Ο Αλέξης Τσίπρας συζητάει με τον Εμανουέλ Μακρόν και τον Νίκο Αναστασιάδη στη σύνοδο Med7. Στο φόντο το συλλαλητήριο κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών | REUTERS/IntimeNews/CreativeProtagon
Απόψεις

Κουβέντες Τσίπρα στο πόδι, επικίνδυνες…

Εάν ξέρει πολύ καλά ότι κουβέντες σαν αυτές που συχνά πετάει θίγουν πολύ κόσμο αλλά του είναι αδιάφορο, τότε από Πρωθυπουργός της χώρας, άρα και όλων των Ελλήνων, έχει μεταβληθεί σε διασπαστικό παράγοντα της καταπληγωμένης ελληνικής κοινωνίας, και πρέπει να φύγει το γρηγορότερο
Χρήστος Μιχαηλίδης

Αλέξης Τσίπρας. Επικρίνεται έντονα εδώ στην Αθήνα, και κατά την άποψή μου δικαίως, για τις εντελώς άστοχες και αχρείαστες κουβέντες που είπε συνομιλώντας στο πόδι με τους Προέδρους της Κύπρου και της Γαλλίας, Αναστασιάδη και Μακρόν, στο περιθώριο της πρόσφατης συνόδου Med7 των μεσογειακών χωρών της Ευρώπης, στη Λευκωσία.

Η κουβέντα ήταν για το Μακεδονικό. Αναφερόμενος κατ’ αρχάς στο συλλαλητήριο των Αθηνών στις 20 Ιανουαρίου, ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας χαρακτήρισε «ακροδεξιούς λαϊκιστές» όσους συμμετείχαν σε αυτό. Στην συνέχεια, και αφού στο μεταξύ προηγουμένως Αναστασιάδης και Μακρόν τον συνεχάρησαν για την επίτευξη της επικύρωσης στη Βουλή της Συμφωνίας των Πρεσπών, ο Πρόεδρος της Γαλλίας τον ρώτησε εάν πιστεύει πως αυτή η Συμφωνία τυγχάνει της υποστήριξης και των πολιτών; Ο Αλέξης Τσίπρας απάντησε καταφατικά. «Ναι, υποστηρίζεται από την πλειοψηφία των ανθρώπων που μπορούν να σκέπτονται και να ασκούν κριτική με το μυαλό τους». Όλοι οι υπόλοιποι που δεν την υποστήριξαν, κατά την άποψή του, δεν είναι σκεπτόμενοι άνθρωποι.

Πόσο πιο διχαστικός μπορεί να είναι ο Πρωθυπουργός μιας χώρας; Και μάλιστα μεταφέροντας αυτόν τον διχασμό σε πολιτικούς ηγέτες άλλων χωρών;

Στρέφοντας το μυαλό μου πίσω στο Δημοψήφισμα του 2004 για το Κυπριακό, ούτε καν μπορώ να φανταστώ τον τότε Πρόεδρο Τάσσο Παπαδόπουλο να χαρακτηρίζει όσους ψήφισαν «Ναι» ως μη σκεπτόμενους πολίτες, ή και τον τότε στην αντιπολίτευση ευρισκόμενο κ. Αναστασιάδη, να περιγράφει σε ξένους ηγέτες τους ψηφίσαντες «Όχι» ως «ακραίους, λαϊκιστές και εθνικιστές».

Υπενθυμίζεται ότι πριν από περίπου έναν χρόνο, Ιανουάριο 2018, σε ραδιοφωνική του συνέντευξη στη Κύπρο ο Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης είχε πει τα εξής για το θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ που επίσης προκάλεσαν όχι θετικές αντιδράσεις στην Ελλάδα:

«Αν υπήρχε ο τρόπος να ξεπεραστούν οι συνταγματικές πρόνοιες του σκοπιανού κράτους που μιλούν για αλυτρωτισμό, το όνομα δεν έχει σημασία. Εγώ δεν θα είχα αντίρρηση, αν ήθελαν να λέγονται και Βόρεια Ελλάδα», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Αναστασιάδης, σε μία δήλωση που προκάλεσε αίσθηση, και συνέχισε: «Αν οι ίδιοι πιστεύουν ότι είναι Βόρειος Ελλάδα, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος, την δυνατότητα αλλά και τις προοπτικές της Ελλάδας μέσα από επενδύσεις, να ασκεί επιρροή και να ελέγχει ένα λιλιπούτειο κράτος, γειτονικό, διερωτώμαι γιατί ο καυγάς για ένα όνομα. Είναι το όνομα που έχει σημασία; Η ή ταυτότητα του καθενός;».

