Ο γάμος των ομοφύλων πέρασε από τη Βουλή, η κυβέρνηση το πανηγυρίζει όσο για οτιδήποτε άλλο έως και σήμερα (περισσότερο και από την επενδυτική βαθμίδα), όμως θα είναι μάλλον βιαστικό να υποστηρίξει κανείς ότι δεν τρέχει και τίποτα που το ένα τρίτο της ΚΟ της ΝΔ διαφώνησε εμπράκτως και ο Αντώνης Σαμαράς «βγήκε στο βουνό», με αντιπολιτευτικές θέσεις πιο ξεκάθαρες από όλους τους άλλους.
Το τι συνέβη με αφορμή το επίμαχο νομοσχέδιο (νόμος πλέον) είναι ξεκάθαρο και μάλλον ο Πρωθυπουργός το έκανε συνειδητά. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι όλα από εδώ και στο εξής θα έχουν γραμμική εξέλιξη.
Αντικειμενικά και καταμετρημένα, τουλάχιστον σε κοινοβουλευτικό επίπεδο, υπάρχει μία σαφής, ξεκάθαρη και μάλλον ανεξίτηλη διαχωριστική γραμμή στο εσωτερικό της ΝΔ. Και όσο αν αυτή υπάρχει και στο ΠΑΣΟΚ, ο διαχωρισμός στη ΝΔ είναι σημαντικότερος.
Για πολλούς λόγους.
Κατ’ αρχάς επειδή είναι στην κυβέρνηση και έχει την ευθύνη για το τι συμβαίνει, πώς και γιατί σε αυτή τη χώρα. Και σε δεύτερο επίπεδο, επειδή με αφορμή τον γάμο έρχεται στην επιφάνεια και στις νέες συνθήκες το υπαρξιακό ερώτημα για τη φυσιογνωμία του πολιτικού φορέα. Κεντροδεξιά με φιλελεύθερο και δικαιωματικό προσανατολισμό; Κέντρο με λοξοματιές στη σοσιαλδημοκρατία; Μία προσπάθεια προσεταιρισμού της νεφελώδους «κουλτούρας της αφύπνισης»; Είναι οι παραδοσιακοί δεξιοί πλέον «φιλοξενούμενοι» του Μητσοτάκη και δυσαρεστημένοι από τη φιλοξενία; Θεωρούν ότι έχουν τα κλειδιά και ότι χωρίς αυτούς δεν υπάρχει παράταξη; Και πώς θα εξελιχθούν αυτά, που δεν είναι και τόσο απλά όσο περιγράφονται, με κάτι σαν «έλα μωρέ, δεν έγινε και τίποτε»;
Το γεγονός ότι στη ΝΔ υπάρχει πλέον «στρατόπεδο» είναι ένα νέο στοιχείο και δεν μπορεί να αγνοηθεί. Πώς θα πορευτεί και τι θα συμβεί, δεν μπορεί κανείς να το προβλέψει, αλλά ούτε και να μην το παρακολουθήσει και να μην το αξιολογήσει.
Και την ίδια στιγμή, δεν μπορεί να αγνοηθεί ότι υπάρχει μία σοβούσα σύγκρουση με την Εκκλησία, αφού ο Πρωθυπουργός αποφάσισε να απαντήσει στον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο («ή παπάς, παπάς ή ζευγάς, ζευγάς»), ο οποίος ως μη όφειλε πρότεινε αρχικά τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος και εν συνεχεία ονομαστικής ψηφοφορίας.
Το κρισιμότερο που δεν πρέπει να αγνοηθεί είναι ότι όλα αυτά έχουν εκ των πραγμάτων επίδραση στην κομματική βάση της ΝΔ, η οποία μπορεί να μην ταυτίζεται απολύτως με την εκλογική της, αλλά πάντως σε μεγάλο βαθμό έχει αρχίσει να προβληματίζεται.
Οσο και αν ο Σαμαράς δεν έχει βλέψεις να γίνει κομματάρχης και να στρατολογήσει «αντάρτες», βρίσκεται λίγο πριν από το «διαζύγιο» και γνωρίζει πολύ καλά ότι απευθύνεται σε ένα κομμάτι της ΝΔ, το οποίο από καιρό έχει αρχίσει να ξινίζει. Αν λάβει κανείς υπόψη του τις δημοσκοπήσεις, ήδη υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις: η ΝΔ υποχωρεί, μαζί υποχωρούν και όλοι οι άλλοι (πλην Ελληνικής Λύσης) και αυξάνονται οι αναποφάσιστοι.
Δεν είναι τυχαία αυτά, ούτε όμως και οφείλονται στον γάμο των ομοφύλων αποκλειστικά. Υπάρχουν άλλωστε σοβαρότερα ζητήματα, στα οποία η πρόοδος δεν είναι και εντυπωσιακή – ας μην λέμε τα ίδια, όλοι τα γνωρίζουν.
Δεν μπορεί συνεπώς να υποβαθμιστεί το φαινόμενο και το ενδοκομματικό ρήγμα, κυρίως από την κυβέρνηση. Αν συμβεί αυτό ή ακόμη χειρότερα, αν περιφρονηθεί, είναι μαθηματικώς βέβαιο ότι θα υπάρξουν άλλου τύπου εξελίξεις, αργά ή γρήγορα.
Και υπό αυτές τις συνθήκες, οι ευρωεκλογές του Ιουνίου δικαιολογούν περισσότερο την αγωνία, παρά τον εφησυχασμό στο Μέγαρο Μαξίμου.