| CreativeProtagon
Απόψεις

Κι όμως, η ανοσία της αγέλης δεν είναι τόσο μακριά

Πότε η ανθρωπότητα θα έχει εμβολιάσει το 80% όλων των ενηλίκων, επίπεδο απαραίτητο για να επιτευχθεί η ανοσία της αγέλης; Οι περισσότεροι απαντούν το 2023 ή το 2024. Ομως κάνουν λάθος...
Μπιλ Εμοτ

Πότε ανθρωπότητα θα έχει εμβολιάσει το 80% όλων των ενηλίκων, επίπεδο απαραίτητο, σύμφωνα με τους επιστήμονες, για να επιτευχθεί η ανοσία της αγέλης; Οι περισσότεροι απαντούν το 2023 ή το 2024 το οποίο υποδηλώνει βαθιά απαισιοδοξία για την εξέλιξη των εμβολιασμών εκτός των πλούσιων χωρών. Για αυτόν τον λόγο θεωρούν κάποιοι πως οι δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν στην πρόσφατη σύνοδο κορυφής των G7 για τη δωρεά ενός δισεκατομμυρίου δόσεων στις φτωχότερες χώρες, κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους και την επόμενη χρονιά, μπορούν να αλλάξουν τα δεδομένα.

Αλλά η απόγνωση είναι το λάθος συναίσθημα ενώ η αυταρέσκεια από την πλευρά των G7 η λανθασμένη αντίδραση. Εάν μπορεί να διατηρηθεί ο τρέχων ρυθμός εμβολιασμών, ο κόσμος μπορεί να επιτύχει τον στόχο του έως τον Ιανουάριο του 2022. Το πρώτο βήμα προς την αποτελεσματική δράση έγκειται στο να πείθεται κάποιος ότι ένα πρόβλημα επιδέχεται λύση. Με αυτόν τον σκοπό η Global Commission for PostPandemic Policy, μια ανεξάρτητη ομάδα 34 επιφανών προσωπικοτήτων από όλον τον κόσμο, έκαναν έναν υπολογισμό, ούτως ώστε να καταλήξουν σε μία παγκόσμια αντίστροφη μέτρηση για την ολοκλήρωση των εμβολιασμών. Παραδόξως, διαπιστώσαμε ότι η πρόκληση είναι πολύ πιο διαχειρίσιμη από όσο φανταζόμασταν, και στο πλαίσιο ενός πολύ πιο σύντομου, σε σχέση με αυτό που είχαν κατά νου οι κυβερνήσεις των G7, χρονοδιαγράμματος.  

Ο υπολογισμός είναι απλός, αλλά πρέπει να αποφασίσουμε πρώτα εάν η Κίνα, θα λαμβάνεται υπόψη ως παράδειγμα προς μίμηση ή ως εξαίρεση. Σύμφωνα με το Our World in Data, στην Κίνα χορηγούνται από 17 έως 20 εκατομμύρια από τις 33-36 εκατομμύρια δόσεις που χορηγούνται καθημερινά παγκοσμίως. Συνυπολογίζοντας την Κίνα, η αντίστροφη μέτρηση ολοκληρώνεται σε λίγες παραπάνω 200 ημέρες ενώ χωρίς την Κίνα σε 370 ημέρες. 

Αυτή είναι μια σημαντική διαφορά, αλλά συνεπάγεται την επίτευξη του στόχου τον Ιούλιο του 2022 αντί για τον Ιανουάριο. Ακόμη και εάν καταστεί αναγκαίο για την επίτευξη της ανοσίας της αγέλης ένα ποσοστό της τάξεως του 90%, εξαιτίας της χαμηλότερης αποτελεσματικότητας των κινεζικών εμβολίων, δεν απομακρυνόμαστε από τον σκοπό μας.

Ας δούμε τους αριθμούς. Ο παγκόσμιος πληθυσμός είναι 7,9 δισεκατομμύρια, εκ των οποίων 5,85 (74%) δισεκατομμύρια εκτιμάται πως είναι οι ενήλικες. Εάν ο στόχος είναι ένα ποσοστό ανοσοποίησης της τάξεως του 80%, πρέπει να εμβολιαστούν 4,7 δισεκατομμύρια άνθρωποι, το οποίο σημαίνει, με σημείο αναφοράς τα εμβόλια δύο δόσεων, ότι χρειάζονται 9,4 δισεκατομμύρια δόσεις.

Το Our World in Data αναφέρει πως την 11η Ιουνίου είχαν ήδη χορηγηθεί περισσότερες από 2,3 δισεκατομμύρια δόσεις παγκοσμίως, άρα υπολείπονται λίγες παραπάνω από επτά δισεκατομμύρια δόσεις. Διαιρώντας αυτόν τον αριθμό με έναν μέσο όρο δόσεων που χορηγούνται καθημερινά (34 εκατομμύρια) το πηλίκο είναι κατά προσέγγιση 211 ημέρες, δηλαδή έως τον Ιανουάριο του 2022.

Σίγουρα τα επτά δισεκατομμύρια είναι ένας πολύ μεγάλος αριθμός. Κοιτάξετε, ωστόσο, τι συμβαίνει: καθημερινά η Κίνα χορηγεί 17-20 εκατομμύρια δόσεις ενώ η Ινδία μόλις παραπάνω από τρία εκατομμύρια αλλά ακόμη και στην Αφρική χορηγούνται 900.000 δόσεις, συν 37% από την αρχή του μήνα. Επιπρόσθετα τα ποσοστά εξακολουθούν να αυξάνονται στις περισσότερες χώρες. Παρότι δεν μπορούν όλες οι χώρες μεσαίων εισοδημάτων να επιτύχουν τους κινεζικούς ρυθμούς, αυτός θα έπρεπε τουλάχιστον να είναι ο ιδεατός στόχος.   

