Η πολιτική νίκη του Νίκου Ανδρουλάκη είναι μεγάλη. Στηρίζεται σε δύο σημαντικά αριθμητικά δεδομένα, της μαζικής συμμετοχής σε δύσκολες συνθήκες, αλλά και την ευρύτητα του αποτελέσματος: το 67,6% της δεύτερης Κυριακής αντιστοιχεί στο 51,52% της πρώτης, δηλαδή ο νέος αρχηγός έχει την απόλυτη πλειοψηφία του αρχικού εκλογικού σώματος. Ενισχύεται από την ποιότητα των άλλων διεκδικητών της ηγεσίας του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ: Τρεις επαρκείς πολιτικοί, ικανοί να διεκδικήσουν ένα κόμμα του 8%. Ενας τελικός ανταγωνιστής , στου οποίου την αποτυχία ενδέχεται να συμβολίζεται το τέλος της μεγαλύτερης σύγχρονης ελληνικής «πολιτικής δυναστείας». Η άνετη υπερκέραση του τρίτου που είναι ο πολιτικά πλησιέστερος, με βάση την εσωκομματική προϊστορία και, ταυτόχρονα, ο πλέον επικοινωνιακά χαρισματικός – εν ενεργεία- πολιτικός της παράταξης.
Στα σημαντικά γεγονότα υπάρχουν συμμετέχοντες που διαδραματίζουν ρόλους που είναι περισσότερο επιδραστικοί από ό,τι φαίνεται αλλά, για να αναδειχθούν, οι αναλυτές και οι ιστορικοί του μέλλοντος πρέπει να ανιχνεύσουν ευρύτερα και πέραν των πρωταγωνιστών. Σε αυτή την κατηγορία υπάγεται ο Ανδρέας Λοβέρδος. Η προεκλογική εκστρατεία του για την ηγεσία του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ είναι διδακτική.
Η ίδια η εκστρατεία ξεκίνησε νωρίς, εξαιτίας του βολονταρισμού του. Λίγο ή πολύ επέβαλε το χρόνο της εκλογής εντός των τακτών ημερομηνιών και μόνον. Αναγνώρισε, ορθά, ως βασικούς συνδιεκδικητές την Φώφη Γεννηματά και το Νίκο Ανδρουλάκη. Η αδόκητη και άδικη απώλεια της Φώφης ήταν το γεγονός που τα άλλαξε όλα. Η υποψηφιότητα του Γιώργου Παπανδρέου δεν λειτούργησε, και αυτή, σαν “game changer”, αλλά σαν «ζαβολιά», μια παραβίαση των όρων του μέχρι τότε παιχνιδιού. Δεν ήταν μόνον το πλήγμα της αφαίρεσης από τον Λοβέρδο του πλεονεκτήματος της εντοπιότητας στη Δυτική Ελλάδα και την Αττική και η αύξηση της αντίδρασης προς το παλιό, αλλά ότι εφευρέθηκε μια αντιπαράθεση για να αιτιολογήσει την απόφαση. Ο εκφραστής της ενότητας μιας προοδευτικής συνεργασίας έπρεπε «να κατασκευάσει» τον πρόθυμο εταίρο μιας υποτιθέμενης κεντροδεξιάς σύμπραξης. Ο Ανδρέας αντέδρασε σαν φαβορί, αμύνθηκε και αντεπιτέθηκε, αφήνοντας την γραμμή «δεν μιλώ για τους συνυποψήφιούς μου». Ο Ανδρουλάκης δεν αντέδρασε, έμεινε εκτός κάδρου και έτσι απέκτησε το πλεονέκτημα του second best.
Ο Ανδρέας, έμπειρος, γνώριζε ότι ενδέχεται πρώιμες υποψηφιότητες «να καούν στην προθέρμανση». Εκκίνησε νωρίς γιατί επεδίωξε με την προσωπική του επαφή να συγκροτήσει τη δική του ομάδα. Στα μαζικά κόμματα, στις ιστορικές παρατάξεις δεν μπορείς να διεκδικήσεις την ηγεσία αν δεν σου έχει μεταβιβαστεί το χάρισμα της αίγλης προκατόχου ή/και αν δεν έχεις οργανώσει φράξια, ομάδα, μηχανισμό ή πτέρυγα- όπως το δει ο καθείς. Το οργανωτικό πρότυπο συνήθως είναι περισσότερο απαραίτητο από το πολιτικό αφήγημα και την προπαγάνδα του. Ο Ανδρέας προσέγγισε πολλούς, ετερόκλητα στελέχη τον στήριξαν, θα διατηρήσει επαφές, αλλά ομάδα με πολιτική συνοχή και συμπαγή δομή δεν συγκρότησε. Η εκστρατεία του περισσότερο έμοιαζε με υποψήφιου Ευρωβουλευτή.
Ονομα και σύμβολο
Η εκστρατεία του Ανδρέα επέβαλε την επιστροφή και επιβολή του ονόματος ΠΑΣΟΚ και του συμβόλου ήλιος. Το έκανε με πάθος, «για πάντα ΠΑΣΟΚ». Γιατί; Μα, από την ψυχολογική ανάγκη να εξομολογηθεί και να απολογηθεί που «δεν γεννήθηκε στο ΠΑΣΟΚ». Επειδή, προσέγγισε το κόμμα του στα μέσα της δεκαετίας του ’90 τυραννιέται άδικα από ένα «σύνδρομο του σώγαμπρου» που κανείς δεν του καταλογίζει.
