Την Πέμπτη το βράδυ βρισκόμουν σε μια κοινωνική εκδήλωση κάπου στο κέντρο της Αθήνας. Κάποια στιγμή ήρθε ένας υπουργός. Οχι κάποιος από τους πολλούς υπουργούς, αναπληρωτές και υφυπουργούς. Από τους λίγους. Από αυτούς που το υπουργείο του δουλεύει 24/7. Εμοιαζε κατάκοπος. Σε ένα τέταρτο με εικοσάλεπτο σηκώθηκε για να φύγει. Οχι στο στιλ των αποχωρήσεων πολιτικών «τη βγάλαμε την υποχρέωση, άντε να πηγαίνουμε κάπου καλύτερα», αλλά για να βάλει τέλος στη βραδιά από τις 10 το βράδυ. «Συγγνώμη που φεύγω, αλλά πετάω αύριο το πρωί στις 05:45». Τυπικά ρώτησα «για πού;» Τυπικά, αφού ήξερα την απάντηση: «Πάω Θεσσαλονίκη για τη ΔΕΘ».
Η ΔΕΘ, μαζί με την Γιορτή της Δημοκρατίας και το Delphi Forum, ανήκει στις εκδηλώσεις που αν είσαι κάποιος πρέπει οπωσδήποτε να βρίσκεσαι εκεί για να δεις και να σε δούνε. Η διαφορά με τις άλλες δύο είναι ότι η ΔΕΘ απευθύνεται στο κυβερνών κόμμα. Με βετεράνους, ενεργούς και γουαναμπίδες παράγοντες. Κάτι σαν τους αρχαίους σπαρτιάτες, που ο χορός των γερόντων τραγουδούσε «Ηµαστε κι εµείς κάποτε γενναίοι», των ανδρών «Εµείς είµαστε τώρα γενναία παλικάρια» και των παιδιών «Εµείς θα γίνουµε µια µέρα πολύ καλύτεροι από εσάς».
Το ερώτημα, φυσικά, είναι αν αξίζει μία φορά τον χρόνο ο κυβερνητικός μηχανισμός να πηγαίνει στην Θεσσαλονίκη για μια διεθνή έκθεση, χωρίς να υπάρχει μεγαλύτερο αντικείμενο από μια σχολική εκδρομή στο μέσος του έτους. Περιέργως, η απάντηση είναι «ναι».
Οι ομιλίες των πρωθυπουργών στη ΔΕΘ είναι ό,τι πλησιέστερο στο state of the union address των προέδρων των ΗΠΑ. Κάτι σαν το κλείσιμο ενός από τα τέσσερα κεφάλαια μιας τετραετίας, που ο πρωθυπουργός λέει τι έγινε τον προηγούμενο χρόνο και τι θα γίνει τον άλλο. Ενίοτε η ομιλία στη ΔΕΘ έχει ιστορική αξία.
Τον Σεπτέμβριο του 2015, μετά τη διαπραγμάτευση που ακολούθησε το δημοψήφισμα του Ιουλίου, ο Αλέξης Τσίπρας στην ΔΕΘ είχε πει «Βάλαμε την πατρίδα πάνω από το κόμμα». Αποδεχόμενος ότι οι χειρισμοί των προηγουμένων μηνών έβαλαν σε κίνδυνο την Ελλάδα. Προχωρώντας στα μέτρα που δεσμεύτηκε να πάρει η κυβέρνηση και δίνοντας τέλος στην πολιτική που θα έσκιζε τα μνημόνια με έναν νόμο και ένα άρθρο. Οι πολίτες ήταν αρκετά σοκαρισμένοι για να δώσουν μεγάλη σημασία στην ομιλία του Τσίπρα στη ΔΕΘ, αλλά εννέα χρόνια αργότερα βοηθάει στην κατανόηση του κλίματος της εποχής.
Η ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκη στη ΔΕΘ δεν θα είναι ιστορική. Δεν το επιβάλλει η πραγματικότητα. Θα αφορά την καθημερινότητα. Κυρίως οικονομικά, αλλά και σε άλλους τομείς. Αντίθετα με την καθημερινότητα στα οικονομικά, τα προβλήματα του πολίτη σε μια μεγαλούπολη είναι πολύ πιο δυσδιάκριτα. Είναι απροσδιόριστοι οι λόγοι για τους οποίους ο πολίτης μπορεί να νιώθει ή να μη νιώθει καλά: από τη λακκούβα στον δρόμο μέχρι το γκράφιτι στον απέναντι τοίχο.
Εδώ δεν υπάρχει εύκολη λύση. Ο πολίτης μπορεί να βλαστημάει το «κράτος», που υποσυνείδητα σημαίνει κυβέρνηση, αλλά την ευθύνη να έχει η Περιφέρεια ή ο δήμος. Επίσης, οι πρωθυπουργοί δεν είναι χαλίφηδες στη Βαγδάτη, να βγαίνουν μεταμφιεσμένοι για να δουν πώς τα περνάει ο κόσμος. Μια ομιλία στη ΔΕΘ μπορεί να είναι μόνο θεσμική. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης πρέπει όμως τα τρία επόμενα χρόνια να κηρύξει τον πόλεμο, όχι μόνο κατά της ακρίβειας, αλλά και κατά της ασχήμιας.
Οχι βέβαια αμέσως – δεν έχει μείνει και κανένας στην Αθήνα. Με το που τελειώσει η ΔΕΘ και αφού γυρίσουν όλοι ανανεωμένοι και φορτωμένοι ιστορίες: «Ξέρεις ποιον είδα στην ΔΕΘ ; Και τι μου είπε για τον…»