O Ξανθόπουλος με το τάμπλετ του, σε φωτογραφία που είχε αναρτήσει τον Νοέμβριο στον λογαριασμό του στο Facebook |
Απόψεις

Ο Νίκος Ξανθόπουλος του Facebook

Στο Facebook εφτιαξε ένα άλμπουμ ζωής με δεκάδες μικρές ιστορίες, που θα μείνουν να τις διαβάζουμε, να μας θυμίζουν ένα ελληνικό παρελθόν που έχει πια χαθεί. Θα μας θυμίζουν όμως και πόσο αυθεντικός άνθρωπος ήταν ο ίδιος. Το παιδί του λαού της προ-ψηφιακής αλλά και της ψηφιακής εποχής
Λίλα Σταμπούλογλου

Παρακολουθούσα τις αναρτήσεις του ανελλιπώς. Hταν όλες ξεχωριστές, μικρά διαμαντάκια στο χάος των κοινωνικών δικτύων. Οι μισές περιστρέφονταν γύρω από το παρόν του κι οι άλλες μισές γύρω από το παρελθόν.

Η ζωή στο αγρόκτημά του, τα εγγόνια, τα παιδιά, η οικογένεια. Η αγαπημένη του Εριφύλη, οι τριανταφυλλιές και οι μπουκαμβίλιες, τα μποστάνια της: «Και πάντα οι προκομένες, πανέμορφες μπουκαμβίλιες της Εριφύλης, να ομορφαίνουν το τοπίο». Εσταζαν γλύκα οι λέξεις όταν έγραφε για τη γυναίκα του, σε γέμιζαν γλύκα κι εσένα που τις διάβαζες.

Ο μικρός εγγονός του πρόσφατα του είπε ότι θέλει να γίνει ηθοποιός: «Ο Κατράκης, θυμάμαι, μας έλεγε πως το θέατρο είναι δουλειά για πλούσιους ανθρώπους , να δημιουργούν απερίσπαστοι. Και ο Κούν, ότι ο ηθοποιός πρέπει να ‘ναι ασκητής. Δεν θα ζω να τον δω να θαλασσοδέρνεται, αλλά από τώρα μού ‘βαλε μια ακόμη έγνοια. Αντε, κι ο Θεός βοηθός», έγραψε.

Ρόδια στα καφάσια, ελιές στα τσουβάλια, τα ζώα του, βροχή στο χώμα και στα φύλλα: «Από του Αγίου Φιλίππου, μέσα του Οκτώβρη, μέχρι κοντά τα Χριστούγεννα, οι παλιοί το ονόμαζαν Σαραντάμερο. Περίμεναν να βρέξει, να ρίξει το νερό της χρονιάς για τις καλλιέργειες . Βροχή όχι απότομη, βροχή συνεχόμενη, ήρεμη, ποτιστική, ασταμάτητη μέρες, να πιεί η γη να χορτάσει, να γεμίσουνε βαθιά οι μάνες, να ‘χουν να δίνουν. Αμα το Σαραντάμερο έκανε καλές βροχές, θα πήγαινε καλά και η χρονιά τους. Θα ‘πιανε τόπο ο κόπος κι η φροντίδα τους», μια από τις τελευταίες αναρτήσεις του. Δραστηριότητες μιας καθημερινότητας κοντά στη φύση, δοσμένες με την ποιητικότητα ενός παιδιού του λαού, που κέρδισε αυτόν τον τίτλο δικαίως.

Και μετά, οι αναρτήσεις για το παρελθόν. Τι να σας πρωτοπώ γι’ αυτές. Η μία καλύτερη από την άλλη. Ιστορίες από την πορεία του στον κινηματογράφο, ιστορίες από τους θιάσους στους οποίους έπαιξε, στιγμιότυπα από ταξίδια του και περιοδείες, άλλες τόσες ιστορίες από τη μουσική του πορεία, το πάλκο, τις ηχογραφήσεις τραγουδιών που τραγούδησε όλη η Ελλάδα, που αγαπήθηκαν όσο λίγα.

https://www.facebook.com/photo/?fbid=2335609316603844&set=a.106534099511388

«Θέλω να σας πω μια μικρή ιστορία. Τραγουδούσα στο Σικάγο, στο Οlympic Flame, πάνε χρόνια. Είχα παρατηρήσει ένα μοναχικό τύπο που ερχόταν συχνά τα βράδια, πάντα μόνος, καθότανε στο σκαμπό του μπαρ κι έπινε το ποτό του σιωπηλός . Μου ‘κανε εντύπωση . Μια φορά που βρέθηκα στο μπαρ δίπλα του, είπε να με κεράσει. “Πάντα μόνος;’’ του λέω. “Ναι, σχόλασα κι είπα να πιώ κάνα δυο να χαλαρώσω, να πάω για ύπνο’’. “Από πού είσαι;’’. “Αρκαδία’’. “Από πού;’’ “Ενα χωριό, δεν το ‘χεις ακουστά, την Καντήλα’’. “Σε ποιό εστιατόριο δουλεύεις;’’. “Είμαι κουρέας’’. Πάω να φύγω και με πιάνει απ’ το μανίκι. “Θα μου κάνεις μια χάρη;’’. “Αμέ’’. “Λες τραγούδια όλο γι’ αυτούς που γλεντάνε, θα πεις ένα για μένα, ένα παραπονιάρικο;’’. Τον κοίταξα, τον είχε ρημάξει η μοναξιά. “Ο,τι θέλεις’’. “Ενα παραπονιάρικο θέλω, για τη μάνα’’. Βγήκα στο πάλκο κι άρχισα τα “Χελιδονάκια”. Τον παρατηρούσα από μακριά, μόνο που δεν έκλαιγε. Ξαφνικά πετάει το ποτήρι που κρατούσε και το κάνει κομμάτια. Τον βγάλανε έξω σηκωτό, δεν τον πρόλαβα. Από τότε αυτό το τραγούδι με πειράζει».

https://www.facebook.com/photo/?fbid=2290739711090805&set=a.106534099511388

Μια φωτογραφία και η αφήγηση από κάτω. Μικρά βιογραφικά διηγήματα τοποθετημένα το ένα κάτω από το άλλο σε διαδικτυακό τοίχο. Γραμμένα με τις πιο απλές λέξεις, τις πιο αληθινές, εκείνες που περιγράφουν την ουσία. Μικρά διηγήματα ποτισμένα με τη σοφία του χρόνου. Απλώς υπέροχα.

Θα μπορούσα να γράφω ώρες και να σας μεταφέρω αναρτήσεις του Νίκου Ξανθόπουλου στο Facebook. Είναι όμως όλες εκεί, στη σελίδα του, και μπορείτε να τις δείτε αν θέλετε. Εφτιαξε ένα άλμπουμ ζωής με δεκάδες μικρές ιστορίες, που θα μείνουν να τις διαβάζουμε, να μας θυμίζουν ένα ελληνικό παρελθόν που έχει πια χαθεί. Θα μας θυμίζουν όμως και πόσο αυθεντικός άνθρωπος ήταν ο ίδιος ο Νίκος Ξανθόπουλος. Το παιδί του λαού της προ-ψηφιακής αλλά και της ψηφιακής εποχής, όπως απέδειξε μέσα από το διαδικτυακό προφίλ του.

Τελικά, οι αυθεντικοί άνθρωποι παραμένουν αυθεντικοί όπου κι αν βρίσκονται. Καλό του ταξίδι.

ΥΓ. https://www.facebook.com/photo/?fbid=2332918740206235&set=a.106534099511388