθείαν από το πρώτο μισό του 20ού αιώνα:
Τιάρες, κοσμήματα δεκάδων χιλιάδων ευρώ, χιλιοπανάκριβα φουστάνια που θα ντρεπόσουν να βάλεις ακόμη και αν σου τα χάριζαν, κότσοι συνοικιακού κομμωτηρίου, κοστούμια σε απόχρωση γκρί πεθαμενί με θαλασσί γραβάτα, πιτσιρίκια ντυμένα λες και είναι 80 χρόνων, χαμόγελα από εκείνα τα «βασιλικά» που δεν ξέρεις αν σε συμπαθεί ο άλλος ή αν σε σιχαίνεται βαθιά –το είχε τελειοποιήσει η μακαρίτισσα η Ελισάβετ αυτό το χαμόγελο– υφάκια μπλαζέ και φυσικά μεγαλοπρεπείς σπατάλες.
Ηρθαν, λοιπόν, όλοι αυτοί, για να παντρευτεί η Θεοδώρα στη Μητρόπολη, που στη Μητρόπολη δεν παντρεύεσαι ούτε με το περίστροφο στον κρόταφο πλέον, να πάνε να κάνουν δείπνο στο Βυζαντινό Μουσείο και πάρτι κάπου στην «αθηναϊκή ριβιέρα».
Και να χορέψει η νύφη «πάρ’ το στεφάνι μας, πάρ’ το γεράνι μας, στη Δραπετσώνα πια δεν έχουμε ζωή» σε βήματα περίπου ταγκό, όσο αυτός ο δυστυχής που χόρευε μαζί της μάλλον ήθελε να ανοιξει η γη να τον καταπιεί. Βαθύς σουρεαλισμός, όχι αστεία. Προσβάλλει, λέει. Τι να προσβάλει; Σάμπως καταλάβαινε τι χόρευε; Ή Θεοδωράκη τής έβαζες ή Φουρέιρα, το ίδιο θα χόρευε.
Καταλαβαίνω τις διαμαρτυρίες πολλών για όλα αυτά. Και για το Βυζαντινό Μουσείο, και για τη «Δραπετσώνα» και για όλο αυτό το παράταιρο με τη χώρα και την εποχή πράγμα, το οποίο, όμως, εμένα προσωπικά, καμία διαμαρτυρία δεν μου προκαλεί, μόνο ατελείωτο νευρικό γέλιο.
Ποιοι είναι όλοι αυτοί; Αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι όλα αυτά τα κάνουν με τα λεφτά που εμείς πληρώσαμε τον μπαμπά της Θεοδώρας για να ξεκουμπιστεί και να μας αφήσει ήσυχους, δεν είναι παρά ένα θλιβερό τσούρμο ανθρώπων που ξεπουλάνε στη διεθνή αγορά γαμπρών και νυφών τους τέως δήθεν τίτλους τους έναντι προίκας. Ο Παύλος πήρε τη Μαρί Σαντάλ Μίλερ, ας πούμε, την κόρη του δισεκατομμυριούχου συνιδρυτή των Duty Free, Ρόμπερτ Μίλερ. Καθόλου κακά. Οι άλλες δύο κόρες του κυρίου Μίλερ παντρεύτηκαν έναν Φον Φίρστενμπεργκ και έναν Γκέτι. Στη Αμερική έχουν λεφτά, αλλά στην Ευρώπη έχουμε τίτλους. Ο,τι του λείπει καθενός.
Η Θεοδώρα πήρε έναν μεγαλοδικηγόρο από το Λος Αντζελες, που του έχουν πάρει ήδη μια φορά την άδεια άσκησης επαγγέλματος, επειδή κατηγορήθηκε ότι χρησιμοποιούσε χρήματα από τους λογαριασμούς ενός πελάτη του για να καλύπτει δικά του προσωπικά έξοδα και τώρα κινδυνεύει να του την ξαναπάρουν για άλλες παραβάσεις. Και πάλι, καλύτερα ο μεγαλοδικηγόρος παρά καριέρα τέταρτης κατηγορίας στο Χόλιγουντ, με σημαντικότερη στιγμή τον ρόλο «της γραμματέως σε μερικά επεισόδια της σαπουνόπερας “Τόλμη και Γοητεία”».
Η Γηραιά μας Ηπειρος είναι γεμάτη τέτοιους ξεπεσμένους γαλαζοαίματους, οι οποίοι δεν επαγγέλλονται απολύτως τίποτα, είναι όλη μέρα στο μανικιούρ-πεντικιούρ και στα φουστανάδικα και γυρνοβολάνε από γάμο σε κηδεία, περιμένοντας να τους καλέσει κάποια από τις εν ενεργεία βασιλικές οικογένειες (κυρίως της Βρετανίας) στα δικά της κοσμικά για να πάρουν πόντους.
Μερικοί διεκδικούν ακόμη τα βασιλικά τους προνόμια ή και την επιστροφή στο θρόνο του προπάππου τους, αλλά δεν τους δίνει κανείς σημασία, πλην μερικών γραφικών που θέλουν να τους εργαλειοποιήσουν πολιτικά. Τόσα έχουμε δει στην Ευρώπη, σου λέει, γιατί όχι και βασιλιάδες ξανά;
Βασιλιάδες ξανά δεν θα δούμε, αλλά υπάρχει πράγματι κάτι προκλητικό σε όλο αυτό. Πρόκληση δεν είναι που πήγε στο Βυζαντινό Μουσείο, είναι που τον έχεις μέσα στη μούρη σου αυτόν/αυτήν, να πετάει εκατομμύρια σε ανοησίες. Εκατομμύρια που δεν έχει δουλέψει ούτε ένα δευτερόλεπτο στη ζωή του για να αποκτήσει και απλώς τα κληρονόμησε από τον μπαμπά του, κι εκείνος από τον δικό του, που σου ρουφάγανε το αίμα επί αιώνες. Ο ίδιος είναι ασυναίσθητος, δεν καταλαβαίνει ότι προκαλεί, σε μια χώρα που οι μισοί άνθρωποι ζορίζονται να πληρώσουν το ρεύμα τους. Δεν καταλαβαίνει, επίσης, ότι είναι γραφικός, διότι ζει ζωάρα και δεν τον νοιάζει διόλου τι σκέφτεσαι εσύ.
Είναι ένας παράλληλος κόσμος αυτός ο περιφερόμενος θίασος γαλαζοαίματων, που δεν μπορείς να τον δεις παρά μόνο ως ένα θέατρο σκιών· σκιές περασμένων μεγαλείων και σκιές από βαμπίρ, ντυμένα με άσχημα ρούχα υψηλής ραπτικής.