Υπάρχει ένα αδιαμφισβήτητο ατού στο να ζεις μόνος μέσα στην πανδημία. Κάθε φορά που μπαίνεις στο σπίτι και κλείνεις πίσω σου την πόρτα –με την προϋπόθεση ότι θα πλύνεις σχολαστικά τα χέρια σου και τα πόμολα– είσαι απόλυτα προφυλαγμένος από την Covid-19. Ούτε ασυμπτωματικοί ούτε super spreaders καραδοκούν στο διπλανό δωμάτιο. Ξαπλώνεις στον καναπέ και απολαμβάνεις το καταναγκαστικό cocooning σου.
Και πριν από την έλευση του κορονοϊού, η νέα ατομικότητα, αυτή που τόσο ευλαβικά υπηρετεί ο 21ος αιώνας, είχε θωρακιστεί από τη νέα τεχνολογία. Με ένα smartphone ή ένα laptop και λίγη καλή διάθεση, μπορούσες να καταστήσεις τη μοναχική ζωή σου μια απόλυτα κοινωνική εμπειρία. Χωρίς το στίγμα του μονόχνοτου, του προβληματικού, του «γεροντοπαλίκαρου», του εργασιομανούς ή της cat lady. Μόνο που ο SARS-CoV-2 διέρρηξε τις ευαίσθητες ισορροπίες.
«Δεν είναι μοναξιά αυτό που βιώνω» μου αναφέρει 55χρονος, στέλεχος πολυεθνικής, διαζευγμένος με δύο μεγάλα παιδιά (που ζουν στα δικά τους σπίτια). «Μοναξιά βιώνεις όταν νιώθεις αποκομμένος από τους άλλους, όταν φοβάσαι ότι βρίσκονται κάπου μαζί, χωρίς εσένα. Ισως βέβαια τώρα να πρόκειται για μια άλλη, μια συλλογική μοναξιά. Η δουλειά με βοηθάει, τα κάνω όλα άνετα από το σπίτι. Συνάδελφοι με μικρά παιδιά μού λένε ότι τους είναι αδύνατον να δουλέψουν από τη φασαρία. Επικοινωνώ μαζί τους συχνά με teleconferences. Oταν δε καμιά φορά βαριέμαι, πατάω το “mute” και παίζω κρυφά λίγο κιθάρα. Μια φορά μάλιστα ξέχασα να το πατήσω και κάποιος είπε: “Ρε παιδιά, τι στο διάολο είναι αυτό που ακούγεται;”».
«Αλλο είναι το πρόβλημά μου στην καραντίνα» σημειώνει. «Με τον εγκλωβισμό και τον συνεχή βομβαρδισμό από οθόνες, νιώθω διαρκώς σαν να ζω σε μια παχύρρευστη ομίχλη. Ξυπνώ το πρωί και βρίσκομαι σε μια μόνιμη θολούρα…Οι οθόνες μπλέκονται με τα όνειρα, δεν ξέρεις πια τι είναι αληθινό και τι είναι βίντεο, ταινία ή μήνυμα σε κάποιο chat. Οταν δεν βλέπεις όλη μέρα άλλα πρόσωπα, λείπει πλέον το ενεργειακό κομμάτι της φυσικής παρουσίας που σε βοηθά να ξεχωρίσεις τι είναι οθόνη και τι πραγματικότητα. Μπλέκονται όλα σε έναν ομοιογενή, υπνωτικό αχταρμά».
Ενδεχομένως, το βαρύτερο πλήγμα για όσους διαβιούν μόνοι είναι η απώλεια της ανεξαρτησίας στην κοινωνική τους ζωή (προφανώς δεν αναφέρομαι σε ηλικιωμένους ή ανθρώπους με προβλήματα σωματικής και ψυχικής υγείας). «Δεν νιώθω μόνη, νιώθω ανελεύθερη» τονίζει 48χρονη σινγκλ, ιδιωτική υπάλληλος. «Είμαι εκ φύσεως σπιτόγατος. Στην κανονική μου ζωή, προ κορονοϊού δηλαδή, μπορούσα άνετα να μη δω άνθρωπο για ένα ολόκληρο δεκαήμερο. Τώρα η αίσθηση ότι δεν μπορώ να βγω από το σπίτι με καταπιέζει αφάνταστα. Εχει χαθεί η χαρά τού μένω μόνη, αυτό το ανοίγω την πόρτα μου ό,τι ώρα θέλω και βλέπω τους φίλους μου».