Θέλω να πιστεύω πως ο Πρόεδρος ήθελε να το πει διαφορετικά, συμφωνώντας μαζί του για την προϋπόθεση των συνταγματικών αλλαγών ώστε να φύγουν από τη μέση εκείνα που παρέπεμπαν σε αλυτρωτισμό, όπως και έγινε ελπίζω – διότι δεν έχουμε δει ακόμα το τελικό κείμενο του νέου Συντάγματος. Όμως, το παράδειγμα της «Βόρειας Ελλάδας» (έστω και εάν ειπώθηκε κατ’ υπερβολήν), αλλά κυρίως εκείνο το «γιατί ο καυγάς για ένα όνομα;», συνδεδεμένο μάλιστα με πιθανά οικονομικά οφέλη που θα έχει η Ελλάδα, στην ουσία ελέγχοντας οικονομικά «αυτό το λιλιπούτειο κράτος» (λες και η οικονομική ισχύς είναι το παν), μπορούσε και έπρεπε σίγουρα να αποφευχθεί. Γνωρίζω πολύ κόσμο στην Ελλάδα που εκτιμά μάλιστα τον κ. Αναστασιάδη, και ο οποίος στενοχωρήθηκε και πληγώθηκε από τα λεγόμενά του εκείνα.

Εν κατακλείδι: βασικό μέλημα κάθε πολιτικού είναι να φροντίζει πρωτίστως, ακόμα και όταν χρειαστεί να πάρει δύσκολες αποφάσεις, για την ενότητα του λαού, να μην τον διχάζει. Το δημοψήφισμα για το Σχέδιο Ανάν στη Κύπρο, άφησε πολλές πληγές, κυρίως από όσους δαιμονοποιήθηκαν επειδή ψήφισαν «Ναι». Δεν λέω ότι ο πολιτικός πρέπει να χαϊδεύει τα αυτιά ολονών – αυτό ΕΙΝΑΙ λαϊκισμός. Λέω ότι μερικές φορές, ακριβώς για να μην ρίχνει λάδι στη φωτιά σε μια δύσκολη στιγμή, πρέπει να μάθει και να σιωπά.

Αυτόν, τον χρυσό κανόνα της σιωπής, ο κ. Τσίπρας δεν τον κατέχει. Ενθουσιάζεται και εκνευρίζεται εύκολα. Και σε κάθε περίπτωση καταφεύγει στο γνωστό τροπάριο τους «εσείς τότε – εμείς τώρα», θέτοντας ξανά και ξανα διαχωριστικές γραμμές στην ίδια την κοινωνία.

Δεν αντιλαμβάνεται ότι η κουβέντα που ξεστόμισε από την Κύπρο θίγει ένα σωρό ανθρώπους, απλούς πολίτες; Θέλω να πιστεύω πως όχι. Πως γενικά είναι τύπος που του ξεφεύγουν κουβέντες, και που έχει άγνοια κινδύνου.

Αλλά εάν, από την άλλη, αντιλαμβάνεται τι λέει, εάν ξέρει πολύ καλά ότι κουβέντες σαν αυτές που συχνά πετάει θίγουν πολύ κόσμο αλλά του είναι αδιάφορο προκειμένου να «εξυπηρετήσει» τον δικό του κόσμο, τότε από Πρωθυπουργός της χώρας, άρα και όλων των Ελλήνων, έχει μεταβληθεί σε διασπαστικό παράγοντα της καταπληγωμένης ελληνικής κοινωνίας, και πρέπει να φύγει το γρηγορότερο.