Δευτέρα 10 το πρωί, βλέπω τέσσερις αναπάντητες κλήσεις από τον γιο μου στο σχολείο. Χαμογελάω γιατί αντιλαμβάνομαι την πρεμούρα. Λίγα λεπτά νωρίτερα μου είχε αποσταλεί –για τρίτη συνεχή χρονιά– ο έλεγχός του μέσω μέιλ. Σπεύδω να τού κάνω προώθηση τη βαθμολογία τετραμήνου.
Πολύ πεζή, σκέφτομαι, η διαδικασία σε σχέση με τον προ-Covid-19 τζερτζελέ, τα «Μαμά, μην αργήσεις αύριο, στη 1», το τρεχαλητό με τους κολλητούς και τα αγχωμένα αλλά φωτεινά βλέμματα τη μέρα που εσύ ο γονιός θα έκανες τον μεγάλο δρασκελισμό από το ένα σύμπαν του παιδιού σου στο άλλο, απλά περνώντας την πύλη του σχολείου.
Είναι η τρίτη σχολική χρονιά που ο έλεγχος επίδοσης αποστέλλεται ηλεκτρονικά μέσω του ΠΣmyshool (όπως άλλωστε και οι απουσίες). Φέτος, όπως μαθαίνω, είναι προαιρετικό. Κάποια σχολεία έχουν επιστρέψει στην παλιά κανονικότητα και θα δεχτούν γονείς «δια ζώσης» και κάποια (πιο διστακτικά απέναντι στην επέλαση της γρίπης και των λοιπών ιώσεων) θα διατηρήσουν και φέτος τo new normal.
Και όμως, οι έλεγχοι δεν είναι παρά ένα μικρό σύμπτωμα μιας ήδη εξασθενημένης σχέσης. Εδώ και τρία περίπου χρόνια η επαφή του σπιτιού με τη σχολική κοινότητα έχει γίνει ακόμα πιο αραιή. Τα διάφορα τελετουργικά «με φυσική παρουσία» καταργούνται σιωπηλά ένα-ένα. Μπορεί να περάσει μια ολόκληρη χρονιά και να συναντήσεις ελάχιστα (ή και ποτέ) τους καθηγητές του παιδιού σου.
Κλείστε, παρακαλώ, ραντεβού στην εφαρμογή
Σε αρκετές περιπτώσεις, ακόμα και η όποια ενημέρωση έχεις για την πρόοδό του μπορεί να ενέχει περίπλοκα logistics ή μπορεί να είναι… υβριδική. «Στο ιδιωτικό σχολείο της κόρης μου τα παιδιά φέρνουν τον έλεγχο στο σπίτι και γίνονται μετά κατ’ ιδίαν ψηφιακές συναντήσεις με τους καθηγητές» με ενημερώνει μια εργαζόμενη μητέρα που λείπει συχνά, για επαγγελματικούς λόγους, στο εξωτερικό.
«Υπάρχει μια ειδική εφαρμογή», συνεχίζει η ίδια, «στην οποία μπαίνεις και βλέπεις πότε έχει κενό ο κάθε καθηγητής και κλείνεις ραντεβού. Δύσκολο βέβαια να βρω ώρα, γιατί και αυτοί τα πρωινά έχουν μαθήματα. Μια μέρα είχα ενημερωθεί μέσα από το αυτοκίνητο! Οπως και να’ χει, για μένα αυτή η ενημέρωση είναι μια τραυματική εμπειρία. Είναι μόλις πέντε λεπτά και –τον βλέπεις– βιάζεται, θέλει να σε ξεπετάξει. Ασε που δεν πολυκαταλαβαίνεις τι άνθρωπος είναι. Θα μας βάλουν βέβαια και δύο απογεύματα live ενημέρωσης (ένα για τα πρωτεύοντα μαθήματα, ένα για τα δευτερεύοντα), αλλά δεν ξέρω αν θα μπορέσω να πάω».
«Εμείς επιλέξαμε να καλέσουμε τους γονείς δια ζώσης γιατί είχε χαθεί τελείως η επικοινωνία» με ενημερώνει φιλόλογος σε γυμνάσιο της βόρειας Αττικής. «Η αλήθεια είναι ότι βολεύτηκαμε λίγο όλοι με το εξ αποστάσεως. Μόνο που, μια με το μέιλ, μια με το τηλέφωνο, μια με την τηλεδιάσκεψη, έχει χαθεί η άμεση επαφή. Εντάξει, δεν είναι πάντα εύκολο να μιλάς με τους γονείς στο κενό σου ή τα απογεύματα (επειδή είμαστε ιδιωτικό, έχουμε απόγευμα τις ενημερώσεις, έχει μάλιστα τύχει να φύγω από το σχολείο στις 10 το βράδυ!)».
