Ο Νίκος Μουτσινάς (αριστερά), που «δεν έχει ιδέα από πολιτική», έκανε αμιγώς πολιτικά σχόλια, ενώ ο Λάκης Λαζόπουλος επέστρεψε ίδιος κι απαράλλαχτος | CreativeProtagon
Απόψεις

Μουτσινάς & Λαζόπουλος: μπαγιάτικη σάτιρα

Ποιος είναι αυτός που θέλει, το 2024, να πετάξει δύο ώρες από τη ζωή του για να δει μια άθλια «καντσονίσιμα» με σκόρπια πολιτικά σχόλια ή ξαναζεσταμένη σάτιρα από την προ-ΣΥΡΙΖΑ εποχή; Και σε τι εξυπηρετούν όλα αυτά; Θα ρίξει ο Λαζόπουλος τον Μητσοτάκη ή θα επιβάλει (διά της πλαγίας) ο Μουτσινάς τον Κασσελάκη; Μαθαίνουμε κάτι καινούργιο; Γελάμε, έστω;
Μαρία Δεδούση

«Δεν έχω ιδέα από πολιτική» είπε περίπου 20 φορές ο Νίκος Μουτσινάς στον Στέφανο Κασσελάκη, τον οποίο παρ’ όλα αυτά επέλεξε ως βασικό καλεσμένο στην πρεμιέρα της νέας εκπομπής του στον Alpha. Ηταν άβολο ακόμη και για τον Κασσελάκη, που δεν είναι ξένος προς την ψυχαγωγική τηλεόραση: Είχε απέναντί του έναν οικοδεσπότη που προσποιείτο πολύ άγαρμπα ότι είναι άσχετος με τα πολιτικά. Ηταν σχεδόν προσβλητικό να τον ακούει να κάνει διαρκώς τον χαζό και να του λέει κάθε 30 δευτερόλεπτα ότι «δεν τα καταλαβαίνω εγώ αυτά που λες». Τότε γιατί τον κάλεσες;

Ο Νίκος Μουτσινάς, που «δεν έχει ιδέα από πολιτική», άνοιξε την εκπομπή του με αμιγώς πολιτικά σχόλια. Κάτι ξεκίνησε να λέει για την Ελλάδα που τον πληγώνει πάντα όταν επιστρέφει σε αυτήν μετά από έναν χρόνο που ταξίδευε στο Μπαλί και άλλους εξωτικούς προορισμούς, διότι, όπως και να το κάνεις, μετά από έναν χρόνο στο Μπαλί σε ζορίζει η τιμή της φέτας.

Μετά από ένα πεντάλεπτο κρεσέντο αντικυβερνητικής και προσωπικά αντιμητσοτακικής «σάτιρας», καταιγιστικής και ασύνδετης, ο «εγώ δεν καταλαβαίνω από πολιτική» Νίκος Μουτσινάς προχώρησε στις υπόλοιπες δύο ώρες της εκπομπής του, οι οποίες κόστισαν ένα σκασμό λεφτά για τα τεράστια σκηνικά (που έσταζαν νερά), τους τέταρτης διαλογής καλεσμένους (που έμειναν μερικά δευτερόλεπτα έκαστος στον αέρα), ορχήστρες, χορευτικά, μουσικούς αχταρμάδες, αμήχανα κενά, δήθεν αστεία σκετς, την αφόρητη αυτοαναφορικότητα του παρουσιαστή και όλη την κλασική κοκλώνεια συνταγή του τηλεοπτικού υπερκίτς.

Μετά ήρθε ο Κασσελάκης, που έκλεισε το σόου. Από το πρώτο αντιμητσοτακικό πεντάλεπτο ως το τελευταίο κασσελακικό τέταρτο, όλο το ενδιάμεσο ήταν παντελώς αχρείαστο. Θα μπορούσε να είναι πιο τίμιος και ο ίδιος ο Νίκος Μουτσινάς και οι παραγωγοί του σόου του και να του δώσουν ένα εικοσάλεπτο, στο οποίο θα έκανε αυτό που ήταν ξεκάθαρα και ο στόχος: μια αποτυχημένη μίμηση των «Ράδιο Αρβύλα» και του Λάκη Λαζόπουλου, στην οποία θα προωθούσε τον «πανέμορφο» Στέφανο Κασσελάκη και θα βάραγε όλους τους άλλους, και κυρίως την κυβέρνηση. Και ας «μην καταλαβαίνει από πολιτική», δεν πειράζει. Ετσι κι αλλιώς, ποιος νοιάζεται;

Ο Λάκης Λαζόπουλος επέστρεψε επίσης, με το ίδιο κι απαράλλαχτο «Αλ Τσαντίρι» του, στο Mega. Ενα «Αλ Τσαντίρι» που, αν μας έδειχναν επεισόδιο του 2014, δεν θα παίρναμε χαμπάρι τίποτε. Με το ίδιο κοινό, τις ίδιες αντιδράσεις, την ίδια θεματολογία και τις ίδιες συμπάθειες ή αντιπάθειες, για να μην πούμε εμπάθειες. Σαφώς ανώτερος του Μουτσινά, αν και εμφανώς μεγαλωμένος και κουρασμένος, τουλάχιστον εκείνος δεν προσποιείται ότι κάνει κάτι άλλο από αυτό που κάνει στην πραγματικότητα: σάτιρα, κυρίως πολιτική, με γερές δόσεις επίκλησης του κοινού συναισθήματος, όπως όταν ανέβασε στη σκηνή τους εποχικούς πυροσβέστες.

