Οι γονείς το ξέρουν καλά: δεν αρκεί ένα παιδί να ζητήσει συγγνώμη· πρέπει να δείξει ότι το εννοεί. Αν, λόγου χάρη, ο μικρός Μιλτιάδης χτυπήσει την αδελφή του, Μαρία, και πει ανόρεχτα «συγγνώμη», η δήλωση της μεταμέλειάς του δεν γίνεται, συνήθως, δεκτή από τους γονείς. «Οχι, Μιλτιάδη. Δεν το εννοείς. Πες το ξανά – κανονικά όμως». Με άλλα λόγια, η εκφορά και μόνο της συγγνώμης δεν μεταφέρει απαραίτητα ομολογία ενοχής και, συνεπώς, μεταμέλεια. Πρέπει να συνοδεύεται και από κάτι άλλο.
Σαν τι; Αφενός, το σώμα πρέπει να δείχνει ότι μετέχει στην εκφορά – ο τόνος τη φωνής, η έκφραση του προσώπου, η στάση του σώματος, εν γένει, πλαισιώνουν τη λεκτική εκφορά. Αφετέρου, το άτομο πρέπει να δείξει, με επιπλέον εξηγήσεις και/ή ενέργειες, ότι κατάλαβε τι διορθώνει η συγγνώμη – ποιο είναι το ατόπημα που διέπραξε. Η συγγνώμη συνιστά λογοδοσία. Για να βεβαιωθεί ο γονιός ότι ο Μιλτιάδης έχει συνειδητοποιήσει τη λογοδοσία στην οποία καλείται να προβεί (έκανα κάτι, συνειδητοποιώ τι έκανα, αναλαμβάνω την ευθύνη), τον ρωτά: «Κατάλαβες, Μιλτιάδη, για τι πράγμα πρέπει να ζητήσεις συγγνώμη; Για πες μου, σε παρακαλώ».
Ενας άλλος Μιλτιάδης, μεσήλιξ αυτός, γόνος πολιτικής δυναστείας, υπουργός Ναυτιλίας μέχρι πρότινος, ζήτησε συγγνώμη για μια ηθικά αναίσθητη δήλωσή του, με την οποία, εκφράζοντας τη λύπη του για το συμβάν του Blue Horizon, εξίσωνε τους δράστες με το θύμα. Μόνο που η συγγνώμη του ήταν σαν του μικρού Μιλτιάδη – κενή. Εγραψε ο κ. Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης: «Ζητώ συγγνώμη αν, άθελά μου, με λανθασμένη διατύπωση, ενδεχομένως κάποιοι εξέλαβαν την καταδίκη μου προς το περιστατικό και την ανάγκη διαλεύκανσής του ως εξίσωση του θύματος με τον θύτη. Ο Αντώνης και η οικογένειά του είναι τα μεγάλα θύματα αυτής της τραγωδίας».
Οπως ο μικρός Μιλτιάδης, ο πρώην υπουργός δεν νιώθει ότι έκανε λάθος – χρησιμοποίησε, απλώς, «λανθασμένη διατύπωση». Δεν πρόκειται, όμως, για τη χρήση μιας άστοχης λέξης, αλλά για έναν ολόκληρο συλλογισμό που διατύπωσε. Είπε αρχικά: «Θεωρώ ότι σήμερα υπάρχουν αυτοί που θρηνούν τον αδικοχαμένο και υπάρχουν και αυτοί που θρηνούν για αυτούς που πήγαν να κάνουν τη δουλειά τους, να φέρουν ένα μεροκάματο, και σήμερα βρίσκονται κατηγορούμενοι για δολοφονία».
Ελληνικά γνωρίζουμε, (κοινή) λογική διαθέτουμε: παραφράζοντας τη δήλωσή του, ο μεγάλος Μιλτιάδης είπε: «θρηνούν οι Χ για το θύμα, θρηνούν οι Ψ για τους δράστες». Δηλαδή, και οι Χ και οι Ψ θρηνούν. Είναι σαν να λες: θρηνούν οι γονείς της Καρολάιν Κράουτς για τη δολοφονία της, θρηνεί και η οικογένεια του δράστη και συζύγου της Μπάμπη Αναγνωστόπουλου. Πραγματολογικά δεν είναι λάθος. Ολοι θρηνούν, αλλά για διαφορετικούς λόγους. Το λάθος είναι άλλο. Ο ομιλητής δεν διαθέτει την ηθική οξύνοια να αναγνωρίσει το μείζον στοιχείο της υπόθεσης στην οποία αναφέρεται: τη βία που ασκεί ο Χ στον Ψ.
