Δεν είναι λίγοι αυτοί που στα social σημειώνουν με νόημα τον μεγάλο αριθμό αλλοδαπών που νοσηλεύονται με Covid-19. Πράγματι, τα στοιχεία επιβεβαιώνουν τον ισχυρισμό που, συχνά, υποκρύπτει και ένα χυδαίο υπονοούμενο. Αλλά στο κρεβάτι της Εντατικής δεν υπάρχουν έθνη και υπηκοότητες – όλοι οι διασωληνωμένοι θεωρητικά μοιράζονται την ίδια μοίρα, αν και αυτό δεν ισχύει πάντα.
Ο χάρτης της επιδημίας στην Αττική και τα στοιχεία νοσηλείας μας δείχνουν ότι και ο ιός κάνει ταξικές διακρίσεις. Το είδαμε και στις ΗΠΑ όπου η πανδημία σκοτώνει περισσότερο τους Αφροαμερικανούς και τους ισπανόφωνους. Στην περίπτωση της Αττικής, πλήττει μετανάστες που διαβιούν υπό συνθήκες ευνοϊκές για την υπερμετάδοση του ιού. Οταν σε ένα διαμέρισμα ζουν ως και δέκα άτομα, αν μολυνθεί ο ένας, θα ακολουθήσουν και οι άλλοι. Επίσης, δεν είναι απολύτως βέβαιο ότι αυτοί που θα μολυνθούν θα αναζητήσουν ιατρική βοήθεια. Πρώτον, επειδή μπορεί να είναι ασυμπτωματικοί και, δεύτερον, επειδή ο φόβος της απέλασης είναι ισχυρότερος από το ένστικτο της επιβίωσης.
Η ταξική συμπεριφορά του ιού αποτυπώνεται και στις πιθανότητες μόλυνσης που συγκεντρώνει ο καθένας μας. Ενας άνθρωπος που κινείται καθημερινά στο κέντρο της Αθήνας χρησιμοποιώντας μέσα μαζικής μεταφοράς, έχει περισσότερες πιθανότητες να μολυνθεί από κάποιον που κινείται με το αυτοκίνητο του. Αλλο ρίσκο παίρνει μία εργαζόμενη σε βιοτεχνία και άλλο το στέλεχος που εργάζεται από τον καναπέ του. Είναι, άραγε, η είσοδος της ΜΕΘ το σημείο όπου γίνονται όλοι ίσοι; Ετσι δείχνει, αλλά δεν είναι. Ενας άνθρωπος που ζει υπό κακές συνθήκες, δεν τρέφεται σωστά και καταπονεί τον οργανισμό του, θα επιβιώσει πιο δύσκολα από κάποιον που ακολουθεί υγιεινό τρόπο ζωής. Ο υγιεινός τρόπος ζωής δεν είναι μόνο θέμα επιλογών, αλλά και συνθηκών.
Η οικονομική κατάσταση, λοιπόν, η ταξική θέση, αποτελεί βασική ανισότητα και στον καιρό της πανδημίας. Η δεύτερη ανισότητα αναπτύσσεται ανάμεσα στους υγιείς και στους ασθενείς. Αλλιώς κινείσαι αυτήν την εποχή αν είσαι (ή νομίζεις ότι είσαι) υγιής και αλλιώς αν υποφέρεις από χρόνιο υποκείμενο νόσημα. Και αυτή η ανισότητα δεν αφορά μόνο τη λειτουργία του ανοσοποιητικού. Αποτυπώνεται στον τρόπο ζωής, στις δυνατότητες απασχόλησης και κοινωνικοποίησης.
Ασφαλώς υπάρχει και η μεγάλη ανισότητα που βρίσκεται κοντά στον πυρήνα της υπαρξιακής μας φύσης. Η διαφορά ανάμεσα στη νιότη και στο γήρας. Πάντα υφίσταται, απλώς τώρα η πανδημία την υπογραμμίζει εμφατικά. Την αναγνωρίζεις στην ανεμελιά των νέων στις πλατείες. Την κατανοείς, αλλά την ίδια στιγμή σε εξοργίζει. Δεν μπορείς να μπεις στη θέση τους και δεν μπορούν να έρθουν στη δική σου. Και όταν έρθουν, δεν θα σε βρουν πουθενά για να σου πουν ότι τώρα καταλαβαίνουν.
Η άλλη ανισότητα έχει να κάνει με τη γνώση. Ο ψεκασμένος συμπολίτης που δεν πιστεύει στην ύπαρξη του ιού, κινδυνεύει πολύ περισσότερο από τον συνετό που παίρνει μέτρα και υιοθετεί συμπεριφορά συμβατή με τις συστάσεις των ειδικών.
Και στο τέλος είναι η ανισότητα των αντισωμάτων. Ενας άνθρωπος που έχει αναρρώσει επιτυχώς, θεωρητικά βρίσκεται σε καλύτερη θέση από όλους εμάς που βλέπουμε τον χειμώνα να έρχεται με τη σανίδα του πάνω στο κύμα της πανδημίας. Αρκεί βέβαια η νόσος να μην άφησε πάνω του ίχνη που θα τον ταλαιπωρήσουν στο μέλλον.
Συχνά ο Νίκος Χαρδαλιάς λέει ότι ο ιός δεν κάνει διακρίσεις. Δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Ο ιός είναι βαθιά ταξικός, πλήττει περισσότερο τους οικονομικά αδύνατους, τους ασθενείς, τους ηλικιωμένους και τους ηλίθιους. Και η πανδημία, ως κατάσταση, είναι μία ακραίως παραμορφωμένη, αλλά αναλογικά ορθή, προβολή της κανονικής ζωής.