Σε ποιον απευθύνονται, άραγε, αυτές οι εκπομπές; Ποιος είναι αυτός που θέλει, το 2024, να πετάξει δύο ώρες από τη ζωή του για να δει μια άθλια «καντσονίσιμα» με σκόρπια πολιτικά σχόλια ή ξαναζεσταμένη σάτιρα από την προ-ΣΥΡΙΖΑ εποχή; Και σε τι εξυπηρετούν όλα αυτά; Θα ρίξει ο Λαζόπουλος τον Μητσοτάκη ή θα επιβάλει (διά της πλαγίας) ο Μουτσινάς τον Κασσελάκη; Μαθαίνουμε κάτι καινούργιο; Γελάμε, έστω; Βλέπουμε κάτι που δεν έχουμε δει ήδη επτακόσιες φορές και με επτακόσιους τρόπους να σατιρίζεται στο YouTube ή στα σόσιαλ;

Πέρασαν τα χρόνια από τότε που όλη η Ελλάδα έβλεπε τον Λαζόπουλο, και δεν πέρασαν μόνα τους. Μαζί τους πέρασαν και πολλά άλλα πράγματα· όνειρα, προσδοκίες, φαντασιώσεις, αυτά που και ο ίδιος προώθησε φουλ. Δεν άλλαξε μόνο η Ελλάδα, αλλά ο κόσμος ολόκληρος. Το μόνο που δεν φαίνεται να άλλαξε είναι το πώς αντιλαμβάνεται η ελληνική τηλεόραση την ψυχαγωγία, τη σάτιρα και την κριτική.

Ο Νίκος Μουτσινάς ήρθε ουρανοκατέβατος, ανάμεσα σε στρας εκατομμυρίων, να μας πει πόσο κάνει η φέτα. Ο Λάκης Λαζόπουλος για τη ΔΕΗ. Αμφότεροι για τα Τέμπη. Δίκιο έχουν, αλλά τα ξέρουμε όλα αυτά και όλα αυτά δεν επιλύονται με χιλιομπαγιάτικη, ξαναζεσταμένη σάτιρα. Ούτε με λουμπενοποίηση της πολιτικής άποψης. Το έχουμε δει αυτό το έργο και, όπως είπε και ο Ομπάμα, το sequel είναι πάντα χειρότερο.

Υποθέτω ότι στην εποχή του Netflix και του ίντερνετ υπάρχουν ακόμη κάποιοι άνθρωποι που κάθονται το βράδυ μπροστά στις οθόνες τους για να δουν συμβατική τηλεόραση, να «περάσουν την ώρα τους». Δεν θέλουν ενημέρωση, θέλουν ψυχαγωγία. Η τηλεόραση το ξέρει αυτό. Σου λέει, ο κόσμος είναι δυσαρεστημένος, ας του πετάξουμε λίγη κατεψυγμένη «αντιπολίτευση» στο πιατάκι, να χορτάσει.

Χωρίς να επενδύσει δεκάρα, λοιπόν, σε νέες ιδέες, χωρίς ούτε κατ’ επίφαση να κοιτάξει το σήμερα, αν όχι το αύριο, προσπαθεί να περάσει παλιακά αντιπολιτευτικά μηνύματα με παλιακά concept. Και δεν είναι το «αντιπολιτευτικά» το πρόβλημα. Προφανώς η σάτιρα στοχεύει κυρίως την κυβέρνηση. Το πρόβλημα είναι το «παλιακά». Θα το «φάει» κανείς όλο αυτό ως καινοτομία;

Εχοντας δει back to back το «Αλ Τσαντίρι» και τον Μουτσινά, έχω να πω δύο πράγματα: Πρώτον, ότι θα ξαναδώ τηλεόραση του χρόνου. Και αν. Δεύτερον, ότι την πιο έξυπνη δουλειά έκανε, τελικά, η ΕΡΤ. Με δύο δημοσιογράφους που τους πληρώνει ούτως ή άλλως, ένα σκηνικό που στήνεται σε δευτερόλεπτα και τέσσερις δωρεάν κομπάρσους πρόσφερε το πιο απολαυστικό θέαμα.

Ετσι κι αλλιώς, τα ίδια με τον Λαζόπουλο και τον Μουτσινά έλεγαν κι αυτοί. Χιλιομασημένα πράγματα από το μακρινό 2014.