Κάπως έτσι η καλά δομημένη μονήρης πραγματικότητα γίνεται σμπαράλια. «Ολη η αυτονομία μου διαταράχτηκε, συμβάλλει και το ότι σταμάτησα και τη δουλειά. Το βιολογικό μου ρολόι έχει γίνει άνω-κάτω, κοιμάμαι πλέον στις 5-6 το πρωί. Πέρασα και μία φάση που έτρωγα σαν το γουρούνι, παρότι είχα μόλις αρχίσει διατροφή. Επίσης, νιώθω ανασφάλεια μόνη μου έξω, ειδικά το βράδυ. Ζω στα κέντρο, έχω δηλαδή συνηθίσει τον πολύ κόσμο. Σήμερα κυκλοφορούν έξω άνθρωποι αγριεμένοι, πεινασμένοι, φοβισμένοι…».
Η έλλειψη σωματικής επαφής είναι από τα βασικά συμπτώματα του living solo στην εποχή του κορονοϊού. «Eχω πεθυμήσει να αγγίξω, να δώσω φιλί σε έναν άλλον άνθρωπο» μου λέει η ίδια, ενώ η γάτα της μπαίνει νωχελικά στο παράθυρο της πλατφόρμας Zoom. «Αν η καραντίνα παραταθεί, φοβάμαι ότι θα είναι πολύ σκληρό. Αν περάσουν π.χ. τρεις μήνες χωρίς ανθρώπινη επαφή, θα υποφέρω πολύ. Προς στιγμήν σκέφτηκα να συγκατοικήσω με μια φίλη. Μετά όμως αποφασίσαμε και οι δύο να μην το κάνουμε. Συμφωνήσαμε ότι θέλουμε να το περάσουμε όλο αυτό η καθεμία στη φάση της. Το να βρεθείς μέσα στην πανδημία κλεισμένος με έναν άνθρωπο, ακόμα και κολλητό φίλο, με τον οποίο δεν έχεις ξαναζήσει μαζί, θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια σε φιάσκο. Κάποια στιγμή, δεν το γλιτώνεις, θα νιώσεις ότι έχει εισβάλει στον χώρο σου».
Ισως ο SARS-CoV-2 να είναι ο απόλυτος «υπενθυμητής σχέσης» («relationship reminder»), όπως το λένε οι ειδικοί. Ακόμα και οι τηλεοπτικές διαφημίσεις στην εποχή του lockdown σε φέρνουν αντιμέτωπο με υπέροχες πυρηνικές οικογένειες, τρυφερά βρεφικά πατουσάκια και ιδεώδη ζεύγη (αισίως και ομόφυλα, για πρώτη φορά τόσο απενοχοποιημένα στην ιστορία της εγχώριας τηλεόρασης).
«Μου θυμίζει κάπως τον στρατό όλο αυτό, τότε που νιώθαμε ότι μας έλειπαν ο ήχος, η συχνότητα της γυναικείας φωνής» μου αναφέρει 33χρονος τηλεοπτικός παραγωγός που διατηρεί σχέση εκ του μακρόθεν (η φίλη του ζει και εργάζεται στην Καλαμάτα). «Μιλάμε στο τηλέφωνο, όπως και πριν, αλλά τώρα είναι πολύ δύσκολο. Ούτε να τσακωθούμε σαν άνθρωποι δεν μπορούμε!».