Ο Ανδρέας έχει αψεγάδιαστη εικόνα. Ατσαλάκωτος, ντύνεται όπως οι δυτικοί μεσοαστοί. Περιποιημένος. Δεν δείχνει με το δάκτυλο. Μιλά σωστά, απλά Ελληνικά. Είναι περιληπτικός, δεν κουράζει. Έχει απίστευτη αντοχή στα χτυπήματα, ειδικά στα κάτω από τη μέση συμπεριφέρεται στωικά. Είναι τόσο τέλειος που δείχνει πλαστικός. Η σύγχρονη κοινή γνώμη δεν ζητά πρότυπα, αλλά κατά ομοίωση αντίγραφα, «κάποιους σαν εμάς».
Στην εκλογή αρχηγού του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ μια οπτική γωνία αποκαλύπτει την υπεροχή της περιφέρειας έναντι του κέντρου. Ο πρώτος στα δύο μητροπολιτικά κέντρα της Αττικής και της Θεσσαλονίκης, ήρθε τελικά τρίτος πανελλαδικά. Εδώ δεν φταίει σε τίποτε ο Λοβέρδος, ίσα-ίσα αποδεικνύεται η χρησιμότητά του, άλλωστε και στις δύο περιοχές οι ψηφοφόροι της πρόσφατης εκλογής υπερβαίνουν σε απόλυτους αριθμούς τους αντίστοιχους των εθνικών εκλογών του 2019. Στα μονοψήφια επίπεδα η εκλογική βάση του ΠΑΣΟΚ είναι κυρίως αγροτική και ηλικιωμένη. Για να διευρυνθεί πρέπει να προσεγγίσει τα μεσοστρώματα των μεγάλων αστικών κέντρων και τους πολίτες με υψηλή μόρφωση.
Οταν τείνει να διαμορφωθεί μια συνολική πλατφόρμα το μεγαλύτερο λάθος είναι να τεμαχίζεις κατά στάδια την προπαγάνδα της. Οταν διατυμπανίζεις ότι επιδιώκεις διπλασιασμό των ποσοστών σου, δηλαδή από 8% σε 16%, έχεις επίγνωση ότι θέλεις 45-50 έδρες. Με το τρίτο κόμμα σε αυτό το επίπεδο, είτε με απλή, είτε με ενισχυμένη αναλογική η αυτοδυναμία είναι σχεδόν ανέφικτη. Αρα μια κυβέρνηση συνεργασίας πολύ πιθανή. Εφόσον τολμάς και μιλάς αληθινά για αλλαγή πλεύσης στο Μεταναστευτικό και την ασφάλεια, την ένταση του αγώνα εναντίον της γραφειοκρατίας, την ενίσχυση του πατριωτισμού, δεν οπισθοχωρείς και καθηλώνεσαι στον κοινό παρονομαστή των υπολοίπων που ονομάστηκε πολιτική αυτονομία και σκόπιμα επιφέρει σύγχυση ταυτίζοντας τις έννοιες της ανοχής, της συνεννόησης και της συνεργασίας με την σύμπραξη. Δεν αφήνεις για μετά το «θα τους ταράξουμε στις σαφείς προγραμματικές θέσεις, για όλα», όταν επιδιώκεις να επικρατήσεις μέσω της προγραμματικής υπεροχής.
Ο εκλογικός στόχος
Ο αριθμητικός προσδιορισμός των εκλογικών στόχων που επέβαλε ο Λοβέρδος επιφέρει μια από τις δυσκολίες που πρέπει να διαχειριστεί η νέα ηγεσία του Νίκου Ανδρουλάκη. Επιδιώκει αποτέλεσμα που θα είναι παρεμβατικό για το αύριο της Χώρας ή ικανοποιητικό για τη διατήρηση της ηγεσίας του και το μεθαύριο του κόμματός του;
Ο Μιτεράν έλεγε πως μεταξύ προεκλογικής και μετεκλογικής περιόδου συμβαίνει ένα καθοριστικό γεγονός. Οι ίδιες οι εκλογές. Το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του ΚΙΝΑΛ στέλνει ένα σαφές μήνυμα στον Ανδρέα Λοβέρδο και στη γενιά μας, του Πολυτεχνείου και της Αλλαγής: ήταν η τελευταία φορά που επιδιώξαμε την αρχηγία της Δημοκρατικής Παράταξης. Συμπληρώσαμε την τεσσαρακονταετία και φθάσαμε ή πλησιάζουμε τη τρίτη ηλικία, ελάχιστοι θα έχουν ενεργό ρόλο στην πρώτη γραμμή, ας περάσουμε στην εφεδρεία προσφέροντας την έμπειρη γνώμη ή τις συμβουλές μας. Καιρός να αρχίσουν οι επόμενοι, με τις παρέες τους, να συνεχίσουν την Ιστορία, αρκεί να μην το κάνουν σαν τον Τσίπρα ή με τους Τσίπρες.
ΥΓ: Για το Νίκο Ανδρουλάκη δεν θα γράψω τίποτε θετικό, που εύχομαι ολόψυχα, ή αρνητικό, που απεύχομαι, ως την 25η Μαρτίου 2022. Τότε θα συμπληρώνει 100 μέρες ηγεσίας.