Το στιγμιότυπο από την πορεία του Πολυτεχνείου της προηγούμενης Παρασκευής προκαλούσε κάτι μεταξύ έκπληξης και απογοήτευσης. Στην «ουρά» των πολυάριθμων και εντυπωσιακά πολυπληθών μπλοκ του ΚΚΕ βάδιζε μια ολιγομελής ομάδα σχετικά νεαρών ατόμων, που κραύγαζε –κάπως παθιασμένα, είναι η αλήθεια– ένα σύνθημα: «Ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει Δεξιά, Δεξιά σημαίνει Ελλάδα πουλημένη».
Η ομάδα αυτή δεν αποτελούνταν ούτε από στελέχη του κουρελιασμένου ΣΥΡΙΖΑ ούτε κάποιου άλλου εμμονικού ακροαριστερού σχηματισμού. Ηταν το μπλοκ των στελεχών του ΠΑΣΟΚ. Για όση αξία έχει ο συμβολισμός και η σύμπτωση, ακριβώς πίσω τους οι ομάδες καθαριότητας του δήμου μάζευαν τα απομεινάρια της πορείας και η πόλη επέστρεφε στην ηρεμία της.
Η εικόνα και το σύνθημα είναι μια αποτύπωση της απόλυτης πολιτικής αναντιστοιχίας. Το ΠΑΣΟΚ εμφανίστηκε με αυτόν τον τρόπο στην πορεία του Πολυτεχνείου, ενώ η ηγετική του ομάδα και τα στελέχη του πανηγύριζαν για τη δημοσκοπική επιστροφή του στη δεύτερη θέση.
Η επιλογή της συνθηματολογίας, όμως, ειδικά σε αυτή τη συγκυρία, φανερώνει και το μεγάλο πρόβλημα, που φαίνεται ότι είναι ριζωμένο βαθιά και μάλλον δεν έχει αξιολογηθεί όσο και όπως θα έπρεπε.
Η δημοσκοπική ανάκαμψη του ΠΑΣΟΚ είναι προφανές ότι λιγότερο οφείλεται σε δικά του πολιτικά κατορθώματα και περισσότερο στον εκφυλισμό του ΣΥΡΙΖΑ. Υπό αυτήν την έννοια, δε, η δημοσκοπική ανάσα δεν είναι όσο μεγάλη θα μπορούσε ή θα όφειλε να είναι.
Είναι όμως εξαιρετικά πιθανό η ηγεσία του κόμματος, που εμφανίζεται με προοπτικές να καταλάβει τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης ακόμη και στη Βουλή (αν και εφόσον η διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ ολοκληρωθεί και κοινοβουλευτικά), να διαβάζει εντελώς λανθασμένα την πολιτικοκοινωνική συνθήκη.
Υπό αυτό το πρίσμα, η υποκατάσταση του ΣΥΡΙΖΑ από το ΠΑΣΟΚ δεν θα γίνει με όρους αντιδεξιού μετώπου ή με συνθήματα των δεκαετιών του 1970 και 1980. Και πάντως, αν γίνει σε αυτές τις βάσεις, μπορεί να καλυφθεί το κενό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά θα παραμένει το μεγαλύτερο κενό, αυτό της εναλλακτικής πρότασης διακυβέρνησης.
Αυτό που αγνοείται από πολλούς στη Χαριλάου Τρικούπη και στα πέριξ της είναι ότι, παρά τα προβλήματα και τα σημαντικά ζητήματα (βλ. υποκλοπές ή όποια άλλα, ορθώς ή καθ’ υπερβολήν «σηκώνει» το ΠΑΣΟΚ στο θεσμικό πεδίο), η αναχρονιστική αντιδεξιά ατζέντα είναι αναντίστοιχη με την πολιτική και κοινωνική ατμόσφαιρα. Οι εκλογικές μάχες και τα πολιτικά επίδικα δεν θα κριθούν στο πεδίο της δημοκρατικότητας της κυβέρνησης, αλλά σε εκείνο της αποτελεσματικότητας της διακυβέρνησης.
Η λάθος ανάγνωση που γίνεται από την ηγετική ομάδα του ΠΑΣΟΚ οφείλεται, υπό αυτήν την έννοια, σε μια μεγάλη παρανόηση. Ακόμη και το σύνολο των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ να μετακινηθεί προς το Κέντρο, θα παραμένει σε ισχύ μια καθοριστική παράμετρος: Η απήχηση που εξακολουθεί να έχει ο Μητσοτάκης και η ΝΔ υπό τη δική του ηγεσία σε ομάδες ψηφοφόρων του συγκεκριμένου χώρου ή ακόμη και της Κεντροαριστεράς.
Είναι οι ομάδες αυτές που δεν έχουν μείνει προσκολλημένες στη συνθηματολογία της πρώιμης Μεταπολίτευσης, αλλά αξιολογούν τα πράγματα σε διαφορετικές βάσεις και με άλλα κριτήρια. Με κυριότερο την κυβερνησιμότητα, την επίτευξη στόχων και την αντιστοίχιση της πολιτικής με τις συνθήκες της εποχής.
Με λίγα λόγια, το ΠΑΣΟΚ θα «επιστρέψει» μόνο υπό μία προϋπόθεση: αν κατορθώσει να πείσει ότι μπορεί να δώσει λύσεις όπου δεν μπορεί ο Μητσοτάκης και η ΝΔ.
Γιατί κατά τα άλλα υπάρχει και μια βάσιμη υποψία. Οτι εν τέλει ο λαός έχει ήδη ξεχάσει τι σημαίνει Δεξιά – και πιθανώς καλά έχει κάνει.