Χωρίς να απουσιάζουν και τα θετικά στο να περνάς εντελώς μόνος σου τον «συνειδητό αυτοπεριορισμό»: «Εχω πια κόψει το ντιλίβερι και μαγειρεύω, κάνω οικονομία στις προμήθειες για να μην πηγαίνω συχνά στο σουπερμάρκετ, επιβεβαιώνω ότι μια μέρα είναι υπεραρκετή, άμα ξέρεις να χειριστείς τον χρόνο σου» συμπληρώνει ο ίδιος. «Υπάρχει βέβαια και η άλλη πλευρά. Πάω π.χ. να βάλω πλυντήριο και λέω “Παράτα το, δεν κάνω τίποτα, άσ’ το για αύριο”, μια παραίτηση δηλαδή, που βρίσκω τρομακτική. Είναι πολύ πιο εύκολο να παρασυρθείς σε μια μοναχική μιζέρια που σε δηλητηριάζει όλο και περισσότερο. Ειδικά τώρα, που δεν υπάρχουν όλα αυτά που τραβολογούσαν ευχάριστα τη μέρα σου από ‘δώ και από ‘κεί: κλάμπινγκ, ξενύχτια, άραγμα με φίλους, πρωινά hangover κ.ο.κ.
Πάρ’ το απόφαση! Αν ανήκεις στη διαρκώς διογκούμενη δημογραφική ομάδα των διαβιούντων κατά μόνας (οι οποίοι από 153 εκατομμύρια το 1996 έφτασαν παγκοσμίως τα 277 εκατομμύρια το 2011, μία αύξηση δηλ. της τάξεως του 80% μέσα σε 15 χρόνια), είναι πολύ πιθανό να εκδηλώσεις στερητικά συμπτώματα από την έλλειψη οξυτοκίνης («της ορμόνης της αγάπης»). Μπορεί δε να έχεις ήδη αρχίσει να ζηλεύεις τους διπλανούς (πενταμελής οικογένεια, μαζί και η γιαγιά) που σκοτώνονται όλη μέρα.
Δεν απουσιάζουν βέβαια και εκείνοι που χάρη στον SARS-CoV-2 εφόρμησαν με ακόμη μεγαλύτερη ζέση σε μια καλοκουρδισμένη, οικόσιτη joie de vivre. «Η πανδημία με έστρεψε σε ό,τι αγαπώ περισσότερο» μου αναφέρει 40χρονη δημοσιογράφος. «Μου αρέσει να ξαναβλέπω και να ξαναδιαβάζω τα αγαπημένα μου. Από τις πρώτες μέρες του εγκλεισμού, το σπίτι γέμισε από τη μουσική του Νίνο Ρότα καθώς έβλεπα τις ταινίες του Φελίνι τη μία μετά την άλλη, τα πρωινά άκουγα CD από τα 90s και ξαναδιάβαζα Σαίξπηρ, Βακαλόπουλο και Αρσένι Ταρκόφσκι. Άνοιξαν και τα κουτιά με τις φωτογραφίες σχετικά γρήγορα, κυρίως λόγω Ιταλίας, γιατί πολύ μού κόστισε ό,τι έχει γίνει εκεί και μόλις τελειώσει όλο αυτό, το πρώτο αεροπλάνο που θα πάρω θα είναι για τη Ρώμη».
Ολοι από όσους μίλησα αποφαίνονται ότι μπορείς να δεις την τελεία απομόνωση και σαν μια μοναδική ευκαιρία για διαχείριση της κρίσης χωρίς περισπασμούς: «Οταν είσαι τελείως μόνος, έχεις τον χρόνο και τον χώρο να το αφήσεις όλο αυτό να κατακαθίσει μέσα σου. Οταν είσαι με άλλους, δεν κοιτάς εντός». Αντιγράφω μία συμβουλή από έναν μετρ του είδους, τον αμερικανό εξερευνητή Ρίτσαρντ Μπερντ, που το 1934 πέρασε οικειοθελώς ολομόναχος έναν ολόκληρο ανταρκτικό χειμώνα: «Εκείνοι που επιβιώνουν με μια δόση ευτυχίας είναι όσοι μπορούν να τρέφονται σε βάθος από τα νοητικά τους αποθέματα, ακριβώς όπως τα ζώα σε χειμερία νάρκη από το λίπος τους».