Αν, ως έλλογα όντα, τα λόγια μας απηχούν, έστω κατά προσέγγιση, τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας, τότε ο συλλογισμός του μεγάλου Μιλτιάδη μάλλον εκφράζει αυτό που ένιωσε – ότι και τα δύο μέρη έχουν υποστεί ζημία. Σεβόμαστε αυτό που ένιωσε, απλώς τα συναισθήματά του δεν συντονίζονται με την κοινή εμπειρία, η οποία απαιτεί πρωτίστως την ηθική διάκριση θύματος και δράστη.
Ο πρώην υπουργός εγκαλεί εμάς, τους δέκτες της δήλωσής του, για «παρερμηνεία». Εμείς φταίμε, δηλαδή, που δεν τον καταλάβαμε. Αλλο εννοούσε. Αυτό κάνει και ο μικρός Μιλτιάδης. «Την αγαπώ την αδελφή μου. Τη χτύπησα γιατί μου μίλησε άσχημα». Δεν αμφιβάλλουμε για την ηθική συγκρότηση τόσο του μικρού όσο και του μεγάλου Μιλτιάδη. Αυτό, όμως, που ο μικρός Μιλτιάδης μαθαίνει, ενώ ο μεγάλος Μιλτιάδης δεν δείχνει να έμαθε, είναι η ικανότητά του να αναστοχάζεται – να στέκεται κριτικά απέναντι στη συγκεκριμένη συμπεριφορά του.
Μη θέλοντας να αναδεχθεί την ηθική ευθύνη για το ατόπημά του, ο μεγάλος Μιλτιάδης κάνει την παραχώρηση να αναδεχθεί μια ήσσονος σημασίας ευθύνη – παραδέχεται γλωσσικό ολίσθημα. Η ειλικρινής συγγνώμη, όμως, προϋποθέτει ψυχική ταραχή – αμάρτησα (με την πρωταρχική σημασία – αστόχησα) και θέλω να επανορθώσω. Ομολογώ την αστοχία μου (ναι, ανεπίγνωστα εξίσωσα τον θύτη με το θύμα και τώρα καταλαβαίνω ότι δεν θα έπρεπε) και ζητώ τη συγχώρεσή σας. Με τη συγγνώμη μου θέτω τον εαυτό μου στην κρίση σας. Ταπεινώνομαι για να ανυψωθώ ξανά.
Φυσικά, χρειάζεται γενναιότητα κάτι τέτοιο. Γι’ αυτό εκπαιδεύει η οικογένεια τον μικρό Μιλτιάδη να μάθει στην αρετή της συγγνώμης – να του γίνει δεύτερη φύση («έξις»), έτσι ώστε να προκύπτει αυθόρμητα, όχι σκηνοθετημένα. Γι’ αυτό, σε ένα ηθικά στιβαρό πολιτικό σύστημα, ο κάθε μεγάλος Μιλτιάδης παραιτείται αυτοβούλως, αναδεχόμενος την αστοχία του. Στην παραίτησή του, μετά από κατηγορίες για σεξουαλική παρενόχληση γυναικών, ο βρετανός υπουργός Αμυνας Μάικλ Φάλον έγραψε: «[…] δέχομαι ότι στο παρελθόν έχω πέσει χαμηλότερα από τα υψηλά κριτήρια που απαιτούνται από τις Ενοπλες Δυνάμεις, που έχω την τιμή να υπηρετώ». Η αυθεντική συγγνώμη εξιλεώνει. Η κίβδηλη παραπλανά – πρωτίστως αυτόν που την εκφέρει.
* Ο Χαρίδημος Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και ερευνητής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Warwick