| CreativeProtagon
Απόψεις

Με το φάντασμα του Ανδρέα

Οταν ο υπολογιστής σου κρασάρει, σου βγάζει μια οθόνη, στην οποία σε ρωτάει: «Θέλεις να επιστρέψω στο τελευταίο σημείο στο οποίο όλα λειτουργούσαν καλά;» Φυσικά, απαντάς εσύ, ποιος δεν θέλει; Κάπως έτσι, πολλοί κλείνουν τα μάτια και εύχονται να βρεθούν πάλι στο 1981. Ατυχώς, η ζωή δεν λειτουργεί όπως τα Windows...
Μαρία Δεδούση

Στις 23 Ιουνίου 1996, το σώμα του Ανδρέα Παπανδρέου εγκατέλειψε τον μάταιο τούτο κόσμο, κουρασμένο και ταλαιπωρημένο, όπως και η χώρα την οποία κυβέρνησε για συνολικά 11 χρόνια και την οποία πράγματι αναμόρφωσε με πολλούς τρόπους. Ο Παπανδρέου, όμως, στην πραγματικότητα, δεν πέθανε ποτέ. Το σκεφτόμουν, διαβάζοντας εκατομμύρια αναρτήσεις για την επέτειο της ιδρυτικής διακήρυξης του ΠΑΣΟΚ.

Μέχρι σήμερα, 28 χρόνια μετά τον θάνατό του, το πολιτικό «φάντασμά» του εξακολουθεί να στοιχειώνει την Ελλάδα· άλλοι θέλουν να τον μιμηθούν, άλλοι αναπολούν τα χρόνια του, άλλοι τον αποθεώνουν ως «τον μοναδικό πραγματικό ηγέτη που πέρασε από την Ελλάδα» και άλλοι τον κατηγορούν ότι κατέστρεψε τη χώρα. Από όπου και να το βλέπει κανείς, παραμένει η κυρίαρχη φιγούρα της πολιτικής ζωής μας.

Εχοντας μεγαλώσει στα «χρόνια του Ανδρέα» (ήμουν 15 χρόνων το 1981), δεν θα μπορούσα να συμφωνήσω περισσότερο με την ιστορική αναγκαιότητα της ανόδου του στην εξουσία. Ο Παπανδρέου έφερε διάφορα πράγματα στην Ελλάδα, απόλυτα χρήσιμα εκείνη την εποχή: τη σοσιαλδημοκρατία σε μια χώρα με μακρά παράδοση συντηρητικών έως χουντικών δεξιών κυβερνήσεων. Την ενότητα σε μια χώρα στην οποία ο εμφύλιος πόλεμος δεν είχε τελειώσει ποτέ. Τον κοινωνικό φιλελευθερισμό σε μια οπισθοδρομική κοινωνία. Τον λαϊκισμό, σε μια χώρα που χρειαζόταν όραμα, έστω και έωλο. Τον μεσσιανισμό, σε μια χώρα που είχε να δει πραγματικό ηγέτη από την εποχή του Βενιζέλου.

Επίσης έφερε την ψευδαίσθηση της γραμμικής οικονομικής ευημερίας: Κανείς δεν αναρωτιόταν τότε πώς θα μπορούσε να συντηρηθεί στο διηνεκές η αναβάθμιση του επιπέδου ζωής μας, όταν θα τελείωναν τα πακέτα Ντελόρ.

Ηταν λαοπλάνος ο Ανδρέας, αλλά είχε όντως όραμα. Και είχε και σχέδιο. Είναι λίαν αμφίβολο εάν όταν ανέβηκε στην εξουσία εκείνα τα περιβόητα «έξω από το ΝΑΤΟ» εξακολουθούσαν να είναι μέρος του οράματος αυτού, τα χρησιμοποίησε όμως, για να κάνει τα υπόλοιπα.

Πάτησε ένα fast forward στην Ελλάδα και την έστειλε εκεί που θα έπρεπε να είναι: Οχι μια μικρή βαλκανική χώρα με κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες της δεκαετίας του ’50, αλλά μια ευρωπαϊκή χώρα του 1980.

Τον βοήθησε και ο αέρας που έπνεε από δυσμάς εκείνην τη λαμπερή «άνοιξη της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας», που, φευ, κράτησε λίγο και πνίγηκε αργότερα σε έναν σκοτεινό «χειμώνα» σκανδάλων και διαφθοράς.

Ας κάνουμε ένα fast forward ακόμη κι ας έλθουμε στο σήμερα. Διάβαζα μια αγιογραφία του Ανδρέα που έγραψε οπαδός του ΣΥΡΙΖΑ και από κάτω πήγαν διάφοροι και ταγκάρισαν τον Στέφανο Κασσελάκη: «Στέφανε, ακούς; Να τι πρέπει να κάνεις», του έγραφαν.

