«Στις 24 Ιουλίου προσευχόμαστε στην Αγία Σοφία» είπε ο άνδρας από την ουράνια κορφή του! Μια σταγόνα, μάλλον, ένα δάκρυ ιστορίας.
Παντοδύναμος θαρρεί και θωρεί ισοϋψής με θεούς. Αρα μπορεί να πράττει ό,τι και όπως θέλει. Μπορεί να παίζει με ιερά. Θα έπρεπε ο λόγος του να μαστιγώσει τον πολιτισμένο εαυτό μου, την θρυψαλιάζει την ιστορική μου μνήμη, να σπαράξει το πατριωτισμό μου. Πολλά θα έπρεπε. Μα τι σόι περίεργο πράγμα, αυτόματα ξαναταξίδεψα…
Σε εκείνο το τοπίο της ερήμου. Τα παιδιά μου… Τα παιδιά μας είναι ο χρόνος μας… Η Λίλα θα ήταν 12; Ο Αρίστος εννέα; Ου! Τώρα μας χάρισαν και εγγόνια! Επρεπε, ήταν η ώρα να τους ξεναγήσουμε στην Αίγυπτο. Δεν περνάς ζωή αν δεν προσκυνήσεις σε αυτά τα μέρη…. Αίγυπτος, Ρώμη, Ελλάδα, Κωνσταντινούπολη. Η Αίγυπτος ήταν πάλι και πάλι και πάλι το ταξίδι. Ήταν νύχτα. Φτάσαμε στην Μεγάλη Σφίγγα της Γκίζας. Ενα δυσθεώρητο άγαλμα, 73,5 μέτρα μήκος, 20,2 μέτρα ύψους μέσα στην Νεκρόπολη. Βασιλεία του Φαραώ Χεφρήνου. Η λέξη Σφίγγα έχει ετυμολογική ρίζα από το ρήμα «σφίγγω», επειδή σύμφωνα με την αρχαία ελληνική μυθολογία η Σφίγγα, που φύλαγε την είσοδο της πόλης των Θηβών, έσφιγγε μέχρι θανάτου, όποιον περαστικό δεν μπορούσε να λύσει το αίνιγμα της. Και ποιο ήταν το αίνιγμα; «Τί εστιν ο μιαν έχον φωνήν τετράπουν και δίπουν και τρίπουν γίνεται;». Κανένας δεν μπορούσε να δώσει απάντηση μέχρι το επιφώνημα του Οιδίποδα, «Άνθρωπον λέγεις!». Αυτός που περπατάει στα τέσσερα, μετά στα δυο και καταλήγει με το μπαστούνι του.
Ο άνθρωπος με τη γνώση των ορίων του, του κύκλου ζωής, του εαυτού του. Γέννηση, ακμή και πτώση. Αναπόδραστες φάσεις, συμφωνημένες με συμβόλαιο σύμπαντος. Ο αληθινά έλλογος άνθρωπος. Η αγριάδα και γαλήνη της ενδοσκόπησης. Ο αρχαίος πολιτισμός, σύγχρονος στο διηνεκές, στο εδώ, στο τώρα, στο από χθες και πάντα.
Εκείνο το βράδυ ήμασταν καθισμένοι μπροστά στη Μεγάλη Σφίγγα της Αιγύπτου. Ανυπόμονοι για μια παράσταση. Σκοτάδι πίσσα. Και άναψαν αργά αργά τα φώτα, κύλησαν επάνω στο μεγάλο άγαλμα, χάιδεψαν ιστορία ενώ άρχισε η αφήγηση. Παράσταση ήχου και φωτός. Και μεις απορροφημένοι, αποσπώντας για δευτερόλεπτα την προσοχή μας μόνο και μόνο για να κατασκοπεύσουμε ως γονείς, ότι τα παιδιά μας ήταν εξίσου μαγεμένα… Και παρακολουθούσαμε μέχρι που ακούστηκαν τα βροντερά λόγια ενός τέλους, που διαισθανόμασταν ότι φτάνει από το μουσικό κρεσέντο «Είμαι η Σφίγγα. Μπροστά μου πέρασαν αιώνες ιστορίας. Πέρασε ο Μέγας Αλέξανδρος, πέρασε ο Μέγας Ναπολέων, πέρασε, πέρασαν, πέρασαν….» μαστίγωνε απαριθμώντας μας ονόματα «Μεγάλων», «Αθάνατων», Παντοδύναμων… Μετά, ενώ πάλι βυθίζονταν αργά αργά τα φώτα κατέληγε γλυκά απαίσια «Εγώ, θα είμαι εδώ και αύριο». Σκοτάδι μαύρο. «Εσείς;». Στο «Εσείς;», στο άτιμο «Εσείς;», με εκείνο το σαρκαστικό ερωτηματικό στο τέλος, μας έλουσε το φως. Χαστουκάκι. Που μας ακολούθησε ενώ αδειάζαμε τις θέσεις, ενώ μπήκαμε στο ταξί, ενώ ζούμε, μέχρι τώρα ό,τι ζούμε, υποδυόμενοι με ερασιτεχνισμό αθάνατους, εν γνώσει μας θνητοί…
«Στις 24 Ιουλίου προσευχόμαστε στην Αγία Σοφία» είπε ο άνδρας από την πανύψηλη κορφή του. Παντοδύναμο θαρρεί τον εαυτό του. Ισοϋψή με θεούς. Αρα μπορεί να πράττει ό, τι και όπως θέλει. Σας ταξίδεψα, νομίζετε, στην Αίγυπτο. Στην Σφίγγα. Ενώ κλαίμε την Αγιά Σοφιά «μας». Οχι. Σας ταξίδεψα στην ιστορία του ανθρωπότητας. Στην πορεία προς τον πολιτισμό. Στο δάκρυ, στο αίμα, στον πόλεμο, στις μάχες, χαμένες-κερδισμένες, στην γνώση, μα πάνω από όλα στην αυτογνωσία, στην ενδοσκόπηση, στα όρια. Ολα αυτά που ξεχωρίζουν τον πολιτισμό από την βαρβαρότητα. Τον έλλογο άνθρωπο από τους βαρβάρους. Αλεξανδρινέ μου, όντως μεγάλε αθάνατε, Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς πολιτισμένους; Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν η μόνη λύσις. (Αλλά δεν το αντιλήφθηκαν ποτέ).