Κάπως έτσι όμως καταργήθηκαν σιωπηλά όλα τα αδιαμφισβήτητα πλεονεκτήματα του live. «Μπορώ να μιλήσω με τον ίδιο τρόπο στον γονιό που είναι μπροστά μου και βλέπω τις αντιδράσεις του προσώπου του ή ακούω τον τόνο της φωνής του; Νομίζω ότι πιο πολλοί εκπαιδευτικοί σήμερα δεν είναι φοβισμένοι (με τις ιώσεις κτλ.), αλλά βολεμένοι. Οσο για τους γονείς, παρατηρείται το φαινόμενο να έρχονται οι κηδεμόνες των μαθητών που δεν έχουν κάποιο ιδιαίτερο θέμα. Οι γονείς εκείνων που έχουν πραγματικά ανάγκη δεν έρχονται ποτέ!».
Οι εξαφανισμένοι γεννήτορες
Για να μην κοροϊδευόμαστε, η επιδημία των γονιών-φαντομάδων προϋπήρχε της Covid-19. Μόνο που τώρα υπάρχουν ακόμα περισσότερες δικαιολογίες για αναβολή, αδιαφορία, αμέλεια, προσήλωση στον βαθμό, απαξίωση του σχολείου, παντελή απουσία ενδιαφέροντος: «που να τρέχω τώρα», «σιγά,τι ξέρει τώρα ο καθηγητής που δεν ξέρω εγώ;» κτλ. Το φαινόμενο, δε, είναι κοινό σε όλα τα κοινωνικά στρώματα.
«Το σχολείο μας είναι ανοικτό κάθε μέρα σε όποιον θέλει να έρθει να ρωτήσει για το παιδί του», μου λέει καθηγήτρια σε δημόσιο γυμνάσιο σε «δύσκολη» περιοχή στο κέντρο της Αθήνας. «Ακόμα και αν είναι πολυάσχολος, μια μέρα θα μπορέσει να τη βρει, ακόμα και αν έρθει ώρες που ένας καθηγητής δεν δέχεται, κάποιον θα βρει να του μιλήσει. Και για εμάς τους καθηγητές είναι σημαντικό να συναντάμε τον πατέρα ή τη μητέρα του μαθητή μας. Πού είναι όμως όλοι; Μακάρι να ήταν το σχολείο σε κάθε διάλειμμα γεμάτο γονείς».
«Κάποιοι δεν έρχονται ποτέ, ούτε για τους βαθμούς!», επιμένει η ίδια. «Ομως, και το να έρχομαι να πάρω τον έλεγχο στο τέλος του τετραμήνου και να αρχίζω τότε, Φλεβάρη μήνα, να μαθαίνω τι κάνει το παιδί μου στο σχολείο, είναι ένα απαρχαιωμένο σύστημα», συμπληρώνει. «Εχει, δηλαδή, πάρει το παιδί μου π.χ. 12 ή 13 και κάθομαι τώρα να αναρωτηθώ τι έχει συμβεί, ενώ έχει ήδη περάσει η μισή χρονιά;».
Ισως πολλοί γονείς επιμένουν να αγνοούν το πλέον βασικό: πόσες πολύτιμες πληροφορίες μπορούν να πάρουν για τα παιδιά τους διατηρώντας στενό και αρραγή τον δεσμό με τη σχολική κοινότητα. «Γνωρίζουμε λεπτομέρειες για το παιδί τους που οι ίδιοι συχνά ούτε φαντάζονται», υπογραμμίζει η παραπάνω εκπαιδευτικός, που φέτος εκτελεί και χρέη Συμβούλου Σχολικής Ζωής.
«Παραβλέπουν ότι εμείς συχνά περνάμε περισσότερες ώρες με το παιδί τους από ό,τι οι ίδιοι. Δεν λέω για τα σοβαρά, γι’ αυτά θα τους πάρουμε τηλέφωνο. Για τ’ άλλα, τα “μικρά” όμως; Εμείς γνωρίζουμε π.χ. αν, ενώ διαβάζει πολύ, έχει πολύ άγχος στο διαγώνισμα, αν είναι μοναχικό στο διάλειμμα, αν έχει προβλήματα με άλλα παιδιά, αν κοιμάται μέσα στην τάξη κ.ά. Κανένας όμως δεν έρχεται να μάθει από εμάς που ξέρουμε. Το μόνο που τους νοιάζει είναι τι βαθμό τους βάζουμε».
Aκούω για μια μητέρα που έλαβε τον έλεγχο επίδοσης της κόρης της στο γραφείο –μέσω μέιλ– και έβαλε τα κλάματα. Δύσκολο να βλέπεις 11άρια στη σειρά χωρίς κάποιον απέναντί σου να σου βάλει ένα πλαίσιο. Ισως, σκέφτομαι, όλη αυτή η εξ αποστάσεως επικοινωνία γονιών και εκπαιδευτικών να ενισχύει και την επιδεινούμενη χρόνια τώρα βαθμοθηρία.
Το χειρότερο είναι ότι ίσως συμβάλλει και στην περαιτέρω απομάκρυνση των δύο «ξέχωρων» κόσμων. Και όμως, το εκπαιδευτικό τραύμα της τριετίας θα έπρεπε να μας έχει διδάξει το ακριβώς αντίθετο: πόσο αλληλένδετοι κόσμοι θα έπρεπε να είναι –για το καλό του παιδιού– το σχολείο και το σπίτι.