Ο Ρόμπερτ, γιος του Τζον και της Ρόζαλιν Σαντς γεννήθηκε στο Μπέλφαστ σε μια εποχή που ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα ήταν να είσαι Καθολικός. Το σπίτι του βρισκόταν σε γειτονιά Προτεσταντών και από μικρός κατάλαβε πόσο λάθος επιλογή ήταν αυτή. Ηταν μόλις 6 ετών όταν το μεγάλο μυστικό αποκαλύφθηκε και άρχισαν οι παρενοχλήσεις και οι απειλές απο τους γείτονες.
Οι Σαντς μετακόμισαν στην συνοικία Ράθκοουλ όπου το 30% των κατοίκων ήταν Καθολικοί, όμως η ηρεμία δεν κράτησε παρά λίγα χρόνια.
Ο μικρός Μπόμπι μεγάλωσε μαθαίνοντας πως για να πάει κανείς στο σχολείο του έπρεπε να ξέρει να αποφεύγει τις πέτρες που πετούσαν μέλη της προτεσταντικής νεολαίας. Επρεπε να μάθει να αγνοεί τις ύβρεις εναντίον του ίδιου και της οικογένειάς του. Επρεπε να μάθει να σκύβει το κεφάλι. Ακόμα και η ποδοσφαιρική ομάδα της συνοικίας, ο Θαλασσινός Αστέρας μετονομάστηκε σε «The Kai», δηλαδή «Kill All Irish».
Στα 15 του ως μεγαλύτερος γιος της οικογένειας Σαντς αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σχολείο και να εργαστεί ως μαθητευόμενος σε εταιρία κατασκευής λεωφορείων. Σε λιγότερο από ένα χρόνο τον στρίμωξαν οι συνάδελφοί του. Τον έστησαν στον τοίχο και του είπαν πως «ένα ιρλανδικό απόβρασμα δεν είχε θέση ανάμεσά τους». Ολοι με περιβραχιόνια της προτεσταντικής νεολαίας.
Ο νεαρός Μπόμπι είχε δύο δρόμους μπροστά του, της υποταγής και της ταπείνωσης ή της αντίδρασης. Και έτσι βρέθηκε στην αγκαλιά του IRA, του Ιρλανδικού Ρεπουμπλικανικού Στρατού
Λιγότερο από 10 χρόνια αργότερα, το 1981, σε ηλικία 27 ετών και έχοντας περάσει πάνω από έξι χρόνια στις φυλακές, έκλεισε τα μάτια του έπειτα από 66 μέρες απεργίας πείνας.
Ο Δημητράκης (Κουφοντίνας) γεννήθηκε σε ένα χωριό των Σερρών, τέσσερα χρόνια αργότερα από τον Μπόμπι, το 1958, όμως η εφηβεία τον βρήκε στην Αθήνα, καθώς οι γονείς του ακολούθησαν το κύμα της αστυφιλίας. Η πτώση της Χούντας και το αριστερό ρεύμα που δημιουργήθηκε, τον έστειλαν στη μαθητική νεολαία του ΠΑΣΟΚ, την ΠΑΜΚ. Αρθρογραφούσε και στον «Μαθητικό Αγώνα». Η διαδρομή του κάτω από τον Πράσινο Ηλιο σταμάτησε νωρίς, στα 17 του, όταν διεγράφη από τη Νεολαία λόγω των «ακραίων» απόψεών του.
Επειτα από μια περιπλάνηση στον χώρο της μαοϊκής Αριστεράς, ο Μήτσος εντάσσεται στην 17 Νοέμβρη. Είναι αρχές της δεκαετίας του ’80, και οι πρώην σύντροφοί του βρίσκονται ήδη στην εξουσία. Τότε αρχίζει η «δράση» του «Λουκά», η οποία θα διαρκέσει περισσότερο από 15 χρόνια. Ο «ευαγγελιστής της Επανάστασης» άφησε πίσω του 11 τάφους και άφθονο πόνο…
Οι δρόμοι των δύο νέων όπως διαπιστώνει κανείς δεν διασταυρώνονται πουθενά. Ο πρώτος αγωνίστηκε για την τιμή και την αξιοπρέπεια της φυλής και της φαμίλιας του. Βασανίστηκε. Δεν μίσησε κανέναν. Τον μίσησαν.
Ο δεύτερος, θύμα των εφηβικών ιδεοληψιών του, πήρε το όπλο και άρχισε να εκτελεί ανθρώπους απρόκλητα. Χωρίς τον παραμικρό δισταγμό. Δεν διώχθηκε, δεν αδικήθηκε, δεν φυλακίστηκε. Απλώς γι’ αυτόν, καμία ζωή δεν ήταν σημαντική μπροστά στον «Αγώνα» που άκουγε να λένε…
Γιατί όλη αυτή η δυσάρεστη ιστορική αναδρομή, θα αναρωτηθείτε. Επειδή κάποιοι προσπαθούν ήδη να καπηλευθούν τη μνήμη του Αγίου του «ιρλανδικού ζητήματος». Αλλο τα μήλα, όμως, κι άλλο τα πορτοκάλια. Δεν προστίθενται, δεν συγκρίνονται, έλεγε ο δάσκαλος στο σχολείο.
Οποιος αυτοκτονεί με «απεργία πείνας μέσα στη φυλακή» δεν μεταμορφώνεται σε γελαστό παιδί. Κι αν είναι φονιάς, δεν γίνεται άγγελος…