Εως πρόσφατα τροχοπέδη και πηγή απογοήτευσης αποτελούσε η περιορισμένη προσφορά εμβολίων. Ομως η απόδοση αυξάνεται σημαντικά, με την μηνιαία παραγωγή εμβολίων που έχουν εγκριθεί από τουλάχιστον μία εκ των κύριων ρυθμιστικών αρχών να αυξάνεται από 420 εκατομμύρια δόσεις τον Απρίλιο σε 822 εκατομμύρια δόσεις τον Μάιο.  

Οι κινεζικές Sinovac και  Sinopharm, σχεδόν τριπλασίασαν την παραγωγή τους, φτάνοντας από 164 εκ. δόσεις τον Απρίλιο σε 454 εκατομμύρια δόσεις τον Μάιο. Η παραγωγή δόσεων των εμβολίων των PfizerBioNTech και OxfordAstraZeneca στην Ευρώπη διπλασιάστηκε, από 69 σε 140 εκατομμύρια δόσεις ενώ ο συνολικός αριθμός δόσεων των εμβολίων των PfizerBioNTechModerna και Johnson & Johnson στις ΗΠΑ αυξήθηκε από 71 σε 105 εκατομμύρια δόσεις. Απογοήτευση προκαλεί μόνον η Ινδία, όπου η παραγωγή μειώθηκε από 76 εκατομμύρια δόσεις τον Απρίλιο σε 62,6 εκατομμύρια τον Μάιο.

Κατά τους επόμενους μήνες το κύριο εμπόδιο δεν θα είναι πλέον η έλλειψη εμβολίων αλλά χρηματοδοτικές και υλικοτεχνικές προκλήσεις, ειδικά σε φτωχότερες χώρες με περιορισμένες υποδομές και υποτυπώδη ιατροφαρμακευτική κάλυψη. Αυτά τα εμπόδια μπορούν να αντιμετωπιστούν εάν οι πλούσιες χώρες αποδεσμεύσουν ταχύτερα την παραγωγή τους και αν αυξηθούν τα πακέτα βοήθειας για τη στήριξη εθνικών συστημάτων υγείας και την αγορά εμβολίων.  

Ας μην τρέφουμε αυταπάτες. Η Κίνα θα διαδραματίσει σημαντικό και ενδεχομένως ηγετικό ρόλο στην εν λόγω διαδικασία. Ως η χώρα που παράγει τα περισσότερα εμβόλια Covid-19  στον κόσμο (παρότι δεν είναι τόσο εξελιγμένα όσο τα δυτικά εμβόλια) η Κίνα θα έχει ανοσοποιήσει τον πληθυσμό της έως τον Σεπτέμβριο πάνω κάτω, θα μπορεί, οπότε, να χρησιμοποιήσει την πλεονάζουσα παραγωγική της ικανότητα για τροφοδοτήσει τον κόσμο με εμβόλια (και χρήματα).

Για αυτόν τον λόγο οι δυτικές δεσμεύσεις στη σύνοδο της G7, παρότι καλοδεχούμενες, στην πραγματικότητα είναι ανεπαρκείς. Οι χώρες της Ομάδας των Επτά προσφέρουν το ένα δισεκατομμύριο δόσεις τους στο πλαίσιο ενός χρονοδιαγράμματος που είναι βολικό για τις ίδιες, από τα τέλη του 2021 και κατά το 2022, αλλά η πραγματική ζήτηση από χώρες φτωχές και μεσαίων εισοδημάτων πρόκειται να αυξηθεί πολύ νωρίτερα. Αυτό σημαίνει ότι παρέχεται στην Κίνα μία τεράστια εμπορική και διπλωματική ευκαιρία να καλύψει το κενό με ενδεχομένως 500 εκατομμύρια δόσεις κάθε μήνα κατά τη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων μηνών του έτους. 

Εάν συμβεί αυτό, η αντίστροφη μέτρηση όσον αφορά τους εμβολιασμούς μπορεί να ολοκληρωθεί ακόμη πιο σύντομα. Αγροτικές περιοχές στην Αφρικής και περιοχές της Λατινικής Αμερικής όπου επικρατεί αστάθεια θα αντιμετωπίσουν τα μεγαλύτερα προβλήματα, αλλά αυτά μπορούν να ξεπεραστούν με τη συνδρομή των κυβερνήσεων πλούσιων χωρών, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας, και μεγάλων φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Οι εκστρατείες μαζικού εμβολισμού στον αναπτυσσόμενο κόσμο δεν αποτελούν κάτι πρωτόγνωρο. Η επιτυχία τους εξαρτάται από την γενναιοδωρία, την πολιτική βούληση και την πεποίθηση ότι η λύση είναι συγχρόνως απαραίτητη και δυνατή.

Με νέες μεταλλάξεις να εμφανίζονται γρήγορα και νέες εξάρσεις σε περιοχές όπου φαινόταν πως ο ιός ήταν υπό έλεγχο, η COVID-19 εξακολουθεί να αποτελεί ένα παγκόσμιο πρόβλημα. Πρέπει να έχουμε αντιληφθεί έως τώρα πως απαιτεί μια παγκόσμια λύση. Η πρόσφατη αύξηση της παραγωγής εμβολίων και η αντίστροφη μέτρηση της Global Commission for PostPandemic Policy δείχνουν πως ό,τι χρειαζόμαστε είναι διαθέσιμο. 


*Ο Bill Emmot, πρώην διευθυντής του Economist, είναι (συν)διευθυντής της Global Commission for PostPandemic Policy. Το άρθρο του αυτό αναδημοσιεύεται από το Project Syndicate