Να κάνει τι δηλαδή; Να μιμηθεί και αυτός τον Ανδρέα; Ας προσπεράσουμε το γεγονός ότι δεν μπορεί ούτε κατά διάνοια, ας προσπεράσουμε και το άλλο γεγονός ότι τον πρόλαβε ο Αλέξης Τσίπρας σε αυτή τη μίμηση και ας αναρωτηθούμε αν η Ελλάδα χρειάζεται σήμερα πράγματι έναν Παπανδρέου: μια μεσσιανική φιγούρα που θα λέει διάφορα, το πλήθος θα παραληρεί και μετά θα τον ψηφίζει en masse, με τυφλή πίστη τόσο στο πρόσωπο όσο και στις πανέμορφες υποσχέσεις.

Οι Ελληνες πίστεψαν ξανά στο παπανδρεϊκό όραμα –με άλλα ονόματα– το 2015. Ιδια περίπτωση ήταν ο Τσίπρας: Εξω από ’δώ και έξω από ’κεί και σκίζουμε μνημόνια και κοινωνικές δικαιοσύνες και ρήξεις και τομές. Η διαφορά είναι ότι ο Παπανδρέου πολλά από αυτά που είπε τα έκανε. Δεν σε έβγαλε μεν από την ΕΟΚ, αλλά πήρε τα λεφτά της και σε έστειλε πρώτο τραπέζι πίστα στην Αντζελα με το καινούργιο σου τρακτέρ.

Ο Τσίπρας δεν βγήκε επίσης από πουθενά, κι αντί να πάρει λεφτά, συνέχισε να δίνει. Και δεν έκανε και τομές, σιγά τις τομές, έκανε διαχείριση· καλύτερη, χειρότερη, διαχείριση πάντως. Ναι, αλλά άλλο είχε υποσχεθεί. Και η απογοήτευση ήταν ανάλογη των προσδοκιών.

Ποιος να πιστέψει πλέον σε μεσσίες και οράματα; Οι χίλιοι, δύο χιλιάδες που πάνε κι αποθεώνουν τον Κασσελάκη στα σόσιαλ; Που πιστεύουν ακόμη ότι χρειαζόμαστε ουρανοκατέβατους σωτήρες με αστραφτερά χαμόγελα και φωτογένεια και γενικές αερολογίες;

Δύσκολο. Κι όσοι αναρωτιούνται γιατί ο Μητσοτάκης πήρε 41%, η απάντηση είναι απλή: Διότι έχουμε μάθει πλέον το μάθημά μας: Ο μεσσίας τύπου Παπανδρέου μπορεί να ευδοκιμήσει μόνο εάν από κάτω υπάρχουν λεφτά, ώστε να μετατρέψει τα οράματα σε πραγματικότητα με σχετική άνεση. Οταν δεν υπάρχουν λεφτά, ή που θα κάνεις διαχείριση να μην καταρρεύσει το σύμπαν, ή που θα πας στο άλλο άκρο: Στους Τραμπ αυτού του κόσμου, που ούτε όραμα έχουν ούτε σχέδιο, ούτε τίποτε, κεφαλαιοποιούν μόνο στην οργή. Αυτό είναι και το παγκόσμιο trend στους μεσσίες σήμερα.

Συνεπώς, εάν θέλεις να διεκδικήσεις τη διαχείριση, χρειάζεσαι πολιτικές, όχι φαντασιώσεις. Σχέδιο. Με αρχή, μέση και τέλος. Που να απαντάει σε βασικά ερωτήματα, όπως για παράδειγμα στο «καλά τα λες, πρόεδρε, αλλά πού ακριβώς θα βρούμε τα λεφτά;». Αυτήν τη στιγμή, δεν το προσφέρει κανείς, οπότε η διαχείριση παραμένει στον μόνο που πείθει ότι έχει ένα σχέδιο, ακόμη και αν το σχέδιο αυτό δεν αρέσει σε πολλούς.

Οταν ο υπολογιστής σου κρασάρει, σου βγάζει μια οθόνη, στην οποία σε ρωτάει: «Θέλεις να επιστρέψω στο τελευταίο σημείο στο οποίο όλα λειτουργούσαν καλά;» Φυσικά, απαντάς εσύ, ποιος δεν θέλει; Κάπως έτσι, πολλοί κλείνουν τα μάτια κι εύχονται να βρεθούν πάλι στο 1981.

Ατυχώς, η ζωή δεν λειτουργεί όπως τα Windows.